Μια κοινωνία αφασική εκτός ορίων αποκαλύπτεται στο- με στοιχεία ψυχολογικού θρίλερ – νέο μυθιστόρημα της Λένας Διβάνη, όπου πρωταγωνιστούν η υποκρισία του μεγαλοαστού, η αδηφαγία του στερημένου καθώς και ένα πανεπιστήμιο ίντριγκας και διαφθοράς.


Oι σκύλοι, λέει ένας κεντρικός ήρωας της Λένας Διβάνη, βλέπουν την οικογένεια που τους υιοθετεί σαν μια αγέλη. Ψάχνουν τον αρχηγό της αγέλης και αν δεν τον βρουν, γίνονται αυτοί οι αρχηγοί. Οπότε κατουρούν όπου βρουν, γαβγίζουν όποτε τους καπνίσει και, άμα βρουν κενή θέση στο διπλό κρεβάτι, εγκαθίστανται εκεί σαν βασιλιάδες. Τι γίνεται όμως με τους ανθρώπους; Αυτοί, συχνά συμπεριφέρονται σαν τους προγόνους των σκύλων, τους λύκους. Γιατί αν μη τι άλλο, ο σκύλος, αν τον ταΐζεις, είναι πιο πιστός από τον άνθρωπο. Ενας λιπόσαρκος άστεγος, στο ιδιο πάντα βιβλίο, είναι ξαπλωμένος σε μια είσοδο πολυκατοικίας αγκαλιά με τον καλοθρεμμένο σκύλο του. Καθόλου παράξενο. Ο άστεγος ξέρει, και ό,τι τροφή βρίσκει τη δίνει πρώτα στον σκύλο.

Γι΄ αυτό και το Ενα πεινασμένο στόμα της Λένας Διβάνη είναι μια ανατομία της ανθρώπινης αγέλης. Ο κεντρικός της ήρωας, ο τελειόφοιτος της Νομικής Γιάννης Γεωργιάδης, εκπαιδευτής σκύλων για να κερδίζει τα προς το ζην στη διάρκεια των σπουδών του, μπαίνει σε ένα κολωνακιώτικο σπίτι και το κάνει γης μαδιάμ. Με τη μέθοδο που εκπαιδεύει τους σκύλους, καταφέρνει και αποκτά την εμπιστοσύνη των μελών της οικογένειας και τους κάνει να εξαρτηθούν από αυτόν. Τα βαθύτερα κίνητρά του δεν είναι από την αρχή αντιληπτά, εν πάση περιπτώσει όμως πρόκειται για έναν πολύ έξυπνο, αδίστακτο άνθρωπο που βάζει ένα προσωπικό στοίχημα και το φτάνει στα άκρα.

Ολα ξεκινούν από μια τυχαία βραδινή συνάντηση στον Λυκαβηττό. Ο Γεωργιάδης έχει βγάλει βόλτα το πιστό του πίτμπουλ και συναντάει έναν μεσήλικο που σέρνεται από ένα ερντέιλ τεριέ. Αμέσως αντιλαμβάνεται, λόγω επαγγέλματος, ότι ο σκύλος αυτός δεν ήταν προσωπική επιλογή του κυρίου αυτού, και ότι η γυναίκα του που μάλλον αποφάσισε να πάρει έναν τέτοιο σκύλο για ασφάλεια, δεν έχει ιδέα από τα τετράποδα αυτά ζώα. Εντυπωσιάζει λοιπόν τον μεσήλικο με τις γνώσεις του για τους σκύλους, και τον πείθει να τον χρησιμοποιήσει ως εκπαιδευτή για να μην ξεσηκώνει άλλο το τεριέ τη γειτονιά από τα γαβγίσματα. Ο μεσήλικος, ονόματι Χρίστος Κρεμόπουλος, τυγχάνει καθηγητής της Νομικής και από τους γνωστότερους δικηγόρους της Αθήνας. Η σύζυγός του, η Μαριτίνα, είναι η εύθραυστη κόρη- που δεν έχει δουλέψει ποτέ- ενός άλλου νομικού και πανεπιστημιακού, με υψηλές πολιτικές θέσεις στο παρελθόν.

Υστερα από λίγο καιρό ο νεαρός δικηγόρος- εκπαιδευτής καταφέρνει να γίνει ο απαραίτητος βοηθός του καθηγητή και ο παθιασμένος εραστής της γυναίκας του. Τα θέλει όλα, γιατί ξεκίνησε από χαμηλά και είναι πεινασμένος. Το σαρωτικό του πέρασμα ισοδυναμεί με καταλύτη αποκαλύψεων σε μια κοινωνία υποκρισίας. Ερχεται από έναν παράλληλο, άγνωστο στους αστούς, κόσμο φτώχειας και ανοίγει την κουρτίνα για να δούμε τι κρύβεται από πίσω. Τι βρίσκει; Γάμους από συμφέρον, πατεράδες εξουσιαστές, γυναίκες σε νευρική κρίση, γκουβερνάντες σε ρόλο μητέρας, γιους κατεστραμμένους. Βρίσκει επίσης ένα διεφθαρμένο πανεπιστήμιο, όπου πωλούνται βαθμοί με κυκλώματα στα οποία μετέχουν διοικητικοί υπάλληλοι, καθηγητές, φοιτητές. Η δράση γρήγορη, συχνά καταιγιστική, και το μυθιστόρημα διαβάζεται χωρίς ανάσα. Το μεγαλύτερό της επίτευγμα είναι τα ψυχολογικά πορτρέτα των πρωταγωνιστών, ιδίως των μελών της οικογένειας Κρεμόπουλου, ενώ το σασπένς διατηρείται μέχρι τέλους, χάρη στις άγνωστες, ακραίες, τελικές προθέσεις του Γεωργιάδη. Οσο για το μήνυμα, σαφές. Τα όρια έχουν προ πολλού ξεπεραστεί. Εξού και η διάλυση.