«La crise c’est quand les jeunes n’ont plus la chance de rever». («Η κρίση υπάρχει όταν οι νέοι δεν έχουν πλέον την τύχη να ονειρεύονται».)

Δήλωση νεαρής Ελληνίδας στην Isabelle Tales («Le Monde», 19.4.2012, σελ. 28)

Τα λόγια που προτάσσονται σε αυτό το σημείωμα ανήκουν σε μια νέα κοπέλα από την Ελλάδα. Και δείχνουν τα όνειρα που χάνονται για την ελληνική νεολαία.

Ο έλληνας πολίτης στην πορεία του χρόνου, και ιδιαίτερα μετά την είσοδο της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, είδε τη ζωή του να βελτιώνεται και το επίπεδό του να πλησιάζει τον μέσο όρο του δυτικοευρωπαίου πολίτη. Κατά την πορεία αυτή των τελευταίων 40 χρόνων τα «θέλω» του (τουλάχιστον όσων ανήκαν στη μεσαία τάξη, που στην πορεία μεγάλωσε) αυξήθηκαν, με την επιθυμία του για δικό του σπίτι στην πόλη, για εξοχικό, για 2-3 αυτοκίνητα ανάλογα με το μέγεθος της οικογένειάς του. Μερικοί είχαν ακόμη πιο μεγάλες απαιτήσεις, ήθελαν π.χ. κότερο, πανάκριβο αυτοκίνητο, σπίτι στο εξωτερικό κ.λπ. Η «ροπή» αυτή προς την κατανάλωση θα έπρεπε κανονικά να στηρίζεται σε ένα παραγωγικό μοντέλο το οποίο θα παρήγε προϊόντα και υπηρεσίες, που με τη σειρά τους θα εξασφάλιζαν πλούτο για το σύνολο των πολιτών της χώρας μας. Αντίθετα, το μοντέλο όλα αυτά τα χρόνια στηρίχθηκε στην κατανάλωση σε ποσοστό 70%. Ως συνέπεια αυτού του μοντέλου, η ανταγωνιστικότητα της χώρας μας ήταν πάντα χαμηλή, κατά κανόνα με παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών χαμηλής ποιότητας. Η τελευταία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας κατατάσσει τη χώρα μας στην 100ή θέση (σε σύνολο 183 χωρών) για το 2012.

Από το 2009 και μετά, και με βάση την άνευ προηγουμένου κρίση που βιώνει το σύνολο της χώρας με τις μειώσεις των μισθών και των συντάξεων, την αύξηση των φοροδοτικών μέτρων και των πάσης φύσεως «χαρατσιών», τα «θέλω» του Ελληνα έχουν αλλάξει σημαντικά, με τη δημοσιονομική προσαρμογή που οδήγησε πολλά νοικοκυριά σε μεγάλη απόγνωση και δυστυχία. Ετσι ο πολίτης αισθάνεται μίσος και οργή κυρίως για το πολιτικό σύστημα, το οποίο είναι το μόνο που διατηρεί τα προνόμιά του (ελάχιστες μειώσεις και περικοπές έχουν γίνει) μέσα στο περιβάλλον της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας.

Οι εκλογές της 6ης Μαΐου, με την κατεξοχήν ψήφο τιμωρίας του μεγαλύτερου ποσοστού των ελλήνων πολιτών (αποχή 35%) προς τα δύο κόμματα εξουσίας, οδήγησαν σε ένα νέο πολιτικό σκηνικό, με τη συμμετοχή πλέον και κόμματος της άκρας Δεξιάς. Η ψήφος του Ελληνα φαίνεται να έχει «αποδώσει δικαιοσύνη» στα δεινά που του έχει επιφέρει τα δύο τελευταία χρόνια το «πελατειακό πολιτικό μας σύστημα». Μάλιστα, στο άρθρο για το οποίο κάναμε λόγο, στην αρχή, μια άλλη νεαρή Ελληνίδα αναφέρει με οργή ότι «όσο μένουν ατιμώρητοι αυτοί που έφεραν τη χώρα στο χάλι αυτό, δεν θα πεθάνω».

Με την αβεβαιότητα να κυριαρχεί πλέον μπροστά στο φάσμα και της ακυβερνησίας, είναι θεμιτό να αναφερθούν ορισμένες ακόμα σκέψεις που, κατά τη γνώμη μου, μπορούν να δημιουργήσουν ανασφάλειες στους έλληνες πολίτες.

Επιγραμματικά, αν η χώρα οδηγηθεί εκτός ευρώ και ευρωζώνης, μια πρώτη λογική συνέπεια θα είναι ότι οι πολίτες θα εξέρχονται στην Ευρώπη με συνάλλαγμα (η ισοτιμία του ευρώ εκτιμάται από διάφορους εμπειρογνώμονες ότι θα ξεπεράσει τις 1.000 δρχ.), ενώ θα επανέλθει και ο συναλλαγματικός κίνδυνος για τις ελληνικές επιχειρήσεις, με όλες τις συνέπειες που ακολουθούν. Ο αντίλογος σε αυτή τη συνέπεια είναι, βεβαίως, ότι τα ελληνικά προϊόντα θα είναι πιο φθηνά – πιο ανταγωνιστικά, στις τιμές βεβαίως, όχι όμως υποχρεωτικά και στην ποιότητα. Αλλη συνέπεια θα είναι ότι οι καταθέσεις των Ελλήνων εντός της χώρας θα υποτιμηθούν, ενώ αυτές του εξωτερικού θα αναβαθμιστούν κατά πολύ (βάσει της νέας ισοτιμίας ευρώ – δραχμής).

Η ποιότητα ζωής που ο Ελληνας κατέκτησε τα τελευταία χρόνια σε όλα τα επίπεδα θα καταποντισθεί και η περηφάνια αυτού του λαού θα δεχτεί σημαντικό «ηθικό κτύπημα» κυρίως όσον αφορά τη νεολαία μας που δύσκολα θα μπορέσει να επανέλθει και να επαναπροσδιορίσει αξίες και οράματα.

Ο Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης είναι καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης