Για πρώτη φορά έρχονται στο φως η δομή, τα πρόσωπα, οι πρακτικές της ΟΠΛΑ, της πολιτοφυλακής του ΕΛΑΣ που είχε αναλάβει να εκτελεί συνεργάτες του κατακτητή και όσους έλληνες πολίτες θεωρούνταν προδότες στα μάτια του κομμουνιστικού κόμματος. Η υπόθεση αυτή υπήρξε ένα σύνθετο φαινόμενο άρρηκτα συνδεδεμένο με τα εθνικοαπελευθερωτικά-κοινωνικά αιτήματα στο ασφυκτικό κατοχικό πλαίσιο όπου δρούσαν και τα Τάγματα Ασφαλείας. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που σκεπάστηκε από μια ομερτά που βαστά μέχρι σήμερα.

Το βράδυ της 6ης Απριλίου 1943 υπήρξε σημαδιακό. Την επομένη ήταν προγραμματισμένη η ορκωμοσία της τρίτης κατοχικής κυβέρνησης Ράλλη. Ο Ιωάννης Ράλλης, αντίθετα με τον μετριοπαθή προκάτοχό του Λογοθετόπουλο, είχε δηλώσει αποφασισμένος να οδηγήσει τον κατοχικό κρατικό μηχανισμό σε μετωπική σύγκρουση με τις «συμμορίες του ΕΑΜ» στην ύπαιθρο και στις πόλεις. Οι Γερμανοί, αλλάζοντας το ύφος της προπαγάνδας τους, επικαλούνταν πλέον τον κομμουνιστικό κίνδυνο, όχι της Ρωσίας αλλά των ελληνικών βουνών, ξυπνώντας και σε μερίδα του παλιού ελληνικού πολιτικού κόσμου τον φόβο των μεταπελευθερωτικών πολιτικών εξελίξεων.

Αυτή λοιπόν την παραμονή ορκωμοσίας της κυβέρνησης Ράλλη διάλεξε το ΚΚΕ για να κάνει γνωστή, για πρώτη φορά σε όλες της τις διαστάσεις, τη διείσδυσή του στον κατοχικό κρατικό μηχανισμό. Και μάλιστα με μία εντυπωσιακή, καθόλου αιματηρή ενέργεια: μια ομάδα ενόπλων χωροφυλάκων μπήκαν στο σανατόριο φυματικών «Η Σωτηρία» στη Λεωφόρο Μεσογείων, αφόπλισαν τους έκπληκτους συναδέλφους τους της φρουράς και ελευθέρωσαν 56 κομμουνιστές κρατούμενους, στελέχη πρώτης γραμμής που επρόκειτο να αναβαθμίσουν επιχειρησιακά τον ΕΛΑΣ, και οι οποίοι είχαν μεταχθεί εκεί από τις φυλακές της Ακροναυπλίας.

Αλλες ομάδες είχαν κόψει τις τηλεφωνικές γραμμές και ανοίξει με σιδεροπρίονο τα συρματοπλέγματα που έφραζαν την είσοδο του παρακείμενου ρέματος, από όπου διέφυγαν κρατούμενοι και ελευθερωτές. Η επιχείρηση οργανώθηκε από την ηγεσία της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας και του ΕΛΑΣ Αθήνας και πραγματοποιήθηκε με τη συνδρομή αστυφυλάκων και χωροφυλάκων οργανωμένων στο ΚΚΕ που διέθεσαν όπλα, στολές για το καμουφλάζ, συνθήματα και τα 18 από τα 24 πρόσωπα της ομάδας εισβολής.

Από τέτοιου τύπου μυστικές διακλαδώσεις (φράξιες) του Κόμματος στα Σώματα Ασφαλείας ξεπήδησε λίγο αργότερα η Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα, η περιβόητη ΟΠΛΑ, που άφησε έντονο, όσο και αιματηρό το αποτύπωμά της στην ιστορία της Αντίστασης, και της κατοχικής Αθήνας.

Αυτό το αποτύπωμα ήταν ώς τώρα ένα ανεξερεύνητο τοπίο. Ενώ όλο και περισσότεροι ιστορικοί ασχολούνται με τη δεκαετία 1940-1950, ερευνώντας τα γεγονότα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, κανείς δεν είχε καλύψει τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην Αθήνα. Λόγω, κυρίως, των μεγάλων δυσκολιών μιας τέτοιας έρευνας.

Ο μόλις 28 ετών ιστορικός Ιάσονας Χανδρινός, μαθητής του Χάγκεν Φλάισερ, πήρε το ρίσκο. Και έκανε την πρώτη συνολική καταγραφή της δράσης του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατοχική Αθήνα. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό γιατί ο Χανδρινός έκανε σχολαστική και πρωτογενή έρευνα: ληξιαρχικά, δικαστικά, στρατιωτικά, κομματικά αρχεία, αποδελτίωση του παράνομου και κατοχικού Τύπου, συστηματική καταγραφή προφορικών μαρτυριών αλλά και συνεντεύξεις: έντεκα πρώην μαχητές της ΟΠΛΑ δέχθηκαν να μιλήσουν μπροστά στο μαγνητόφωνό του, και όχι πάντα εύκολα. Ενάμισης χρόνος πολλών ενοχλητικών τηλεφωνημάτων χρειάστηκε λ.χ. προκειμένου να μιλήσει το τελευταίο εν ζωή «πιστόλι» της ΟΠΛΑ Κοκκινιάς, ο Θεόδωρος Ξηροτάγαρος.