Με κενό το εδώλιο άρχισε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών η δίκη της πρώην επιμελήτριας του Μουσείου Γκετί Μάριον Τρου, η οποία κατηγορείται για υπεξαίρεση αρχαίων αντικειμένων, αδίκημα που αφορά χρυσό Μακεδονικό Στεφάνι.

Η υπεξαίρεση του αρχαιολογικού ευρήματος φέρεται ότι έγινε το χρονικό διάστημα μεταξύ Φεβρουαρίου 1992 και Αυγούστου 1993 και τελικά έπειτα από συμφωνία του υπουργείου Πολιτισμού με το Μουσείο Γκετί το χρυσό στεφάνι επέστρεψε στη χώρα μας στις αρχές του 2007. Λόγος για τον οποίο μάλιστα, όπως εκτιμάται, το Ελληνικό Δημόσιο δεν παρίσταται ως πολιτική αγωγή στη δίκη κατά της Μάριον Τρου, η οποία εκπροσωπείται από τον δικηγόρο της.

Η κ. Τρου, η οποία έχει ανοιχτούς λογαριασμούς και με την ιταλική Δικαιοσύνη, όταν κλήθηκε σε απολογία από τον ανακριτή είχε αρνηθεί τις αξιόποινες πράξεις που της αποδίδονται, υποστηρίζοντας ότι από την πλευρά της τήρησε τους κανόνες που υπάρχουν στο Μουσείο Γκετί σχετικά με την αγορά των αρχαίων αντικειμένων. Παρ΄ όλα αυτά μετά την απολογία της τής επιβλήθηκε ο όρος της καταβολής εγγύησης 15.000

ευρώ. Με την έναρξη της διαδικασίας ο συνήγορος υπεράσπισης της Μάριον Τρου Γιάννης Γιαννίδης επικαλούμενος ένα νομικό κενό στην κατηγορία ζήτησε να κηρυχθεί απαράδεκτη η ποινική δίωξη που έχει ασκηθεί εις βάρος τής πρώην επιμελήτριας του Μουσείου Γκετί. Και αυτό, γιατί όπως εξήγησε το αδίκημα που περιλαμβάνεται στο κατηγορητήριο φέρεται να έχει τελεστεί στο Μαλιμπού των ΗΠΑ, όπου βρίσκεται η έδρα του Μουσείου και σύμφωνα με το αμερικανικό Δίκαιο έχει ήδη παραγραφεί. Ο νομικός παραστάτης της κατηγορουμένης προσκόμισε μάλιστα στα μέλη του δικαστηρίου έγγραφο του Ινστιτούτου Διεθνούς Δικαίου από το οποίο προκύπτει ότι η πράξη είναι πλέον παραγεγραμμένη, θέλοντας να δείξει ότι δεν πρόκειται για «υπερασπιστικό πυροτέχνημα».

Το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του, από την οποία θα εξαρτηθεί η περαιτέρω εξέλιξη της υπόθεσης, στην επόμενη συνεδρίασή του που ορίστηκε για την Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2007.