ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΟΤΑΝ ΑΝ ΕΝΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ ΚΑΤΑΦΕΡΝΕ
ΤΟ ΑΔΥΝΑΤΟ; Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ
ΤΡΟΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ, ΠΑΡΟΥΣΑ. Ο Η.G. WΕLLS
ΓΡΑΦΕΙ- ΤΟΝ 19οΑΙΩΝΑ- ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΟΡΑΤΟ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΙ ΘΕΤΕΙ ΤΟ ΑΕΝΑΩΣ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟ ΕΡΩΤΗΜΑ: ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ;
Ο μύθος του αόρατου ανθρώπου είναι τόσο παλιός όσο η λογοτεχνία- ή η φιλοσοφία, θα συμπληρώσουν κάποιοι. Η επιθυμία να γίνει κάποιος αόρατος, έστω για λίγο, υπήρξε όνειρο πολλών παιδιών και απραγματοποίητη επιθυμία αρκετών ενηλίκων. Και βέβαια, συνδέεται με τη σφοδρή επιθυμία της ατιμωρησίας. Η ιστορία του Γύγη, του βοσκού με το δαχτυλίδι που τον έκανε αόρατο, απαντάται ήδη στην Πολιτεία του Πλάτωνα. Αλλά και στη μυθολογία, ο Περσέας φόρεσε την περικεφαλαία του Αδη. Εγινε αόρατος, για να πλησιάσει τη Μέδουσα.

Στο τέλος του 19ου αιώνα, αρκετά λογοτεχνικά έργα θέτουν το ερώτημα: έχει όρια η επιστήμη; Ο Φρανκενστάιν , αλλά και η Παράξενη υπόθεση του δροςΤζέκυλ και του Μίστερ Χάιντ αποτελούν διάσημα παραδείγματα. Ο Γουέλς δημοσίευσε το 1897 τον Αόρατο άνθρωπο. Εναν χρόνο νωρίτερα, είχαν εμφανιστεί οι ακτίνες Χ στην Αγγλία. Η σύνδεση του εφευρέτη της εποχής με την τρέλα και την παραβατική συμπεριφορά αποτελεί ρομαντική σύλληψη. Ο ήρωας του Γουέλς είναι «τόσο ανελέητος όσο είναι και η φύση».

Στο συγκεκρι μένο βιβλίο έχουμε την ευτυχισμένη συνάντηση δύο συγγραφέων. Το κείμενο δημοσιεύεται σε μια, άγνωστη έως τώρα, μετάφρα ση του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Είναι βεβαίως γνωστό πως ο πεζογράφος έμενε «ώρας ολοκλήρους εις γραφεία εφημερίδων να μεταφράζη άρθρα, μυθιστορήματα, ειδήσεις», όπως μαρτυρεί ο Παύλος Νιρβάνας. «Οσοι δεν τον γνώριζαν, καθώς ήτανε κακοντυμένος, με ξεφτισμένες πάντα τις άκρες των μανικιών του, μπορούσαν να τον πάρουν και για υπηρέτη του γραφείου», συνεχίζει.

Ο Παπαδιαμάντης

Ενα μεγάλο μέρος της γοητείας του μεταφρασμένου βιβλίου στη συγκεκριμένη έκδοση οφείλεται στη στιλπνή, παιγνιώδη, ειρωνική γλώσσα του Παπαδιαμάντη. Στη ρυθμική αγωγή της, την άκρα οικονομία της, τα ανοικειωτικά της πετάγματα.

Ομως ας ακούσουμε την ιστορία που μας διηγείται ο Γουέλς: έναν Φεβρουάριο, το πανδοχείο του Ιπινγκ δέχεται μια περίεργη επίσκεψη. Ενας «σκάφανδρος» κύριος, τυλιγμένος με ατελείωτα πανιά, καπέλο και γυαλιά, κάνει την εμφάνισή του. Προκαταβάλλει δύο λίρες στην αρχιτσιγκούνα ξενοδόχο, κυρία Χολ, και ζητά δωμάτιο. Συστήνεται ως «φίλεργος άνθρωπος του επιστημονικού εργαστηρίου», γεμίζει το δωμάτιό του σκόνες και μπουκαλάκια και αρχίζει τα πειράματα.

Το φιλοπερίεργο (καλύτερα: κουτσομπόλικο μέχρις αηδίας) χωριό αρχίζει τις εικασίες. Οι κάτοικοι προσπαθούν να λύσουν το μυστήριο της ταυτότητας και της δραστηριότητας του ξένου. Εγκληματίας, αναρχικός, παρδαλός, τρελός είναι τέσσερις μόνο από τις εκδοχές, στις οποίες καταλήγουν έπειτα από περίσκεψη.

Οταν χάνονται χρήματα, οι υποψίες πέφτουν στον ξένο. Ο αόρατος άνθρωπος έχει μεγαλεπήβολα σχέδια. Αναζητεί πιστό υπηρέτη. Σημειώνει μανιωδώς στο σημειωματάριό του ακατανόητες εξισώσεις και σύμβολα. Παρ΄ όλο που διώκεται από το χωριό, σχεδιάζει να κατακτήσει τον κόσμο. Αυτοανακηρύσσεται Αόρατος ο Α΄, της δυναστείας των αοράτων. Σχεδιάζει να επιβάλει την εξουσία του. Οπλο του η τρομοκρατία. Δεν τον βλέπει κανείς, μπορεί να κάνει τα πάντα.

Τα θύματά του

Ο αόρατος ήρωας ονομάζεται Γκρίφιν. Σπούδασε στο Γιουνιβέρσιτι Κόλετζ. Ελαβε το α΄ βραβείο της χημείας. Πειραματίστηκε για χρόνια, ώσπου τα κατάφερε. Πρώτο του θύμα, ο πατέρας του. Τον έκλεψε κι εκείνος αυτοκτόνησε. Ο Γκρίφιν καταφεύγει στον δόκτορα Κεμπ, έναν άγαμο επιστήμονα. Του αποκαλύπτει με καμάρι τα σχέδιά του, όμως με έκπληξη αντιλαμβάνεται ότι ο δόκτωρ Κεμπ όχι μόνο δεν συμφωνεί, αλλά προσπαθεί να τον εμποδίσει. Το κυνηγητό συνεχίζεται. Κλοπές, ταραχή, φόνος. Ο αόρατος άνθρωπος εμποδίζεται, το καλό θριαμβεύει. Οπως σε αρκετά έργα της εποχής, η επιστήμη συνδέεται με την καταστροφή. Οι επιστήμονες είναι παντοδύναμοι, καταλήγουν παμφάγοι. Κάποιος πρέπει να θέσει τα όρια της ηγεμονίας τους.

Το μυθιστόρημα δημοσιεύθηκε σε συνέχειες, με τη μορφή επιφυλλίδων στην εφημερίδα Το Αστυ (1901). Το 2009 εκδόθηκε με την εξαιρετική φιλολογική φροντίδα του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου και της Λαμπρινής Τριανταφυλλοπούλου.

Οι εκλεκτικές συγγένειες του Γουέλς με τον Παπαδιαμάντη μπορεί να οφείλονται στην κοινή κληρονομιά του ύστερου ρομαντισμού ή στον κοινό, στερημένο βίο τους. Το αποτέλεσμα πάντως της συγγραφικής- ή βιωματικήςσύμπνοιας είναι ένα κείμενο ζωντανό, σε μια άκρως γοητευτική, παρ΄ ότι ανοίκεια, γλώσσα.