Μόλις στα μισά της κρίσης βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι διεθνείς οικονομίες και το τοπίο δεν αναμένεται να ξεκαθαρίσει τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του επόμενου χρόνου, ενώ ως αποτέλεσμα της μεγαλύτερης κρίσης μετά το 1929 οι απώλειες των περιουσιακών στοιχείων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αναμένεται να ξεπεράσουν το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια.

Υπάρχει πάντως αισιοδοξία για την οικονομία της Ευρωζώνης, με πιθανότητα να υπάρξει ακόμη και μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ μέσα στους επόμενους τρεις με τέσσερις μήνες. Όμως λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ των τραπεζών, το κόστος του χρήματος βραχυπρόθεσμα θα αυξηθεί.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί, οι απώλειες που έχουν αποδεχθεί οι τράπεζες έχουν φτάσει τα 515 δισ. δολάρια, δηλαδή περίπου στο μισό των όσο συνολικά αναμένουν οι αναλυτές.

Πρακτικά, για να καλύψουν τις απώλειες, οι τράπεζες θα πρέπει να μειώσουν το ενεργητικό τους κατά περίπου 2 τρισ. ευρώ, ποσό δεκαπλάσιο από το ΑΕΠ της Ελλάδος! Για να το πετύχουν αυτό, πρέπει να ρευστοποιήσουν θέσεις σε μετοχές ή ομόλογα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία των αγορών.

Πάντως, είναι μάλλον υπερβολική η αντίδραση στις αγορές, καθώς αυτές δεν έχουν λάβει υπ΄ όψιν τους ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και το υπουργείο Οικονομικών, όταν άφησαν τη Lehman να χρεοκοπήσει είχαν υπολογίσει ότι η κρίση έχει μάλλον περάσει μια δύσκολη καμπή. Αν ξεπληρώνεις τους πάντες, δεν έχει κίνητρο καμία επενδυτική τράπεζα.

Τέλος, είναι μεγάλο λάθος να συγκρίνεται η σημερινή κρίση με αυτή του 1929, όταν η βιομηχανική παραγωγή είχε μειωθεί στο μισό, η ανεργία από 5% εκτινάχθηκε στο 25% και το χρηματιστήριο έχασε τα έξι έβδομα της αξίας του. Τότε επικρατούσε μια ιδεοληψία ότι πρέπει να αφήσουμε τον ιδιωτικό τομέα να τα βγάλει πέρα μόνος του και οι αρχές υποεκτίμησαν το πρόβλημα της κατάρρευσης. Αντίθετα, σήμερα ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ έμαθε ότι δεν έπρεπε να κάνει το ίδιο λάθος και δεν το έκανε, παρεμβαίνοντας έγκαιρα και όπου χρειάζεται προκειμένου να «σώσει» τις αγορές.

Ο Γκίκας Χαρδούβελης είναιεπικεφαλής του τμήματος οικονομικής ανάλυσης της Εurobank και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς