«Να πάρει τους Ροµά στην πατρίδα της», η Βίβιαν Ρέντινγκ το Λουξεµβούργο, φέρεται να είπε ο Σαρκοζί, µετά την έντονη κριτική της για τις απελάσεις. Στον χορό µπήκε κατόπιν αυτού και το Λουξεµβούργο, χαρακτηρίζοντας εµπαθή τον γάλλο πρόεδρο. Ανάλογα πολεµικό όµως ήταν χθες το κλίµα και στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, όπου υπερψηφίστηκε η συνταξιοδοτική µεταρρύθµιση.


Εξω από την Εθνοσυνέλευση, κραδαίνοντας πανό και φωνάζοντας συνθήµατα, χιλιάδες άνθρωποι απαιτούσαν να αποσυρθεί το νοµοσχέδιο. «Εχει σηµασία να µη µείνουµε άπρακτοι τη µέρα που ψηφίζεται ένα άδικο για τους εργαζοµένους νοµοσχέδιο», δήλωνε εκπρόσωπος του συνδικάτου CGΤ. Εντός της Εθνοσυνέλευσης, η µεταρρύθµιση του συνταξιοδοτικού συστήµατος που προβλέπει αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης από τα 60 στα 62 έτη και αύξηση της ηλικίας κατά την οποία θεµελιώνει ένας εργαζόµενος δικαίωµα πλήρους σύνταξης από τα 65 στα 67 έτη ψηφίστηκε τελικά – όπως άλλωστε αναµενόταν – µε 329 ψήφους υπέρ έναντι 233 κατά και πήρε τον δρόµο για τη Γερουσία. Είχαν προηγηθεί όµως ολονύκτια συζήτηση και αρκετές βιτριολικές επιθέσεις της αντιπολίτευσης. Θέλοντας να αναβληθεί η ψηφοφορία, οι Σοσιαλιστές προσπάθησαν να συνεχίσουν τη συζήτηση πέραν του προκαθορισµένου ορίου. Και όταν ο πρόεδρος της Βουλής, ο Μπερνάρ Ακογιέ, παρενέβη διακόπτοντας τη διαδικασία, ξέσπασε πανδαιµόνιο µε κάποιους Σοσιαλιστές βουλευτές να απαιτούν την παραίτησή του και άλλους να κατηγορούν τον Ερίκ Βερτ, τον πολύπαθο (λόγω εµπλοκής στο σκάνδαλο Μπετανκούρ) υπουργό Εργασίας του Νικολά Σαρκοζί, ως ψεύτη. Ο επόµενος γύρος έχει ορισθεί για την 23η Σεπτεµβρίου, οπότε και έχουν εξαγγείλει νέα γενική απεργία τα συνδικάτα.

«Σαν τους ναζί»

Στο ζήτηµα των Ροµά, από την άλλη πλευρά, οι γύροι ανάµεσα στο Παρίσι και τις Βρυξέλλες είναι αλλεπάλληλοι –µάλιστα στο… ρινγκ µπαίνουν διαρκώς και άλλοι, οι Γερµανοί, οι Λουξεµβούργιοι, ο Μπερλουσκόνι… «Η υποµονή µου εξαντλείται!» ξέσπασε την Τρίτη η ευρωπαία επίτροπος αρµόδια για θέµατα Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων, Βίβιαν Ρέντινγκ. «Η υποµονή µου έχει και όρια!», της απάντησε χθες ο γάλλος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, ο Πιερ Λελούς, χαρακτηρίζοντας «ανάρµοστη παρεκτροπή» τον παραλληλισµό που έκανε η Ρέντινγκ ανάµεσα στις µαζικές απελάσεις Ροµά από τη Γαλλία και τη δίωξη των Ροµά από τους ναζί (και το καθεστώς του Βισί) επί Β’ Παγκοσµίου Πολέµου. «Μετά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, πίστευα ότι η Ευρώπη δεν θα ξαναζούσε παρόµοιες καταστάσεις», δήλωσε προχθές η επίτροπος προαναγγέλλοντας παραποµπή του Παρισιού στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. «Ενα οικονοµικό επίδοµα και ένα αεροπορικό εισιτήριο µε προορισµό τη χώρα καταγωγής τους δεν είναι θάλαµοι αερίου» εξανέστη χθες ο Λελούς.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Κοµισιόν Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο εξέφρασε χθες δηµοσίως τη στήριξή του στη Ρέντινγκ· θέλοντας όµως ενδεχοµένως να κατευνάσει τα πνεύµατα, δήλωσε πως «µια δυο εκφράσεις που χρησιµοποίησε εν θερµώ θα µπορούσε να παρανοηθούν». Μπαίνοντας στο ρινγκ, η Γερµανία πήρε το µέρος της Ρέντινγκ, δηλώνοντας µέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου Στέφεν Σάιµπεργκ πως το δικαίωµα της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων στην Ε.Ε. είναι «απόλυτο» και «δεν επιτρέπεται καµία διάκριση εις βάρος εθνοτικών µειονοτήτων». Το µέρος του Νικολά Σαρκοζί πήρε, απεναντίας, ο ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι λέγοντας πως το πρόβληµα των Ροµά (µε τους οποίους, ως γνωστόν, έχει ανοιχτούς λογαριασµούς) δεν αφορά µόνο τη Γαλλία αλλά όλη την Ευρώπη και πως η Ρέντινγκ θα έπρεπε να είχε συζητήσει το ζήτηµα κατ’ ιδίαν µε τους γάλλους ιθύνοντες.

Μύδρους κατά του Σαρκοζί εξαπέλυσε από την πλευρά του το Λουξεµβούργο. Ο λόγος; Μιλώντας σε γερουσιαστές του κόµµατός του, ο Σαρκοζί δήλωσε (σύµφωνα µε έναν από αυτούς) πως το µόνο που κάνει είναι να εφαρµόζει τους ευρωπαϊκούς κανονισµούς, τη γαλλική νοµοθεσία και πως δεν υπάρχει τίποτε το οποίο να µπορεί να προσάψει κάποιος στη Γαλλία· αν όµως οι Λουξεµβούργιοι θέλουν να πάρουν τους Ροµά, δεν υπάρχει κανένα πρόβληµα. «Το ξέρω πως ο Νικολά Σαρκοζί έχει προβλήµατα µε τους Λουξεµβούργιους αλλά δεν πρέπει και να υπερβάλλει.

Η Βίβιαν Ρέντινγκ δεν µίλησε ως Λουξεµβούργια, αλλά ως επίτροπος αρµόδια για θέµατα Δικαιοσύνης» απάντησε ο υπουργός Εξωτερικών του Λουξεµβούργου, Ζαν Ασελµπόρν. Η συνέχεια (σίγουρα θα υπάρξει) σήµερα, κατά τη σύνοδο των «27» στις Βρυξέλλες.

ΜΑΧΗ ΣΤΗΝ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

Μέσα σε εκρηκτικό κλίµα, µε αντεγκλήσεις και ειρωνείες ψηφίστηκε η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης

«Ακολουθεί την πολιτική του Λε Πεν»


«ΔΕΝ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ, θα προχωρήσουµε. Πρέπει να προστατεύσουµε όχι µόνο τους εαυτούς µας αλλά και το δικαίωµα στην πληροφόρηση». Αυτή την κατηγορηµατική δήλωση κάνει στη «Ρεπούµπλικα» ο διευθυντής της «Μοντ» Ερίκ Φοτορινό µε αφορµή την αποκάλυψη ότι οι γαλλικές µυστικές υπηρεσίες παρακολουθούσαν δηµοσιογράφο της εφηµερίδας προκειµένου να εντοπίσουν την πηγή που έδινε πληροφορίες για το σκάνδαλο Βερτ – Μπετανκούρ. Στα µέσα Ιουλίου η «Μοντ» είχε δηµοσιεύσει τα πρακτικά της κατάθεσης στη Δικαιοσύνη του Πατρίς ντε Μεστρ, διαχειριστή της περιουσίας της Λιλιάν Μπετανκούρ. «Στην εφηµερίδα σήµανε συναγερµός αµέσως µετά τη δηµοσίευση. Γνωρίζουµε από διάφορες µαρτυρίες ότι δόθηκε εντολή από το Μέγαρο των Ηλυσίων να βρεθεί τρόπος ώστε να µην υπάρξουν νέες διαρροές. Είµαστε βέβαιοι ότι κάποιοι έλεγχαν τις τηλεφωνικές κλήσεις του δηµοσιογράφου µας χωρίς να έχουν καµία σχετική άδεια από τις αρχές» αναφέρει ο Ερίκ Φοτορινό. Ο διευθυντής της έγκυρης εφηµερίδας επισηµαίνει ότι είναι απαράδεκτο να βαφτίζεται «απειλή για το κράτος» µια κανονική δηµοσιογραφική έρευνα, πολύ περισσότερο που το σκάνδαλο αφορά σε µία πλούσια κληρονόµο και όχι σε κάποιο θεσµικό πρόσωπο. Η «Μοντ» είχε βρεθεί στο επίκεντρο ενός σκανδάλου κατασκοπείας και επί προεδρίας Μιτεράν. «Είναι αλήθεια ότι η Αριστερά δεν ήταν υποδειγµατική σε αυτό το πεδίο» σχολιάζει ο Φοτορινό. «Αλλά αυτό δεν δικαιολογεί τη σηµερινή εξουσία. Οταν ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο Νικολά Σαρκοζί είχε υποσχεθεί µια «αλάνθαστη Δηµοκρατία, µε πλήρη διαφάνεια και ελευθερία για τους δηµοσιογράφους».

«Τάξη και ασφάλεια»

Ο ιταλικός Τύπος αναζήτησε κι έναν πρώην διευθυντή της «Μοντ» προκειµένου να καταθέσει την άποψή του όχι για το «γαλλικό Γουότεργκεϊτ» αλλά για την πολιτική των απελάσεων των Ροµά που ακολουθεί η γαλλική κυβέρνηση. Μιλώντας στην «Corriere della Sera», ο Ζαν Μαρί Κολοµπανί επισηµαίνει ότι ο Νικολά Σαρκοζί επέστρεψε στην ασφάλεια και την τάξη, δύο ζητήµατα «που συνέβαλαν στην πολιτική του τύχη», όπως λέει. «Ο Σαρκοζί υπερέβαλε σε τρία σηµεία», προσθέτει. «Πρώτον, επιβεβαίωσε τη στενή σχέση ανάµεσα στην εγκληµατικότητα και τη µετανάστευση, κάτι που µέχρι σήµερα µόνο ο Λε Πεν είχε κάνει. Δεύτερον, έθεσε στο στόχαστρό του µια ολόκληρη κοινότητα, τους Ροµά. Και, τρίτον, χειρίστηκε το ζήτηµα της µετανάστευσης διαχωρίζοντας τους γηγενείς γάλλους από τους υπόλοιπους ξεχνώντας ότι η ταυτότητα της Γαλλίας χτίστηκε µε τη συµβολή των Ιταλών, των Ισπανών και τέλος των Βορειοαφρικανών». Ο Ζαν Μαρί Κολοµπανί επισηµαίνει ακόµη ότι µε την πολιτική που ακολουθεί, ο Σαρκοζί νοµιµοποιεί τις θέσεις του Εθνικού Μετώπου. «Η πρόταση της αφαίρεσης της ιθαγένειας είναι άξια του Λε Πεν», δηλώνει. Θεωρεί, πάντως, ότι «αν και εξασθενηµένος, ο Νικολά Σαρκοζί δεν έχει βγει εκτός παιχνιδιού».