Οι δημόσιες δαπάνες εκτοξεύτηκαν στα ύψη τα τελευταία χρόνια, μισθωτοί και συνταξιούχοι σηκώνουν εδώ και δεκαετίες στις αδύναμες πλάτες τους τα περισσότερα φορολογικά βάρη, οι εκπρόσωποι του έθνους παίρνουν παχυλές αποζημιώσεις και πλήθος επιδομάτων αλλά γκρινιάζουν ότι δεν «βγαίνουν», διάφορες συντεχνίες ετοιμάζονται να υπερασπιστούν τα ιερά και τα όσια των κλειστών επαγγελμάτων τους, η φοροδιαφυγή ζει και βασιλεύει. Βρισκόμαστε στην Ελλάδα; Οχι, καλωσορίσατε στην Ιταλία.

Ασφαλώς, οι διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες είναι πολλές. Η διαδικασία, όμως, είναι η ίδια: πρώτα βγαίνουν ένας ένας οι σκελετοί από τη ντουλάπα κι έπειτα αρχίζει το αυτομαστίγωμα. Αν το καταθλιπτικό συμπέρασμα στην ελληνική επικράτεια είναι πως «δεν θα γίνουμε ποτέ Ευρώπη», η Ιταλική Χερσόνησος θλίβεται στη σκέψη ότι «δεν θα γίνει ποτέ Γερμανία». Κι αν Ευρώπη είναι και το καταχρεωμένο Βέλγιο και η αντιστασιακή στην απαγόρευση του καπνίσματος Αυστρία, η Ισπανία της ανεξέλεγκτης δόμησης ή ακόμη και η ίδια η Ιταλία, η Γερμανία είναι μία και μοναδική. Κι εδώ η αντιπαράθεση θυμίζει εισβολή Οστρογότθων στην αφύλακτη Λομβαρδία. Πενήντα δείκτες συνέκριναν οι ειδικοί του ιταλικού Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου ανάμεσα στις δύο χώρες – από τις ημέρες που απαιτούνται για να εκδοθεί μια οικοδομική άδεια και το κόστος μιας νέας επιχείρησης έως το ποσοστό του πληθυσμού που εξακολουθεί να εργάζεται στην έβδομη δεκαετία της ζωής του και τη συμβολή του σιδηροδρομικού δικτύου στη διακίνηση των εμπορευμάτων. Πόσο έληξε το σκορ; 50-0!

ΟΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ. Ο τεχνοκράτης Μάριο Μόντι, για τον οποίο οι Ιταλοί έχουν αρχίσει να υποψιάζονται ότι διαθέτει στόφα μεγάλου πολιτικού, το ξέρει: «Σε όλη μου τη ζωή εργάστηκα για να γίνουμε σαν τη Γερμανία» δήλωσε την περασμένη Τετάρτη. «Αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε περισσότερα». Κι αυτά που πρέπει να κάνει η Ιταλία κρύβονται πίσω από μια μαγική λέξη, σπάνια για το ευρύ της περιεχόμενο: μεταρρυθμίσεις. Και είναι αλήθεια, επίσης, ότι πρέπει να τρέξει πολύ για να μην ανακηρύξει κάποιος διεθνής οργανισμός το ιταλικό κράτος «μη μεταρρυθμίσιμο», όπως έκανε ο ΟΟΣΑ για το ελληνικό. Πρέπει να εργαστεί σκληρά για να μην κυκλοφορούν στους δρόμους της φτωχοί με Φεράρι, Πόρσε και Λαμποργκίνι. Δεν πρόκειται για το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού ούτε για την πραγμάτωση μιας σοσιαλιστικής ουτοπίας αλλά για καθαρή, πούρα φοροδιαφυγή του είδους «άφραγκος με Καγιέν» που απαντάται και στην ελληνική «πανίδα». Το 31,7% των ιδιοκτητών αυτοκινήτων που σπάνε τα κοντέρ δηλώνουν εισόδημα κάτω από 20.000 ευρώ. Οι φτωχοί σκαφάτοι φτάνουν το 42% του συνόλου, οι πένητες με πριβέ αεροσκάφη το 25,7%. Δεκαπέντε εκατομμύρια φορολογούμενοι δοθείσης της ευκαιρίας μοστράρουν πιστοποιητικά που τους απαλλάσσουν από δίδακτρα παιδικών σταθμών, ιατρικά έξοδα σε δημόσια νοσοκομεία, αλμυρούς λογαριασμούς νερού και ηλεκτρικού. Σε μια χώρα που διαθέτει και Εφορία και Οικονομική Αστυνομία και κάνα δυο φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς ακόμη, το κράτος χάνει κάθε χρόνο 150 δισ. φορολογικά έσοδα. Κι από αυτά που εισπράττει, το 82% προέρχεται από μισθωτούς και συνταξιούχους.

ΟΙ «ΑΛΕΠΟΥΔΕΣ». Κηρύσσοντας την περασμένη εβδομάδα την έναρξη του κυνηγιού των «αλεπούδων» που δεν πληρώνουν, ο Μάριο Μόντι δήλωνε ότι «όποιος φοροδιαφεύγει, βάζει τα χέρια του στην τσέπη των άλλων». Αλλά οι «αλεπούδες» παίρνουν τα μέτρα τους: 11 δισ. από αφορολόγητα εισοδήματα φυγαδεύτηκαν τον τελευταίο μήνα σε τράπεζες του εξωτερικού. Θα φτάσουν τα σκάγια μέχρι την Ελβετία; Η συζήτηση δεν έχει καν ανοίξει ακόμη, οπότε μέχρι να γίνει το ντιλ ανάμεσα στις ιταλικές και τις ελβετικές Αρχές οι φοροφυγάδες μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι. Τον ίδιο μακάριο ύπνο απολαμβάνουν, στο μεταξύ, και όσοι χρωστούν. Η τσιμπίδα του νόμου σκοντάφτει στα κόλπα που προσφέρει ο πτωχευτικός κώδικας και την αργή απονομή της δικαιοσύνης, η οποία συνήθως κάνει και καλές εκπτώσεις.

Η ΣΟΦΙΑ ΛΟΡΕΝ. Ακούγεται παράδοξο, αλλά όλη η αυστηρότητα του ιταλικού κράτους φαίνεται να έχει εξαντληθεί στη μεγαλύτερη σταρ της χώρας. Στο «Χθες, σήμερα, αύριο», την ταινία του Βιτόριο Ντε Σίκα, η Σοφία Λόρεν συλλαμβάνεται να πουλάει παράνομα τσιγάρα στα σοκάκια της Νάπολι. Ο δικηγόρος τής ψιθυρίζει το κόλπο: ο νόμος προστατεύει τις εγκύους και τις μικρομάνες από τα σίδερα της φυλακής. Επτά γέννες αργότερα και με έναν Μαρτσέλο Μαστρογιάνι που έχει χάσει και το τελευταίο μιλιγκράμ τεστοστερόνης από την υπερπροσπάθεια, η πληθωρική πολύτεκνη εμφανίζεται στο οικείο σωφρονιστικό κατάστημα με μερικά παιδιά στην αγκαλιά της για να εκτίσει την ποινή της. Το σενάριο επαναλήφθηκε κατά κάποιον τρόπο στην πραγματικότητα. Ναπολιτάνα στο σινεμά και τη ζωή, η Λόρεν επέστρεψε στην Ιταλία το 1982, παρά το γεγονός ότι την περίμενε ένα ένταλμα σύλληψης για φοροδιαφυγή, επειδή της ήταν αδύνατο να βρίσκεται για πολύ καιρό μακριά από τη μητέρα της. Δεκαεπτά νύχτες κοιμήθηκε στη φυλακή για τα κασέ που εισέπραττε στις ξένες παραγωγές και δεν δήλωνε στο ιταλικό κράτος.

ΠΟΛΥΕΞΟΔΟ. Το ιταλικό κράτος, πάντως, δεν χάνει μόνο έσοδα. Είναι και πολυέξοδο. Γύρω στα 3 δισ. ευρώ ετησίως κοστίζουν δημόσιοι οργανισμοί και επιτροπές που όσο κι αν έψαξε η ειδική επιτροπή (τουλάχιστον αυτή έκανε τη δουλειά της) τής κυβέρνησης Μόντι δεν βρήκε πουθενά αλλού στην Ευρώπη ή εντόπισε με κόπο σε ελάχιστες χώρες, κι αυτό χάρις στον φανατισμό ηλιθίων που επέδειξαν τα μέλη της. Οι PIGS θριαμβεύουν και ως μπαταξήδες. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το ελληνικό, το ιταλικό, το ισπανικό και το πορτογαλικό Δημόσιο καθυστερούν τις πληρωμές προς τους ιδιώτες (προμηθευτές, εργολάβους δημοσίων έργων κ.λπ.) όσο κανένα άλλο στην Ευρώπη.