Τη βαθύτατη κρίση νομιμοποίησης που διέρχεται το καθεστώς του Πεκίνου υπογραμμίζει η υπόθεση Μπο, καθώς έρχονται στο φως νέα στοιχεία για τον χαρισματικό γραμματέα του κόμματος στην Τσονγκτσίνγκ που είδε τις φιλοδοξίες του να καταρρέουν εξαιτίας της εμπλοκής της συζύγου του στη δολοφονία βρετανού συμβούλου επιχειρήσεων. Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το πρακτορείο Reuters, ο Μπο Σιλάι είχε ανάψει αρχικά το πράσινο φως για να ερευνηθεί ο ρόλος της Γκου Καϊλάι στη δολοφονία του Νιλ Χέιγουντ. Στη συνέχεια, όμως, προσπάθησε να εμποδίσει την έρευνα. Ο λόγος αυτής της μεταστροφής παραμένει άγνωστος. Είναι βέβαιο, πάντως, ότι από τον περασμένο Φεβρουάριο, οπότε ο αστυνομικός διευθυντής της Τσονγκτσίνγκ εμφανίστηκε στο αμερικανικό προξενείο για να ζητήσει άσυλο, η Κίνα ζει το μεγαλύτερο πολιτικό σκάνδαλο των τελευταίων δεκαετιών.

Σε αυτό το σκάνδαλο, σημειώνει ο αναλυτής Γουίλ Χάτον στην εφημερίδα «Observer», ο Μπο Σιλάι και η Γκου Καϊλάι εμφανίζονται ως ένα άπληστο ζεύγος που διψούσε για εξουσία και χρήμα. Ωστόσο, η διαμάχη ανάμεσα στον Μπο και την ηγεσία αφορά κάτι περισσότερο από τον τρόπο με τον οποίο ο γραμματέας της Τσονγκτσίνγκ απέκτησε την προσωπική του περιουσία. Αφορά, κυρίως, τη νομιμοποίηση του καθεστώτος. Ο κινέζος Πρωθυπουργός Γουέν Τζιαμπάο είναι ο πρώτος που έχει καταλάβει τις διαστάσεις της κρίσης καλώντας σε πόλεμο κατά της διαφθοράς. Μετά τη σύλληψη της Γκου, μνημόνευσε ένα απόσπασμα από τα Ανάλεκτα του Κομφούκιου στο οποίο επισημαίνεται η υποχρέωση ενός ηγέτη να ενεργεί με ακεραιότητα. Ο Γουέν – σημειώνει ο βρετανός αναλυτής – ξέρει ότι ο κομμουνισμός είναι μια νεκρή ιδεολογία. Γι’ αυτό ανατρέχει στον Κομφούκιο και όχι στον Μαρξ.

Η πρόκληση του νεομαοϊστή Μπο προς το καθεστώς ήταν ότι ενώ συντασσόταν με αυτό που ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ αποκαλούσε «σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς», έδινε μεγαλύτερη έμφαση στη σοσιαλιστική συνιστώσα. Ο αγώνας του κατά της τοπικής διαφθοράς προσέφερε ανακούφιση σε εκατομμύρια φτωχούς κατοίκους της μητρόπολης που διοικούσε. Παράλληλα, η Τσονγκτσίνγκ γινόταν πόλος έλξης για τους ξένους επενδυτές. Με τις αναφορές του στον Μάο και τις γιορτές με τα τραγούδια του Μεγάλου Τιμονιέρη, ο Μπο προσωποποιούσε το μοντέλο ενός νέου κομμουνιστή αξιωματούχου, περήφανα εθνικιστή και εξαιρετικά δημοφιλούς.

Για τους μεταρρυθμιστές, όμως, ο γραμματέας έπαιζε με τη φωτιά. Ο Γουέν είχε δίκιο όταν διακήρυττε ότι η Πολιτιστική Επανάσταση είναι μια ιστορική περίοδος για την οποία η Κίνα δεν πρέπει να αισθάνεται περήφανη. Στον «πραγματικό κομμουνισμό» του Μπο έπρεπε να υπάρξει μια απάντηση: η καθαίρεση από το αξίωμά του, αργότερα μια δίκη με το σωστό αποτέλεσμα. Η μεταρρυθμιστική πτέρυγα, ωστόσο, είναι ακόμη αντιμέτωπη με την πρόκληση της νομιμοποίησης. Η Κίνα, καταλήγει ο Γουίλ Χάτον, πρέπει να γίνει μια «κανονική» οικονομία με αποκέντρωση στη λήψη αποφάσεων και ιθαγενή νεωτερισμό. Μια τέτοια οικονομία, όμως, είναι ασύμβατη με το μονοκομματικό κράτος. Κατά συνέπεια, μια κινεζική Ανοιξη είναι πολύ πιθανή μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια. Είναι κάτι που τώρα γνωρίζουμε ότι θα συμβεί. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι το πότε.