Στην παρθενική του εμφάνιση από το βήμα της Βουλής ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο Αλέξης Τσίπρας τηρώντας τη γνώριμη τακτική του εξαπέλυσε σκληρή επίθεση στην κυβέρνηση και προσωπικά στον Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά καθώς και στον Γιάννη Στουρνάρα για τη σύμβαση, ενώ υποστήριξε ότι στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει τη διακυβέρνηση δεν πρόκειται να την εφαρμόσει.

«Το κουκούλωμα του σκανδάλου της Siemens υπεγράφη μία ημέρα προτού συναντηθεί ο Πρωθυπουργός με τη γερμανίδα Καγκελάριο», είπε ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και επέκρινε τον υπουργό Οικονομικών ότι «ελαφρά τη καρδία, την ώρα που ετοιμάζει τη λίστα 11,6 δισ. ευρώ – που μπορεί να φθάσουν και στα 15 δισ. – με βάρη σε μισθωτούς και συνταξιούχους, χαρίζει στη γερμανική εταιρεία 2 δισ. ευρώ, όπως σημειώνεται ομόφωνα στο πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής που διερεύνησε το σκάνδαλο».

ΣΗΚΩΣΕ ΤΟ ΓΑΝΤΙ. Ο κ. Στουρνάρας έσπευσε να σηκώσει αμέσως το γάντι χαρακτηρίζοντας τον εξωδικαστικό συμβιβασμό που υπέγραψε επωφελή για το ελληνικό Δημόσιο, ενώ την ίδια στιγμή διευκρίνισε: «Η σύμβαση ήταν στο γραφείο μου. Ο προηγούμενος υπουργός Οικονομικών (ο Γ. Ζανιάς) ήταν μέλος υπηρεσιακής κυβέρνησης και γι’ αυτό δεν την υπέγραψε, όπως το ίδιο έκανε και ο προ- προηγούμενος (ο Φ. Σαχινίδης) επειδή μπροστά του είχε μικρό διάστημα ενόψει των εκλογών».

Ο υπουργός Οικονομικών έκανε επίσης γνωστό ότι για να υπογράψει τη συγκεκριμένη σύμβαση ρώτησε το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, τα μέλη του οποίου – όπως είπε – του απάντησαν ότι είναι καθ’ όλα νόμιμη, ενώ υπενθύμισε ότι για τον σχεδιασμό της ο πρώην υπουργός Οικονομικών και αντιπρόεδρος της τότε κυβέρνησης είχε ορίσει ομάδα εργασίας από εμπειρογνώμονες.

Παράλληλα, σημείωσε ότι η σύμβαση δεν εμποδίζει τη Δικαιοσύνη να προχωρήσει την έρευνά της για τη διερεύνηση και απόδοση ποινικών ευθυνών σε πρόσωπα που θα αποδειχθεί ότι είχαν πάρει μέρος στο σκάνδαλο.

«ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ 2 ΔΙΣ.». Ταυτόχρονα αμφισβήτησε ότι η ζημιά αγγίζει το ύψος των 2 δισ. ευρώ, σημειώνοντας πως η γερμανική εταιρεία δεν μπορεί να έδωσε 2 δισ. σε μίζες, όταν αυτά τα χρόνια ο συνολικός τζίρος της εταιρείας στη χώρα μας ήταν περίπου 3,7 δισ. ευρώ.

Η αντιπαράθεση όμως κυβέρνησης – ΣΥΡΙΖΑ μετατοπίστηκε και στο πρόσωπο του νομικού συμβούλου του Πρωθυπουργού, του κ. Καράκωστα, για τον οποίο τόσο ο κ. Τσίπρας όσο και άλλοι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης (κ.κ. Π. Λαφαζάνης, Δ. Παπαδημούλης, Θ. Δρίτσας, Ζωή Κωνσταντοπούλου, Σοφία Σακοράφα, Π. Κουρουμπλής και Αλ. Μητρόπουλος) δήλωσαν ότι ήταν νομικός σύμβουλος της γερμανικής εταιρείας και αμειβόταν «το 1998 με εμβάσματα από τα μαύρα ταμεία της Siemens».

Η αντίδραση του υπουργού Οικονομικών ήταν άμεση, κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ ότι χρησιμοποιεί γκεμπελική μέθοδο εις βάρος του κ. Καράκωστα: «Είδα το δημοσίευμα, τον πήρα τηλέφωνο, μου διευκρίνισε ότι δεν είχε καμία σχέση με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό του ελληνικού Δημοσίου με τη γερμανική εταιρεία, πως είχε συμβουλεύσει, ως έγκριτος νομικός, τη Siemens για υπόθεση που αφορούσε την Ελβετία και όχι την Ελλάδα, ότι πληρώθηκε κανονικά και όχι από τα μαύρα ταμεία με 30.000 μάρκα και πως οι χαρακτηρισμοί εναντίον του είναι άδικοι».

«ΑΝΗΘΙΚΟΙ». Οι τόνοι ανέβηκαν όταν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξαν ότι ο κ. Στουρνάρας τοποθετήθηκε στη σημερινή θέση «για να κάνει τη βρώμικη δουλειά – δηλαδή το κουκούλωμα του μεγαλύτερου σκανδάλου από τη Μεταπολίτευση, αυτό της Siemens λίγο πριν την παραμονή της συνάντησης του Αντώνη Σαμαρά με την Ανγκελα Μέρκελ – καθώς και την απαρέγκλιτη εφαρμογή του Μνημονίου».Ο υπουργός Οικονομικών απάντησε σε έντονο ύφος: «Χρησιμοποιείτε ανήθικους χαρακτηρισμούς… Δεν είμαι βρώμικος, ήρθα από πατριωτικό καθήκον και μόνο, και όταν τελειώσω τη δουλειά μου, θα φύγω».

Ο ίδιος πάντως είπε ότι θα ερευνήσει το θέμα, όταν οι βουλευτές Ζωή Κωνσταντοπούλου (ΣΥΡΙΖΑ) και Νότης Μαυριάς (Ανεξάρτητοι Ελληνες) αμφισβήτησαν την εγκυρότητα της σύμβασης, λέγοντας ότι έπρεπε ο αρμόδιος υπουργός να την υπογράψει εντός 45 ημερών από την ημερομηνία της 7ης Μαρτίου 2012 οπότε και υπεγράφη από τους εκπροσώπους της γερμανικής εταιρείας – δηλαδή το αργότερο μέχρι τις 22 Απριλίου – και όχι στις 22 Αυγούστου που την υπέγραψε ο κ. Στουρνάρας.