Ο βιασµός και φόνος της Νάντιας, της νεαρής πόρνης που έγινε µήλον της Εριδος ανάµεσα στον Ρόκο καιένα από τα αδέλφια του, τονΣιµόνε, είχε προκαλέσει λογοκριτικές επεµβάσεις ήδη από τη φάση των γυρισµάτων. Τελικά η ταινία του Λουκίνο Βισκόντι προβλήθηκε αφού πρώτα χρειάστηκε δικαστικός αγώνας. Ο «Ρόκο και τα αδέλφια του», µε τον Αλέν Ντελόν πρωταγωνιστή – αλλά και δύο έλληνες ηθοποιούς στοκαστ, την Κατίνα Παξινού και τον Σπύρο Φωκά –, υπήρξε η ταινία που ανέδειξε κινηµατογραφικά την Ανί Ζιραρντό, που έφυγεχθες από τη ζωή σε ηλικία 79 ετών.

Τελευταία της µεγάλη επιτυχία, γιατην οποία έλαβε το τρίτο Σεζάρ τηςκαριέρας της, ήταν η ταινία «Η δασκάλα τουπιάνου» του Μίκαελ Χάνεκε – από τοοµώνυµο βιβλίο της νοµπελίστριας Αυστριακής Ελφρίντε Γιέλινεκ. Επαιζε εκεί τον ρόλο της αυταρχικής µητέραςτης Ιζαµπέλ Ιπέρ, µιας δασκάλας πιάνου που οδηγήθηκε σε ακραίας µορφής ερωτική σχέση µε έναν µαθητή της.

Το πρώτο της Σεζάρ το είχε πάρει το 1977 για το «Docteur Francoise Gailland». Ηταν µια ταινία µε ανάλογο θέµα, µόνο που εκεί ηΖιραρντό ήταν η… Ιπέρ. Επαιζε τον ρόλο µιας δασκάλας την οποία ερωτεύτηκε παράφορα ένας µαθητής της. Το δεύτεροΣεζάρ ήταν β΄ ρόλου και το πήρε για τησυµµετοχή της στην ταινία «Οι άθλιοι» του Κλοντ Λελούς. Ηταν µια δυναµική επανεµφάνιση, το 1996, ύστερα από µεγάλη απουσία.

Από τους πρώτους πουδιέκριναν το ταλέντο της ήταν ο Ζαν Κοκτό, το 1956, όταν την είδε σε δικό του θεατρικό έργο, τη «Γραφοµηχανή». Τη χαρακτήρισε «το ωραιότερο δραµατικό ταµπεραµέντο της µεταπολεµικής εποχής». Στο σινεµά, βέβαια, όπου έπαιξε πολύ, οικωµικοί και οι δραµατικοί ρόλοι εναλλάσσονταν, όπως επίσης εναλλάσσονταν οι µεγάλοι και οι µέτριοι ρόλοι.

Το µεγαλύτερο δράµα, όµως, τοεπιφύλασσε για το τέλος. Στα µέσα της δεκαετίας του 2000, η κόρη της ανακοίνωσε ότι ηµητέρα της είχε προσβληθεί από τη νόσο Αλτσχάιµερ. ∆έχθηκε µάλιστα να παίξει έναν τελευταίο ρόλο: τον εαυτό της. Εγινε πρωταγωνίστρια ενός ντοκιµαντέρ που γυριζόταν επί οκτώ µήνες, µε την κάµερα να παρακολουθεί την εξέλιξητης αρρώστιας της. Το ντοκιµαντέρ έκανετη Γαλλία να κλάψει (στην τηλεόραση είχε τηλεθέαση 36,2%!).