Στα διάφορα στάδια που περνάνε οι σχέσεις, από τον ενθουσιασμό της αρχής έως το λιγότερο ή περισσότερο δραματικό τους τέλος, το πιο άβολο στάδιο είναι αυτό της παρεξήγησης. Η μήτρα της είναι καχυποψία ως προς τις προθέσεις του άλλου. Δεν είσαι σίγουρος τι θέλει να πει πραγματικά, δεν ξέρεις εάν καταλαβαίνεις τι εννοεί, αναρωτιέσαι τι μπορεί κρύβεται πίσω από κάθε λέξη. Η παραμικρή ενέργεια, μια ασήμαντη κίνηση γίνεται η πρώτη ύλη για δεύτερες σκέψεις. Και η συναισθηματική απόσταση μεγαλώνει. Είναι περίπου αυτό που ζουν το Παρίσι και το Βερολίνο το τελευταίο διάστημα. Οι επιφυλάξεις που υπήρχαν από την ενθουσιώδη αρχή της σχέσης, η διαρκής καχυποψία, είχαν αναγνωριστεί από τη Γερμανία σαν προνόμιο της Γαλλίας. Το παραχωρούσε εκείνος που έπρεπε να πείσει ότι δεν είναι πια ο ίδιος, ότι έχει αλλάξει. Και ήταν κάτι που επέτρεπε να ισορροπεί στο ίδιο σκοινί ένας πολιτικός με έναν οικονομικό γίγαντα.

ΕΚΕΙΝΗ η σχεδόν υγιής καχυποψία, όμως, δεν είναι πλέον προνόμιο μόνο της μιας πλευράς, το είδος της πολεμικής αποζημίωσης που ήταν κάποτε. Το Βερολίνο έχει αρχίσει να τσαλαβουτά στον ίδιο συναισθηματικό βάλτο. Και είναι έτοιμο να παρεξηγήσει ακόμη και τις καλύτερες προθέσεις. Ο γερμανικός Τύπος για παράδειγμα δεν είδε με καθόλου καλό μάτι την έκθεση που εγκαινιάστηκε τον περασμένο μήνα στο Λούβρο με αφορμή τα πενήντα χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης των Ηλυσίων. Η έκθεση «Γερμανία 1800-1939, από τον Φρίντριχ στον Μπέκμαν» είναι αφιερωμένη στη γερμανική ζωγραφική. «Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι η έκθεση ολοκληρώνεται με τη ρήξη του 1939» σχολίαζε η γερμανική Die Zeit στις αρχές του μήνα. Το μήνυμα που διαβάζουν στα μάτια των Γάλλων οι Γερμανοί είναι ότι ο ναζισμός ήταν η λογική κατάληξη της ιστορίας και του πολιτισμού της Γερμανίας, μια μοίρα από την οποία δεν θα μπορούσε να ξεφύγει κανένα τέρας. «Μήπως όλα αυτά συνδέονται με την κρίση; Με μια γαλλική επιθυμία αυτοεπιβεβαίωσης; Με μια επίδειξη εθνικής ισχύος που σχετίζεται με την οικονομική αδυναμία;» αναρωτιόταν η γερμανική εφημερίδα.

Η ΓΑΛΛΙΚΗ Monde συγκέντρωσε στο φύλλο της περασμένης Παρασκευής τις γερμανικές αντιδράσεις για να τις αποδώσει σε παρανόηση. Την ίδια ημέρα διέρρεε στα μέσα ενημέρωσης το κείμενο των γάλλων βουλευτών του Σοσιαλιστικού Κόμματος με το οποίο κατηγορούσαν την Ανγκελα Μέρκελ για «αδιαλλαξία» και καλούσαν τον Φρανσουά Ολάντ να «συγκρουστεί» μαζί της. Περισσότερη σημασία από το εάν ήξερε ή δεν ήξερε ο γάλλος Πρόεδρος έχει η αμηχανία που απλώθηκε από τις δύο πλευρές του Ρήνου, η ανησυχία του Βερολίνου ότι απομονώνεται στην Ευρώπη, ο φόβος της Γαλλίας ότι παρασύρεται σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι, όπως σημείωνε η χθεσινή Libération. Κάθε λέξη, η παραμικρή ενέργεια, η πιο ασήμαντη κίνηση μπορεί να οδηγεί από εδώ και μπρος σε μια διαβρωτική παρεξήγηση. Σαν προάγγελος ενός λιγότερο ή περισσότερο δραματικού τέλους.