Με τον προσδιορισμό της ημερομηνίας ανάδειξης νέου Αρχιεπισκόπου Αθηνών τίθεται το ερώτημα για την επόμενη ημέρα και το μέλλον της Εκκλησίας της Ελλάδος. Εύλογο είναι να αναμένεται να ανατείλει νέα εποχή στην Ελλαδική Εκκλησία, όπως άλλωστε συνηθίζεται με την ανάρρηση κάθε καινούργιου Προκαθημένου της. Ποια ακριβώς μπορεί και πρέπει να είναι αυτή η καινούργια φάση της εγχώριας εκκλησιαστικής ιστορίας μπορεί κάποιος να το εικάσει και να το ευχηθεί παρά να το προβλέψει ή να το υλοποιήσει.

Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να επαναληφθεί το παρελθόν, τόσο το πρόσφατο της δεκαετίας του μακαριστού Χριστοδούλου όσο και το απώτερο παρελθόν της εικοσιπενταετίας του προκατόχου του Σεραφείμ. Η εσωστρέφεια χαρακτήριζε την περίοδο 1973-1998 και η εξωστρέφεια διέκρινε την περίοδο 1998-2008. Η νέα εποχή οφείλει να απομακρυνθεί από τα δύο άκρα επιδιώκοντας να ανοίξει έναν «τρίτο δρόμο», εγκαινιάζοντας αλλιώτικη πορεία πλεύσης της «νοητής νηός» όπως αυτοαποκαλείται η Εκκλησία. Πρώτιστο βήμα είναι η συνετή αυτοσυγκέντρωση της Εκκλησίας στα «του οίκου της», η περισυλλογή των διασκορπισμένων δυνάμεών της και η επικέντρωσή της στο κύριο και πρωταρχικό έργο της που είναι το λειτουργικό και πνευματικό. Σε τρεις τομείς επιβάλλεται η ενεργός παρουσία της Ελλαδικής Εκκλησίας στη νέα εποχή της: πνευματικότητα, πολιτισμός, κοινωνικότητα.

1. Ο σημερινός άνθρωπος ταλαιπωρείται από υπαρξιακά προβλήματα και αναζητεί νόημα ζωής. Η μονοσήμαντη καθημερινότητα με την αλυσίδα παραγωγής και κατανάλωσης χρειάζεται να μεταμορφωθεί στην πολυδιάστατη πραγματικότητα της ζωής. Αυτή η απόδοση νοήματος στη ζωή και η μεταστοιχείωση της καθημερινότητας σε πραγματικότητα, έτσι που να μην καταντά ο βίος μας αβίωτος, λέγεται και είναι η πνευματικότητα. Αυτήν πρωτίστως οφείλει να καλλιεργήσει και να προσφέρει η Εκκλησία στη νέα εποχή της δραστικά όσο και αθόρυβα.

2. Ο πολιτισμός διασώθηκε από την Εκκλησία σε καιρούς χαλεπούς στο απώτατο παρελθόν, αλλά ακόμα σήμερα η εγχώρια πολιτιστική κληρονομιά διαφυλάσσεται από την Ορθοδοξία όπως μαρτυρείται στα μοναστήρια του τόπου μας. Πέρα όμως από τον μουσειακό ρόλο της διαφύλαξης του ιστορικού παρελθόντος προέχει η συγκαιρινή προαγωγή της πολιτιστικής δημιουργίας στη χώρα μας, όπου η Εκκλησία μπορεί να πρωταγωνιστήσει ενθαρρύνοντας νέους καλλιτέχνες και παρέχοντας ικανή έμπνευση για καινούργια δημιουργία μέσα από τα σπλάγχνα της πνευματικότητας.

3. Η κοινωνική αποστολή της Ελλαδικής Εκκλησίας δεν μπορεί να εξαντλείται στην επιτέλεση έργων φιλανθρωπίας, αλλά επιβάλλεται να αγκαλιάσει καινούργιους τομείς προωθημένου κοινωνικού προβληματισμού και αυξημένης ευαισθησίας. Ενδεικτικά αναφέρουμε την προστασία του περιβάλλοντος, κατά το παράδειγμα του «Πράσινου Πατριάρχη», όπως απεκλήθη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος για τον οικολογικό ακτιβισμό του, τη βιοηθική με το μεγάλο φάσμα των προκλήσεων της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, την οικονομική μετανάστευση και την απειλή της φτώχειας στον πλανήτη, που στέλνει κύματα εξαθλιωμένων αλλοδαπών συνανθρώπων στη χώρα μας, έτσι ώστε περίπου το 1/10 του πληθυσμού να απαρτίζεται από αλλοεθνείς και αλλοθρήσκους.

Η πολυπολιτισμικότητα και η πολυθρησκευτικότητα είναι πια μια απτή πραγματικότητα που καλείται να αντιμετωπίσει με ιδιάζουσα ευαισθησία και λεπτότητα η Ελλαδική Εκκλησία, η οποία ήταν μέχρι προ ολίγων ετών ακόμη συνηθισμένη στο ότι το 95% του πληθυσμού της χώρας ήταν το χριστεπώνυμο πλήρωμα. Η εποχή αυτή έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί και αυτή τη στροφή των πραγμάτων οφείλει να αφομοιώσει η Ελλαδική Εκκλησία και να διαχειριστεί με ευφυΐα και ευαισθησία συνάμα. Έτσι θα αποδειχθεί εάν η καινούργια ηγεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι στ΄ αλήθεια νέα, σημαίνοντας πέρα από την αλλαγή προσώπου και την καινοτομία στην πλεύση της μέσα στον 21ο αιώνα.

Ο Μάριος Μπέγζος είναι καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών