Μελλοντικά οι μεταλλαγμένοι μεταξοσκώληκες μπορεί να δώσουν τη δυνατότητα για την κατασκευή πιο ανθεκτικών ινών στα υφάσματα, στους επιδέσμους ή και στα αλεξίσφαιρα γιλέκα.

Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον καθηγητή Ντόναλντ Τζάρβις από το Πανεπιστήμιο του Γουαϊόμινγκ, κατάφεραν να ενσωματώσουν ειδικές πρωτεΐνες από αράχνες στο μετάξι των μεταξοσκωλήκων.

Τα γονίδια των αραχνών που παράγουν τις πρωτεΐνες για τη δημιουργία του ιστού τους, είχαν στο παρελθόν εισαχθεί και σε άλλους οργανισμούς (βακτήρια, μαγιά, φυτά καπνού, έντομα, ακόμα και κατσίκες που παρήγαγαν πρωτεΐνες μεταξιού στο

γάλα τους!), όμως σε καμία περίπτωση δεν κατέστη εφικτό να παραχθούν σημαντικές ποσότητες πρωτεϊνών μεταξιού έτσι ώστε να υπάρξει εμπορική αξιοποίηση.

Η νέα βιοτεχνολογική μέθοδος ξεπέρασε αυτές τις δυσκολίες, δημιουργώντας ανθεκτικές και εκτατές ίνες «αραχνο- μεταξιού».

Το νέο βιο-υλικό μπορεί να αξιοποιηθεί μελλοντικά σε πολλές εφαρμογές. Προηγουμένως όμως πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος μαζικής παραγωγής του – γεγονός που ακόμα συναντά δυσκολίες.

Εδώ και δεκαετίες οι επιστήμονες προσπαθούν χωρίς επιτυχία να βρουν τρόπους για παραγωγή σε βιομηχανική κλίμακα μεταξιού

αράχνης, το οποίο θεωρείται ισχυρότερο από το χάλυβα και σχεδόν τόσο ανθεκτικό όσο το κέβλαρ (είναι ένα συνθετικό υλικό, πιο ανθεκτικό και απ’ το ατσάλι).

Έχει υπολογιστεί ότι, αν ήταν δυνατό να κατασκευαστεί ένα δίχτυ από καθαρό μετάξι αράχνης με πάχος όσο ένα μολύβι, θα μπορούσε να πιάσει χωρίς να σπάσει ένα εν πτήσει αεριωθούμενο μαχητικό αεροπλάνο!

Όμως οι αράχνες είναι επιθετικές και επιρρεπείς στον κανιβαλισμό, με συνέπεια να είναι αδύνατο να «χειραγωγηθούν» σε μεγάλους αριθμούς και σε πυκνοκατοικημένες αποικίες (όπως οι μεταξοσκώληκες) για τη μαζική παραγωγή μεταξιού. Γι’ αυτό, η εναλλακτική λύση φαίνεται πως είναι η μεταφορά γονιδίων τους σε μεταξοσκώληκες, ώστε αυτοί να παράγουν το «αραχνο- μετάξι».

Οι συνθετικές ίνες που κατόρθωσαν να δημιουργήσουν οι Αμερικανοί επιστήμονες από τους διαγονιδιακούς μεταξοσκώληκες, είναι σημαντικά πιο ανθεκτικές από αυτές που παράγουν οι μη μεταλλαγμένοι – και εξίσου ανθεκτικές με τον ιστό της αράχνης.