ΟΡΓΑΝΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΓΝΩΣΕΩΝ,
ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΑΝΑΔΡΟΜΗΣ
ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗΣ ΤΗΣ
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ, ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΛΕΞΙΚΟ
ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ
ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗ
ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΠΑΤΑΚΗ
Έχω ακουμπήσει στα γόνατά μου το επίτομο « Λεξικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (ΛΝΕΛ):Πρόσωπα,Έργα,Ρεύματα, Όροι », και το φυλλομετρώ με περιέργεια, σαν να θέλω να το δοκιμάσω. Γρήγορα όμως αποξεχνιέμαι. Κι εξάλλου, ως πεζογράφος κλήθηκα να γράψω δυο λόγια και όχι ως ειδικός που οφείλει οπωσδήποτε να εντοπίσει τις τυχόν αλλά και αναπόφευκτες και συγγνωστές, θα έλεγα, για ένα τόσο μεγάλο εγχείρημα, παραλείψεις.

Και ως πεζογράφος αφήνομαι σ΄ ένα χωρίς τέλος μυθιστορηματικό χρονικό, καθώς συμπλέκονται και γειτονεύουν αρμονικά από λήμμα σε λήμμα οι πεθαμένοι με τους ζωντανούς, οι Έλληνες με τους ξένους, οι αρχαίοι με τους σύγχρονους, οι δόκιμοι με τους αδόκιμους, οι διαχρονικοί με τους επικαιρικούς, οι διάσημοι με τους άσημους, οι παλιοί με τους νέους, οι νέοι με τους νεώτερους. Σαν ένα τρένο που με ταξιδεύει στα δαιδαλώδη μονοπάτια της συλλογικής αυτογνωσίας. Κι όπως συνεχίζω την περιπλάνηση και καθυστερώ επίμονα να φτάσω στο «δέλτα», διστάζοντας να διαβάσω το «λήμμα» μου, όχι γιατί δεν ανυπομονώ να μάθω τι γράφει για μένα το Λεξικό, αλλά γιατί φοβάμαι μήπως αυτά που γράφει με ταράξουν, ξαφνικά με πιάνει ανυπομονησία να δω με ποιους γειτονεύω, με τον θρυλικό Στρατή Δούκα, άραγε; Ο ποιητής Γιάννης Κοντός, θυμάμαι, με είχε πάει πριν από χρόνια πολλά να τον γνωρίσω στο υπόγειο διαμέρισμά του, κατάκοιτο τότε, κάπου στα Ιλίσια, στην οδό Ορμηνίου.

Και φτάνω στη «γειτονιά» μου. Όχι, δεν συνορεύω με τον αγαπημένο μου γέροντα Στρατή. Συνορεύω με τον άγνωστό μου Στέφανο Δούγκα που πέθανε το 1830. Διαβάζω το λήμμα του, ενώ διατρέχω διαγωνίως το δικό μου λήμμα, και ανυπομονώ να διαβάσω το λήμμα που ακολουθεί για τον άλλο γείτονά μου, τον Δημήτρη Δούκαρη που πέθανε το 1982. Κληρικός, μαχητικός διαφωτιστής και πολλαπλώς διωκόμενος από την Εκκλησία ο Στέφανος Δούγκας. Ποιητής εξαιρετικής ευαισθησίας ο επίσης διωκόμενος από την Πολιτεία στα πέτρινα χρόνια Δημήτρης Δούκαρης. Κι εγώ ανάμεσα. Κλείνω το Λεξικό συγκινημένη. Τον Δημήτρη Δούκαρη τον είχα γνωρίσει από κοντά. Και μου κάνει εντύπωση πόσο καθαρά έχω συγκρατήσει στη μνήμη μου την εμβληματική μορφή του. Πριν αρχίσω και πάλι την περιδιάβαση, διαβάζω τον πρόλογο του εκδότη και γενικού συντονιστή, Στέφανου Πατάκη. Αντιγράφω: «Όταν ξεκινήσαμε το 1988 την έκδοση του λεξικού αυτού, είχαμε θέσει το χρονικό όριο της τριετίας για την ολοκλήρωση όλου του έργου. Σήμερα, δεκαεννιά χρόνια μετά, παραδίδουμε στο κοινό ένα βιβλίο το μέγεθος και τη σπουδαιότητα του οποίου ούτε είχαμε φανταστεί ούτε είχαμε σχεδιάσει». Και συνεχίζει: «Αυτό που έχει σημασία στο τέλος της πορείας είναι ότι τώρα μπορούμε να πούμε πως με αυτό το έργο η νεοελληνική λογοτεχνία απέκτησε το λεξικό της. Και νομίζουμε ότι είναι σημαντικό αυτό». Ακολουθεί η διαφωτιστική ως προς τους στόχους και τις φιλοδοξίες του εγχειρήματος εισαγωγή του Αλέξη Ζήρα, υπεύθυνου σύνταξης από το 1992 έως το 1996 και συντάκτη των περισσότερων λημμάτων που αναφέρονται στους σύγχρονους και στους εν ζωή συγγραφείς. (Άλλοι υπεύθυνοι: Μιχάλης Μερακλής, Καριοφίλης- Κάρολος Μητσάκης, Βάλτερ Πούχνερ για την περίοδο 1988- 1991 και Λαμπρινή Κουζέλη για την περίοδο 1997-2007).

Κι όπως συνεχίζω το φυλλομέτρημα των 2.500

σελίδων, σκέφτομαι ότι ακόμη και ο πιο δύστροπος, ο πιο αυστηρός, ο πιο απαιτητικός, ή και ο πιο κακόβουλος αναγνώστης δεν θα μπορούσε να μην αναγνωρίσει ότι τούτο το ογκώδες βιβλίο υποδομής με την αμεσότητα λεξικού, τον αναστοχασμό ιστορίας και την ευρύτητα εγκυκλοπαίδειας, μοναδικό στο είδος του στον τόπο μας, θα αποτελέσει δικαιωματικά, χάρη στην πολυμέρεια, τη μεθοδικότητα και το εύρος του, σταθμό στην περιπέτεια καταγραφής του νεοελληνικού λόγου.