Ο μεγαλοτραπεζίτης Ανδρέας Συγγρός είχε πει στον Χαρίλαο Τρικούπη ότι «θέλει και η πτώχευσις την τέχνη της». Εκείνος την ήξερε καλά, γι’ αυτό πριν από την πτώχευση του 1893 «φρόντισε» να πουλήσει τα ομόλογα του τότε βασιλιά Γεωργίου Α’. Ο Συγγρός είχε εκλεγεί και βουλευτής και συνεργαζόταν με τον διαχειριστή της βασιλικής περιουσίας Νικόλαο Θων, ιδιοκτήτη της περιοχής των Αμπελοκήπων.

Την τέχνη, όμως, της «πτώχευσης» δεν φαίνεται να την έχουν μάθει όσοι άσκησαν εξουσία, ενώ η Ιστορία της Ελλάδας είναι Ιστορία δανείων και χρεοκοπιών. Τα δύο πρώτα δάνεια δόθηκαν από την Αγγλία κατά τη διάρκεια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Για τη «διανομή» τους προκλήθηκε εμφύλιος πόλεμος με πρωταγωνιστές τον Μαυροκορδάτο και τον Γ. Κουντουριώτη.

Ο Αδαμάντιος Κοραής έγραφε στον Κουντουριώτη από το Παρίσι: «Το δάνειον το γινόμενον από το Αγγλικόν έθνος, δεν πρέπει να το στοχάζεσθε πολλά μεγάλην ευεργεσίαν. Και εις αυτόν τον διάβολον ήθελαν μετά χαράς δανείσειν αργύρια, αν ο διάβολος ήθελεν τους διασφαλίση με ενέχυρα…».

Ποια ήταν τα ενέχυρα: «αι εθνικαί γαίαι», οι αλυκές, τα ιχθυοτροφεία και οι πρόσοδοι από τα τελωνεία. Δεν έφθαναν, όμως, αυτά τα ενέχυρα. Ο Διονύσιος Ρώμας «έψησε» τον Κολοκοτρώνη, που ήταν εξόριστος στη Ζάκυνθο, ότι επειδή οι Ελληνες δεν μπορούν να «αυτοκυβερνηθούν» χρειάζονται έναν βασιλιά! Οταν γύρισε από την εξορία, έπεισε ο Κολοκοτρώνης και τους πρόκριτους και τους ιερείς και τους στρατιωτικούς και με πρώτη τη δική του υπογραφή έστειλαν στην Αγγλία την ακόλουθη πράξη: «Το Ελληνικόν Εθνος δυνάμει της παρούσης πράξης εκθέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της εαυτού ελευθερίας, εθνικής ανεξαρτησίας και της πολιτικής αυτού υπάρξεως υπό την απόλυτον υπεράσπισιν της Μεγάλης Βρετανίας».

Από τότε η Αγγλία είχε τον έλεγχο της χώρας μέχρι το 1947, που παρέδωσε το «δακτυλίδι» στους Αμερικανούς. Οταν ήλθε η ώρα του βασιλιά, οι άλλοι «προστάτες» Ρώσοι και Γάλλοι απέκλεισαν αγγλική υποψηφιότητα και η «μπίλια» έπεσε στον Οθωνα και έτσι πάτησαν για πρώτη φορά πόδι και οι Γερμανοί.

Οικονομικός Ελεγχος. Μετά την κήρυξη της πτώχευσης από τον Χαρίλαο Τρικούπη, το 1893, άρχισαν από τη διάδοχο κυβέρνηση Δηλιγιάννη μαραθώνιες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για τη ρύθμιση αποπληρωμής των δανείων και τις εγγυήσεις. Συζητούσαν τότε και κούρεμα των δανείων και των τόκων.

Η συγκυρία δεν ήταν ευνοϊκή για «αξιοπρεπή» συμβιβασμό. Η Ελλάδα δα είχε βγει ηττημένη από τον πόλεμο με την Τουρκία του 1897. Στο άρθρο 2 της συνθήκης ειρήνης αναφέρονταν τα εξής: «Η Ελλάς υποχρεούται να πληρώση προς την Τουρκίαν πολεμικήν αποζημίωσιν εκ τεσσάρων εκατομμυρίων λιρών τουρκικών. Προς διευκόλυνσιν της ταχείας καταβολής της αποζημιώσεως ταύτης, απαραίτητα τινά μέτρα θέλουσι ληφθή, ούτως ώστε τα αναγνωρισμένα δικαιώματα των παλαιών δανειστών και κατόχων τίτλων του δημοσίου χρέους του ελληνικού κράτους να μη υποστώσιν ουδεμίαν ζημίαν».

Οι «ξένες δυνάμεις στην Ελλάδα» πρόσφεραν νέο δάνειο 120.000.000 φράγκων για να καλύψει τα χρέη του 1897 και του 1898 και την υπέρογκη αποζημίωση στην Τουρκία. Για να δοθεί, όμως, αυτό το δάνειο έπρεπε να προηγηθεί η ψήφιση του νομοσχεδίου για τον Διεθνή Οικονομικό Ελεγχο και τις εγγυήσεις προς τους δανειστές. Θρασύτατοι οι δανειστές απείλησαν ότι εάν δεν ψηφισθεί το νομοσχέδιο δεν θα δώσουν το «πράσινο φως» για την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από τη Θεσσαλία. Αργότερα στο Συνέδριο του Βερολίνου ο Κάιζερ απείλησε ότι θα θέσει βέτο για την εκχώρηση της Θεσσαλίας εάν δεν εξοφλείτο ένα μικρό, σχετικά, δάνειο από την εποχή του Οθωνα. Από τότε οι Γερμανοί ήταν φιλικοί προς την Ελλάδα…

Ο τότε υπουργός των Οικονομικών Γεώργιος Στρέιτ με όσα είπε στη Βουλή, τότε, μας φέρνει στο σήμερα: «Βεβαίως είνε κυρίαρχος η Βουλή να δεχθή ή μη ολόκληρον ή οιονδήποτε αυτού μικρόν ή μέγα τμήμα. Αλλά νομίζω καθήκον μου να ειδοποιήσω ότι, οιουδήποτε τούτων γενομένου, το αποτέλεσμα θα είνε να λογισθή ως μη γενόμενον δεκτόν υπό των εξ εκείνων κυβερνήσεων το σχέδιον το συνταχθέν υπό των αντιπροσώπων και του υπουργού τη ανοχή της ελληνικής Βουλής ενταλθέντος προς τούτο».

Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, ο οποίος είχε αντικατασταθεί στην πρωθυπουργία από τον Δημήτριο Ράλλη, ήταν αποκαλυπτικός τι και γιατί ψήφιζε: «Πρόκειται μετ’ ολίγον καλούμενοι, να δώσωμεν την τελευταίαν ημών ψήφον επί νομοθετήματος, το οποίον ανομολογείται ότι είναι κακόν, και αν ο κ. Υπουργός Οικονομικών το ομολογή κακόν, εγώ βεβαιώ τους συμπολίτας ημών ότι είναι κάκιστον. Αφού πρόκειται τοιαύτην σήμερον υποχρέωσιν να αναλάβωμεν, ψηφίζοντες εις τρίτην ανάγνωσιν το νομοσχέδιον, ημείς ουδεμίαν έχομεν απτήν απόδειξιν ότι εξετελέσθη ή θέλει εκτελεσθή ο σκοπός, δι’ ον ηναγκάσθημεν να υποβληθώμεν εις τοιαύτην θυσίαν…».

Ηταν 19 Φεβρουαρίου 1898 – Φεβρουάριος και τώρα μετά 114 χρόνια – όταν άρχισε η συζήτηση για την αποδοχή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. «Στην αίθουσα της Βουλής», έγραφε η εφημερίδα «Σκριπ», «προσήλθε ο αξιοσέβαστος αριθμός των 142 βουλευτών. Το ενδιαφέρον παρετηρείτο παντού, και εις το προαύλιον και εις τους διαδρόμους και εις την αίθουσαν και εις το θεωρείον».

Οι διατάξεις. Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε χωρίς διαρροές. Οι βασικές διατάξεις:

«Προορίζονται διά την υπηρεσίαν των προβλεπομένων δανείων αι ακαθάρισται πρόσοδοι α) των Μονοπωλίων άλατος, πετρελαίου, πυρείων, παιγνιόχαρτων, σιγαροχάρτου και σμύριδος της Νάξου, η εξ ων ετησία πρόσοδος υπολογίζεται εις δραχμάς 12.300.000 β) των δικαιωμάτων επί του καπνού, η εξ ων ετησία πρόσοδος υπολογίζεται εις δραχμάς 6.600.000 γ) των τελών χαρτοσήμου, ων η ετήσια πρόσοδος υπολογίζεται εις δραχμάς 10.000.000 και δ) των εισαγωγικών τελών των υπό του Τελωνείου Πειραιώς εισπραττομένων, η εξ ων ετησία πρόσοδος υπολογίζεται εις δραχμάς σε 10.700.000. Εν συνόλω δραχμάς 39.600.000.

Η είσπραξις των τελών και εσόδων τούτων ανατίθεται εις Ελληνικήν Εταιρείαν εδρεύουσαν εν Αθήναις τιθεμένην υπό τον απόλυτον ελέγχον της Διεθνούς Επιτροπής. Πάντα τα εισπραττόμενα ποσά υπό της αναφερομένης εταιρείας κατατίθενται εξ ολοκλήρου άπαξ τουλάχιστον της εβδομάδος εις το Ταμείον του Ελέγχου, ή κατ’ εντολήν της Διεθνούς Επιτροπής εις την Εθνικήν Τράπεζαν της Ελλάδος, ήτις θέλει τηρεί ταύτα εις λογαριασμόν της Επιτροπής.

Τα μέλη της Επιτροπής δικαιούνται να μεταβαίνουν αυτοπροσώπως εις τα διάφορα γραφεία εισπράξεως και τα καταστήματα, τα ανήκοντα εις τας υπηρεσίας, των οποίων αι εισπράξεις είναι υπέγγυοι, όπως βεβαιώνονται περί της ακριβούς εφαρμογής των διατάξεων των Νόμων και Κανονισμών. Δικαιούνται δε να ζητήσωσι την επίδειξιν παντός βιβλίου, λογαριασμού ή λογιστικού εγγράφου.

Ο παρών νόμος δεν δύναται να μεταβληθή άνευ της συναινέσεως των έξι Δυνάμεων».

Πριν από την ψηφοφορία ο γνωστός Φιλελεύθερος βουλευτής Φιλάρετος διάβασε την εξής δήλωση – διαμαρτυρία: «Η διαταγή των εξ Δυνάμεων, ίνα και προ πάσης ψηφίσεως και κυρώσεως καταστώσιν εκτελεσταί αποφάσεις αυτών, δι’ ων προηγούμεναι συνθήκαι μονομερώς αναιρούνται και αυτός ο θεμελιώδης ημών νόμος εν πολλοίς καταργείται, καθιστά όλως τυπικόν και άσκοπον την τριπλήν του περί διεθνούς ελέγχου νομοσχεδίου ανάγνωσιν εν απολύτω αδυναμία διατελούντων βουλευτών εις συζήτησιν ελευθέραν και ψηφοφορίαν εύορκον, αφού άλλως και αυτή η της Θεσσαλίας απολύτρωσις εξηρτήθη εκ της τυφλής υποταγής της νομοθετικής εξουσίας εις τα αμεταβλήτως από της 6/18 Σεπτεμβρίου 1897 αποφασισθέντα».

Τα μέλη της Επιτροπής Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα για μισό αιώνα. Επικεφαλής ο Αγγλος Εδουάρδος Λω, στον οποίο έχουμε αφιερώσει και έναν δρόμο, δίπλα στην Τράπεζα της Ελλάδος.