«Η αληθινή επίδραση ενός άλλου πολιτισμού είναι απόλυτα προσωπική υπόθεση» σημειώνει ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης, ο οποίος όταν δεν γράφει μυθιστορήματα διδάσκει Αγγλικά σε λύκεια και οργανώνει λογοτεχνικά σεμινάρια στην Βιβλιοθήκη των Σερρών. Εκείνος προσχώρησε στο πνευματικό πεδίο της Αμερικής από την πόρτα της γλώσσας. Στο συγκινητικό κείμενό του διηγείται πως πήγαινε στο δημοτικό σε ένα χωριό της Ανατολικής Μακεδονίας, όταν η βόλτα που έκανε με ένα αμερικανικό ελικόπτερο λειτούργησε καταλυτικά επάνω του ωθώντας τον να μάθει αγγλικά.

Σε λίγο θα άκουγε και Πλάτερς στο χαγιάτι των παππούδων του που μιλούσαν τουρκικά κι ελληνικά… «Η γλώσσα έγινε ο κώδικας για να εκφράζομαι και να σκέφτομαι διαφορετικά» εξηγεί. Και κάνει τη διάκριση ανάμεσα στην επιδερμική σχέση με την αμερικανική κουλτούρα (μέσω λ.χ. του μάρκετινγκ της παγκοσμιοποίησης), και στην ουσιαστική σχέση που, κατά τη γνώμη του, δεν μπορεί παρά να είναι διαλογική. Οπου διάλογος σημαίνει ενσωμάτωση και αντιπαράθεση, όχι όμως δογματική απάρνηση ούτε αφελής παράδοση.

«Ως διανοούμενοι οφείλουμε να είμαστε σκεπτικιστές και καχύποπτοι. Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι αν θα είμαστε «αντι-» ή «φιλο-» αμερικανοί. Είναι να επιλέξουμε εξαρχής ποια Αμερική καταδικάζουμε και με ποια συνομιλούμε» σημειώνει από την πλευρά του ο Χρήστος Χρυσόπουλος. Εκείνος διάλεξε την πόρτα της προοδευτικής αμερικανικής σκέψης (Κορνέλ Ουέστ, Ρίτσαρντ Ρόρτι, Λόρα Τζάκσον). Και καταλήγει στην άποψη ότι αυτό που κατ΄ εξοχήν μας παραδίδει ως πνευματική παρακαταθήκη ο αμερικανικός πολιτισμός «είναι η διαρκής υπόσχεση της εξατομίκευσης» «Από τον αμερικανικό πολιτισμό εξήγαγα ένα πλήθος επαναστατικών στοιχείων αν και δεν σαγηνεύτηκα ποτέ από πιο “παραδοσιακά” αριστερά ρεύματα και προσωπικότητες» σημειώνει η Σώτη Τριανταφύλλου, η οποία μπήκε σε διάλογο με την Αμερική από την πόρτα των Αμερικανικών Σπουδών. Ετσι, και από τη διαμονή της σε διάφορες Πολιτείες, γεννήθηκαν επτά από τα μυθιστορήματά της και αρκετά δοκίμια. Γράφοντας όμως για τις ΗΠΑ, βρέθηκε, λέει, «μπροστά στον ελληνικό επαρχιωτισμό και την εγχώρια στενοκεφαλιά που μοιάζουν με την αμερικανική εσωστρέφεια και την άγνοια του ευρύτερου κόσμου». Γι΄ αυτό και δηλώνει μεν την αντιπάθειά της προς πολλές επιλογές της αμερικανικής πολιτικής, εξωτερικής και εσωτερικής, αλλά καταδικάζει τόσο τον αντιαμερικανισμό όσο και το αντίθετό του, καθώς «ρέπουν προς το κυνήγι μαγισσών και τις ηθικές σταυροφορίες».