Διάβασα στο Παράσιτο του Μισέλ Σερ ότι δεν πρέπει να ανησυχώ για την απανταχού παρουσία παρασίτων, αφού η ίδια μας η ύπαρξη είναι παρασιτική. Το όλο εγχείρημα βασίζεται στην αμφισημία της γαλλικής λέξης hote, που σημαίνει συνάμα τον ξενιστή και τον φιλοξενούμενο. Ένας οικοδεσπότης μπορεί να είναι φιλοξενούμενος σε ένα άλλο σύστημα, στο οποίο με τη σειρά του παρασιτεί. Κλασική είναι η εικόνα του συνδαιτυμόνα ο οποίος «πληρώνει» το τραπέζι με λόγια που εξιστορεί, περίπου όπως η Σεχραζάντ εξαγόραζε με τις ιστορίες της τη χάρη του Σουλτάνου για χίλιες και μία νύχτες.

Λειτουργία του παρασίτου (όπως και του ιού στον Μποντριγιάρ) είναι η αποσταθεροποίηση και ο μετασχηματισμός του συστήματος στο οποίο εισχωρεί. Κανένα σύστημα (κράτος, έρωτας, φιλία, υγεία)

δεν μπορεί να επιβιώσει και να εξελιχθεί χωρίς την καταλυτική επίδραση παρασίτων (μεταναστών, τρίτων προσώπων, αντισωμάτων) που το μεταβάλλουν. Οπότε ο Σερ με καθησυχάζει: το παράσιτο είναι ο εγγυητής για τη βιωσιμότητα του ξενιστή· το χρειάζομαι, όσο κι αυτό εμένα. Το φαινόμενο παρατηρείται όχι μόνο στα βιολογικά συστήματα αλλά και στις παρασιτικές στρατηγικές της αρχιτεκτονικής, της μόδας, του ντιζάιν, της μουσικής: η ύπαρξη ήδη υφιστάμενων έργων καθίσταται προϋπόθεση για το δικό μας έργο (διακειμενικότητα), το οποίο προσκολλάται σαν παράσιτο στα υφιστάμενα, τα εκμεταλλεύεται, τα υπονομεύει, τα διαβάλλει και, με τρόπο ανεπαίσθητο, τα αναζωογονεί. Τη νέα αυτή Κριτική του Καθαρού Λόγου, σύμφωνα με τον Σερ, συνοψίζει στο οπισθόφυλλο ο επιμελητής της έκδοσης, Διονύσης Καββαθάς, με τα εξής: «Το μήνυμα του βιβλίου προς τους ορθολογιστές παλαιάς κοπής είναι χαρμόσυνο: η αταξία, η ασάφεια, ο θόρυβος δεν είναι πια ατυχήματα του ορθού λόγου, αλλά συστατικά στοιχεία του. Όπου υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας, υπάρχουν και παράσιτα». Ο Ντελέζ θα έλεγε κάτι περισσότερο: η παραγωγή και η κατανομή των λόγων σε μια κοινωνία είναι αποτέλεσμα μιας συναρμογής «που δεν αφήνει θέση στο οποιοδήποτε προσδιορίσιμο υποκείμενο». Οπότε, ποιο παράσιτο;