Σχεδόν έναν μήνα πριν από τις γερμανικές εκλογές, η εφημερίδα «Βελτ αμ Ζόνταγκ» –πρόκειται για την κυριακάτικη έκδοση της συντηρητικής «Ντι Βελτ» –αποπειράται να αποδομήσει, τουλάχιστον έμμεσα, το πολιτικό προφίλ του υποψήφιου καγκελαρίου του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας Πέερ Στάινμπρουκ. Πώς; Επιστρέφοντας στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και παρουσιάζοντας μια ελάχιστα γνωστή πτυχή της ζωής του γερμανού πολιτικού.

Το 1981, οκτώ χρόνια πριν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο μετέπειτα πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας και στη συνέχεια υπουργός Οικονομικών στην πρώτη κυβέρνηση της Ανγκελα Μέρκελ κατείχε μία θέση στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Μόνιμης Αντιπροσωπείας των Δυτικογερμανών στην ανατολική πλευρά της σημερινής πρωτεύουσας της Γερμανίας. Το συγκεκριμένο γεγονός δεν πέρασε απαρατήρητο από τους επιτελείς της Στάζι, της διαβόητης Μυστικής Αστυνομίας της Ανατολικής Γερμανίας, οι οποίοι θεώρησαν ότι ο Στάινμπρουκ θα μπορούσε να μετατραπεί σε μυστικό πράκτορά τους. Σύμφωνα με το δημοσίευμα της «Βελτ αμ Ζόνταγκ», η Στάζι παρακολουθούσε και προσπαθούσε να πλησιάσει τον Στάινμπρουκ σχεδόν μέχρι και μετά την επανένωση της Γερμανίας, για διάστημα εννέα χρόνων.

Επειτα από επτά μήνες ερευνών και προς επίρρωσιν των ισχυρισμών τους αναφορικά με μια πιθανή επαφή, ή ακόμη και σχέση, που ενδεχομένως να είχε με το υπουργείο Κρατικής Ασφαλείας της Ανατολικής Γερμανίας ο επικεφαλής του SPD, οι δημοσιογράφοι της «Βελτ» κατάφεραν να εντοπίσουν ένα έγγραφο στα σχεδόν κατεστραμμένα αρχεία της Στάζι. Σύμφωνα με αυτό, οι τότε επικεφαλής της υπηρεσίας είχαν φτάσει στο σημείο να δώσουν ακόμα και κωδικό όνομα –Γαρίφαλο –στον σημερινό υποψήφιο για την Καγκελαρία. Για τη Στάζι, ο Στάινμπρουκ αποτελούσε έναν εξαιρετικό εν δυνάμει πληροφοριοδότη.

Ομως η υπόθεση φαίνεται, τουλάχιστον προς το παρόν, να τελειώνει εδώ. Πέρα από τη συγκεκριμένη καρτέλα η οποία αποδεικνύει το ενδιαφέρον της Στάζι για τον Σοσιαλδημοκράτη πολιτικό δεν υπάρχει καμία ένδειξη η οποία να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Στάινμπρουκ είχε επαφές με τους επίδοξους «εργοδότες» του.

Μάλιστα ο ίδιος, και παρότι βρίσκεται στην καρδιά της προεκλογικής εκστρατείας για τις εκλογές της 22 Σεπτεμβρίου, ζήτησε να κοινοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τη συγκεκριμένη υπόθεση. Ωστόσο οι δημοσιογράφοι της «Βελτ», θεωρώντας ότι η Στάζι είχε πράγματι αποπειραθεί να προσεγγίσει τον Στάινμπρουκ, αναρωτιούνται με ποιον τρόπο μπορεί να συνέβη αυτό.

Πρόσωπο-κλειδί για να δοθεί μια απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα είναι ο Λουτζ Ρίεμαν, ένας γνωστός στη Γερμανία ηθοποιός, πρωταγωνιστής κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 μιας δημοφιλούς αστυνομικής σειράς που προβαλλόταν στην Ανατολική Γερμανία. Εκείνη την περίοδο ο Ρίεμαν, εκτός από σύζυγος μιας εξαδέλφης του Στάινμπρουκ, ήταν επίσης πληροφοριοδότης της Στάζι.

Επειτα από την αποκάλυψη του γεγονότος από τη «Βελτ» ο Ρίεμαν αναγκάστηκε να το παραδεχθεί, έστω και έμμεσα. «Η συνεργασία μου με τη Στάζι τερματίστηκε το 1984», δήλωσε, για να συμπληρώσει όμως στη συνέχεια ότι «ουδέποτε δέχθηκα να κατασκοπεύσω τον Στάινμπρουκ». Σίγουρα ο δεσμός μιας συγγενούς του ηγέτη των Σοσιαλδημοκρατικών με έναν πράκτορα της Στάζι δεν αποτελεί ένα ασήμαντο γεγονός. Ομως το άλμα που επιχείρησε η «Βελτ» βασιζόμενη στο συγκεκριμένο γεγονός για να συνδέσει τον Πέερ Στάινμπρουκ με τη Στάζι μοιάζει να είναι σκόπιμο.