Οταν η ανάπτυξη στηρίζεται στη συνεχήνέα γνώση,το κεντρικόζήτηµα έγκειται στο ποιος, πόσο καισε ποιους τοµείς καταφέρνει να µετατοπίσει τα σύνορα της γνώσης. Οποιος µετέχει στο παίγνιο αυτό κερδίζει. Οποιος δεν µετέχει,χάνει.Και το «κερδίζω» ή «χάνω» συνδέεται µε υψηλότερο ή χαµηλότεροβιοτικόεπίπεδο, καλύτερες ή χειρότερες κοινωνικές συνθήκες, δύναµη ήαδυναµία στα εθνικά θέµατα, κοινωνικές ανισότητες,οικονοµική και αξιακή χρεοκοπία.

Το θέµα «Πανεπιστήµιο» δεν µπορεί νασυζητηθεί σε «κενό αέρος», αποκοµµένο από κρίσιµα ζητήµατα της κοινωνίας µας. Οι βαθιές αναδιατάξεις στο παγκόσµιο σύστηµα σηµαίνουν τρεις τουλάχιστον µεγάλες προκλήσεις για το Πανεπιστήµιο:

ΠΡΩΤΟΝ για την Ελλάδα, η σηµερινή κρίση παίρνει σαρωτικές διαστάσεις και έχει µακρόχρονη προοπτική. Είναι εύκολο, αγωνιστικό και συνάµα γελοίονα θεωρούµε ότι η µοίρα µας καθορίζεται από εχθρικές εξωτερικές δυνάµεις (π.χ. διεθνείς αγορές) και ταυτόχρονα να ικετεύουµε τη συνέχιση της εξάρτησής µας από αυτές (µε διαιώνιση ελλειµµάτων και χρεών). Η υπέρβαση της κρίσης πρέπει να γίνει πρωταρχικά µε τις δικές µας δυνάµεις, ώστε:

n ναξεπεραστεί το χρεοκοπηµένο µοντέλο πουπαγιδεύει σήµερα το µέλλον, n να αυξήσουµε την αυτοτέλειά µας απέναντι στις παγκοσµιοποιηµένες χρηµατοοικονοµικές αγορές, τη δανειακή µας εξάρτηση, τονετεροπροσδιορισµό της πολιτικής µας και n να µην ξαναπέσουµε σε νέα κρίση µόλις βγούµε από τη σηµερινή, αναπαράγοντας ως νεόκοποι και αφελείς Σίσυφοι τασκαµπανεβάσµατα που ζούµε για δεκαετίες.

ΔΕΥΤΕΡΗ πρόκληση είναι η ανεργία, ιδιαίτερα µεταξύ των νέων. Το Πανεπιστήµιο δεν είναι µηχανισµός κατάρτισηςή επαγγελµατικής µόρφωσης. Οµως το ζήτηµα των γνώσεων που θα δώσει στους φοιτητές για να αντιµετωπίσουν τον κόσµο αύριο είναι θεµελιακό. Εκτός αν, στη νιρβάνα των πανεπιστηµιακών θεωριών, δενπρέπει κανείς ναβρωµίζεται µε χυδαία ερωτήµατα, του τύπου πώς θαβρουν δουλειά 60 χιλιάδες απόφοιτοι κάθε χρόνο – και όχι για 700-800 ευρώ.

ΤΡΙΤΗ πρόκληση είναι το ξεδίπλωµα πολλών παράλληλων µετασχηµατισµών: εκρηκτικές επιπτώσεις από τις κλιµατικές αλλαγές, κρίσητου ενεργειακού µοντέλου ανάπτυξης των οικονοµιών µας, γήρανση. Κάθε ένας από αυτούς προµηνύει τεράστιες ανατροπές στοόχι καιπολύ µακρινό µέλλον. Το τιείδους γνώσεις θα µεταφέρει το Πανεπιστήµιο στους νέους θα είναι καθοριστικό για την κατανόηση των προβληµάτων τους, τις απειλές που αντιµετωπίζουν, τις στρατηγικές προσαρµογής.

Πόσο έτοιµοι είµαστε να λειτουργήσουµε για µια φορά υπεύθυνα απέναντι στις νεώτερες γενεές, λαµβάνοντας υπόψη αυτές όλες τις διαστάσεις;

Η απάντηση δεν είναι διόλου αυτονόητη. Προϋποθέτει οπωσδήποτε µια βαθύτερη αλλαγή των δοµών και διαδικασιών λήψης αποφάσεων και εκπροσώπησης µέσα στα πανε πιστηµιακά ιδρύµατα. Τα Πανεπιστήµια σήµερα είναι χώροι αυτοτέλειας και δηµοκρατικής συµµετοχής, ταυτόχρονα όµως είναι και µεγάλοι οργανισµοί, η συνθετότητα των οποίων απαιτεί ισορροπίες µεταξύ πολλαπλών βασικών αρχών, όπωςη δηµοκρατικότητα, η αυτοτέλεια, η αποτελεσµατικότητα, ηικανότητα µετεξέλιξης.

Αν κανείς ανάγει σε απόλυτο κριτήριο κάποιααπό αυτές, π.χ. την αποτελεσµατικότητα, τότε µπορεί να πλήττεταιη δηµοκρατικότητα. Αν ανάγει σε απόλυτη αρχή θέµατα δηµοκρατικής λειτουργίας, τότε µπορεί να φτάσειστην αναποτελεσµατικότ ητα, στην αντικοινωνική, αντιαναπτυξιακή και – τελικά – αντιδηµοκρατι κή λειτουργία.

Η διοίκηση του Πανεπιστηµίουείναι µια µορφήεξουσίαςκαι ωςτέτοια, αναγκαστικά, δενµπορεί παρά ναεκφράζεται µεπολλέςστρατηγικές, αρχές καισυµβιβασµούς. Οµως µεταξύ πραγµατικότητας σήµερα και στόχουενός ισχυρού Πανεπιστη µίου µεσολαβεί µιαάβυσσος. Το Πανεπιστήµιο του 21ου αιώνα θα κριθεί στην ικανότητα και στις γνώσεις χιλιάδων νέωννα διεκδικούν µε επιτυχία µια καλύτερη πραγµατικότητα σε έναν κόσµο, τον οποίο οι παλιέςγενεές τον υπονοµεύσαµε ανελέητα καιστον οποίο κανείς δεν θατους χαρίσει απολύτως τίποτε.

ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ µεταρρύθµισης που έχουντεθεί στον διάλογο µπορεί να είναι ή όχι οι καλύτερες απαντήσεις. Ενα είναι σίγουρο: η τυφλή άρνηση συζήτησης και αναζήτησης απαντήσεων είναι η πλέον αποτυχηµένη επιλογή,ακόµη και γιανα διασφαλίσει τοσηµερινό µοντέλο νοµής πανεπιστηµιακής εξουσίας. Στην πράξη υπάρχουν πολλές διεθνείς εµπειρίες καιστοιχεία, από τα οποίαµπορούµενα επιλέξουµε, εξετάζοντας ποιοι νέοι θεσµοί δοκιµάστηκαν στον πανεπιστηµιακό χώρο, τι απέδωσαν, πώς συγκρίνονται οι επιδόσεις ξένων πανεπιστηµίων µε τις δικές µας. Οµως, εµείς απέναντι σεκάθε πρόταση λειτουργούµε πάντα απαξιωτικά.

Περιφρονούµε υπεροπτικά θεσµούς και πρακτικέςπου οδήγησαν πολλές δεκάδες ξένων πανεπιστηµίων στις υψηλότερες βαθµίδες της γνώσης καιτου επιστηµονικούκύρους και χαιρόµαστε αγαθά επειδή πότε πότε ένα ελληνικό πανεπιστήµιο κατατάσσεται κάπου µεταξύ 350ής και 500ής θέσης της παγκόσµιας ιεράρχησης. ∆εν προτείνουµε ποτέ κάτι ουσιαστικό.

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΑΠΕΙΛΕΣ της αποανάπτυξης και µιας υποβαθµισµένης βάσης γνώσης υπάρχουν ευρύτατες νησίδες αλλαγής µέσαστο Πανεπιστήµιο πουµπορεί ναπολλαπλασιαστούν, ώστε σε συνδυασµό µεαλλαγές στο θεσµικό πλαίσιο, σε αντιλήψεις και συµπεριφορές να οδηγήσουν σε µια µεταρρυθµιστική διαδικασία. Ενα κίνηµα µέσα από το ίδιο το Πανεπιστήµιο, µε στόχο ένα ποιοτικό άλµα της Τριτοβάθµιας Εκπαίδευσης σε ορίζοντα µιας πενταετίας,θα είχε ανεκτίµητη επίδραση,ουσιαστική και ψυχολογική, από πολλές απόψεις. Μια µεταρρυθµιστική διαδικασία σήµερα καλείται να µετασχηµατίζει και να ξεπερνάει το χθες, ώστε το Πανεπιστήµιο να ξαναγίνει πρωτοποριακό τµήµα της κοινωνίας. Αν η µεταρρύθµιση του 1982 ήταν απαραίτητη, σήµερα είναι φανερό ότι δεν θα φθάσουµε σε ένα καλύτερο Πανεπιστήµιο χωρίς µια πατροκτονία. Οι νέες δυνάµεις πανεπιστηµιακών πρέπει να δηµιουργήσουν το δικό τους Πανεπιστήµιο και να ξεφύγουν από το δηµιούργηµα της προηγούµενης γενιάς, πετώντας έξω ό,τι κατάντησε φύρακαι διαφυλάσσοντας όλα όσα άντεξαν στον χρόνο.