«Θα πηγαίνατε διακοπές στο Τσεϊχάν; Θα αγοράζατε βιολογικά προϊόντα από το

Μπακού; Θα τρώγατε θαλασσινά από το Νοβοροσίσκ ή ας πούμε από το Κουβέιτ;»….

Με αυτόν τον τρόπο περιγράφει ο χημικός υγειονολόγος μηχανικός κ. Παναγιώτης

Παρασκευόπουλος από την Αλεξανδρούπολη τι θα συμβεί στο περιβάλλον της

περιοχής με τη λειτουργία του αγωγού πετρελαίου Μπουργκάς – Αλεξανδρούπουλης.

Όπως προκύπτει από μελέτη που έχει κάνει ο κ. Παρασκευόπουλος, η απόρριψη των

ερμάτων (θαλασσινό νερό ή αλλιώς σαβούρα με το οποίο γεμίζουν οι δεξαμενές του

πλοίου προκειμένου να διατηρείται η ευστάθειά του όταν πλέει χωρίς πετρέλαιο)

από τα πλοία χωρητικότητας περίπου 150.000 τόνων, είναι μία από τις

περιβαλλοντικές επιπτώσεις. «Όταν το πλοίο ετοιμάζεται να παραλάβει φορτίο,

πραγματοποιεί διαδικασίες αφερματισμού. Δηλαδή ξαναρίχνει το θαλάσσιο έρμα από

τις δεξαμενές φορτίου στη θάλασσα», λέει ο χημικός και συνεχίζει: «Ανάλογα με

τις καιρικές συνθήκες, τα καράβια θα παίρνουν ως έρμα ποσότητα νερού, η οποία

θα κυμαίνεται μεταξύ 20% και 60% της χωρητικότητας του τάνκερ, με 33% ως μέση

τιμή. Αυτό μεταφράζεται σε 33.000 κ.μ. ημερησίως. Ισοδυναμεί δηλαδή με

ποσότητα λυμάτων μιας πόλης 200.000 κατοίκων!».

Ο χημικός λέει ότι η θαλάσσια περιοχή της Αλεξανδρούπολης, κυρίως ανατολικά

προς το Δέλτα του Έβρου, είναι σχετικά κλειστή, αβαθής και χαρακτηρίζεται από

αμμονησίδες και ξέρες. «Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η όποια έγχυση πετρελαίου

γρήγορα ρυπαίνει τον βυθό, πολύ δύσκολα εγκλωβίζεται και ακόμη πιο δύσκολα

εξουδετερώνεται. Είναι λοιπόν εύκολο να μαντέψουμε ότι σε περίπτωση ατυχήματος

θα συμβεί πλήρης διατάραξη του οικοσυστήματος με εξαφάνιση ανυπολόγιστου

αριθμού ειδών. Πολλές από τις συνέπειες θα είναι μη αναστρέψιμες ή

αναστρέψιμες σε περίοδο πεντηκονταετίας».