Ακούμε την είδηση αποσβολωμένοι: «Κύκλωμα τοκογλυφίας 53 ατόμων υπεράνω πάσης υποψίας – να τονίσουμε το υπεράνω – εξαρθρώνεται στη Θεσσαλονίκη». Το κουβάρι της δράσης των εν λόγω ξεδιπλώνεται πάλι από δελτίο σε δελτίο με εκείνο το ύπουλα συναρπαστικό τελετουργικό μιας μυθιστορηματικής αφήγησης: τοκογλυφία, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, φοροδιαφυγή, εκβιασμοί, πιστόλια, αυτοκτονίες, επίορκοι δημόσιοι λειτουργοί, ευυπόληπτοι και υπόκοσμος, όλα μια μάζα, από αυτές που δημιουργεί στους μικρούς τόπους το κυνήγι του παράνομου κέρδους σε συνδυασμό με την παράδοξη ομερτά, που θεωρείται κάτι σαν παράδοση, σαν κώδικας συνύπαρξης στα κλειστά περιβάλλοντα και όλοι το ‘χουν τούμπανο και μαζί κρυφό καμάρι.

Από την ιστορία δεν λείπει ούτε το ιλουστρασιόν φόντο των μπουζουκοκατανύξεων προς τις οποίες δείχνουν αδυναμία και ουδόλως ανησυχούν για τους κινδύνους των συχνών και σπάταλων εμφανίσεών τους πλείστοι όσοι εμπλεκόμενοι στα εν λόγω σκάνδαλα. Να μην ξεχνιόμαστε ότι αυτοί οι «ναοί» της νεοελληνικής κουλτούρας του επιδεικτικού πλούτου αποδείχθηκαν η βιτρινάτη εθνική χοάνη των αβυσσαλέων αντιθέσεων ενός τόπου που αφέθηκε στον ίλιγγο της κούρσας του πλουτισμού-χωρίς-κανόνες. Ενώ τα πρώτα-τραπεζάκια-πίστα αναδείχθηκαν σε απόλυτα σύμβολα ενός κοινωνικού σουξέ, του οποίου τις προδιαγραφές υπαγόρευσε το τηλεοπτικό λάιφ στάιλ.

Ως εκ τούτου, το θέαμα της αποκάλυψης σκανδάλων συνδυάζει όλα τα στοιχεία ενός αυθεντικού τηλεοπτικού αστυνομικοκοινωνικού δράματος.

Και όπως υπαγορεύει το τελετουργικό της «ψυχαγωγικής» ενημέρωσης των φιλοθεάμονων, οι πληροφορίες για δάνεια με απάνθρωπους όρους, εκβιασμούς και κατεστραμμένες ζωές διανθίστηκαν με τους διαλόγους μεταξύ των μελών της εν λόγω σπείρας, με όλα τους τα «ρε μ…» και τα λοιπά γαλλικούλια που έχουμε ξανακούσει και ξαναδιαβάσει οι μονίμως σαστισμένοι φιλοθεάμονες σε παρόμοιες αποκαλύψεις σκανδάλων.

Τι να πρωτοθυμηθούμε από στημένους αγώνες, κύκλωμα απαγωγέων, ποδοσφαιρικές παράγκες, παραδικαστικό, νονιλίκια, μπραβιλίκια, Μπέος, Γιοσάκης, Βλαστός, πρωταγωνιστές όλοι σε ογκωδέστατες δικογραφίες, ιδανικό υλικό για σενάριο σίριαλ που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το δικό μας «The Wire». Το αμερικανικό αστυνομικοπολιτικό θρίλερ που μεταξύ πραγματικότητας και fixion ανέδειξε επί 6 χρόνια (2002-2008) και σε 60 επεισόδια με συγκλονιστική ακρίβεια και ντοκιμαντερίστικο ύφος την κοινωνική διαφθορά της αμερικανικής περιφέρειας.

Το είδαμε όταν πλέον ολοκληρώθηκε η σειρά, με αφορμή την είδηση ότι το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ οργάνωσε σειρά σεμιναρίων για τη διαφθορά στα σύγχρονα κράτη, με τη σειρά «The Wire» να αποτελεί το επίκεντρο της διδασκαλίας. Διαβάσαμε δε ότι από τις 13 Ιανουαρίου είναι το γαλλικό Πανεπιστήμιο της Ναντέρ που έχει εντάξει τη μελέτη της εν λόγω σειράς στα δικά του σεμινάρια για τα κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα των καιρών.

Το συγκλονιστικό στο «The Wire» που αναδεικνύει μια σκοτεινή Αμερική δεν είναι μόνο ότι αποκαλύπτει με εξαιρετική τόλμη τη διαφθορά και τη διαπλοκή στον πυρήνα των ισχυρότερων συστημάτων του κράτους – γραφειοκρατία, σύστημα εκπαίδευσης, πολιτική και μίντια. Αλλά ότι πρόκειται για ιστορίες που αποκαλύπτουν πώς επηρεάζει τις συνειδήσεις των ατόμων και εν τέλει τις ζωές τους ένα συντριπτικό σύστημα γραφειοκρατικών δαιδάλων, στους οποίους έχουν εξελιχθεί οι θεσμοί του κράτους.

Το σενάριο με την υπογραφή του πρώην αστυνομικού Ντέιβιντ Σάιμον αναφέρεται σε αληθινές ιστορίες και πολλοί εκ των πρωταγωνιστών είναι αληθινά πρόσωπα, χαρακτήρες αναγνωρίσιμοι της Βαλτιμόρης, όπου τοποθετείται η δράση. Ο πρώην δήμαρχος, ο πρώην αστυνομικός διευθυντής, αληθινοί αστυνομικοί ντετέκτιβ της Δίωξης Ναρκωτικών κ.ά. Εφιαλτικό. Οχι γιατί έχει σκηνές βίας, όσο γιατί αποπνέει την υπόγεια βία ενός κόσμου τόσο κυνικού, διεφθαρμένου από το χρήμα και μιας κοινωνίας τόσο παραιτημένης από κούραση και αποχαύνωση, ώστε ο αγώνας ελαχίστων να εφαρμόσουν τον νόμο και να εξυγιάνουν στοιχειωδώς το κράτος μοιάζει με χίμαιρα. Λένε πως ο λόγος που ένα σίριαλ με παγκόσμια αναγνώριση και κολοσσιαίο κοινό δεν πήρε ποτέ κανένα τηλεοπτικό βραβείο είναι γιατί το «The Wire» δεν έκανε καμιά απολύτως έκπτωση στον ρεαλισμό του, τόσο που στη μάχη του Καλού με τους δαίμονες του Κακού, συχνά νικούσαν οι δαίμονες.

Πώς να μην κάνει την ίδια πικρή διαπίστωση και ο καταναλωτής του εντυπωσιακού μιντιακού υλικού με το οποίο τροφοδοτούν κάθε τόσο τη φαντασμαγορία της εγχώριας επικαιρότητας αλλεπάλληλα σκάνδαλα κοινωνικοπολιτικής διαφθοράς;