«H λογοτεχνία πρέπει να καθαρίζει το μάτι, να συμπυκνώνει σε γλώσσα την

ανθρώπινη εμπειρία, να αφηγείται ιστορίες», λέει η Σοφία Νικολαΐδου

Έχουμε όλοι άλυτους λογαριασμούς με τους γονείς μας; «Ναι», απαντά μειδιώντας

η Σοφία Νικολαΐδου. «Τουλάχιστον με τον έναν από τους δύο. Κάποιες φορές και

με τους δύο. Συμβαίνει ακόμα κι εκεί που τα πράγματα δείχνουν απολύτως νορμάλ.

Και το βρίσκω φυσικό. Με τους γονείς μοιράζεσαι για χρόνια τον ίδιο αέρα στο

σπίτι. Με τους ξένους μπορείς να έχεις συμφωνίες ή διαφωνίες, συμμαχίες,

έχθρες. Με τους γονείς όμως υπάρχουν πάντα πράγματα που δεν ειπώθηκαν στην ώρα

τους, ζόρια που κατάπιαμε και δε βγάλαμε κιχ, αδικίες που κάναμε ή υποστήκαμε

με πλήρη επίγνωση».

Αυτοί οι λογαριασμοί αποτελούν στην ουσία το θέμα της 38χρονης συγγραφέως (και

φιλολόγου) στο δεύτερο μυθιστόρημά της «Ο μωβ μαέστρος». Με φόντο την

εξωστρεφή νυχτερινή Θεσσαλονίκη, του ξεφαντώματος αλλά και της μαφιόζικης

προστασίας, χτίζει μια πιο εσωτερική ιστορία. Εστιάζει στην οικογένεια ενός

ιδιοκτήτη νυχτερινών κέντρων, όχι και τόσο συνηθισμένη, με επίκεντρο την κόρη

που είναι και ο αφηγητής.

«Το βιβλίο ξεκίνησε από μια εμμονή», λέει στα «NEA» η συγγραφέας.

«Ήθελα να μιλήσω γι’ αυτό “το δύσκολο πράγμα που λέγεται οικογένεια”. Για την

επώδυνη ενηλικίωση μερικών παιδιών και την ατελείωτη εφηβεία των γονιών τους.

Οι βασικοί ήρωες με επισκέφτηκαν με την ιστορία τους. Ήρθαν, επέμεναν. Δεν

έφευγαν με τίποτα. Ναι, υπήρχε συγγραφικό σχέδιο. Αλλά αυτά ανατρέπονται στην

πράξη. Εκεί που νομίζεις πως έχεις στρώσει την πλοκή, τσουπ, ένας ήρωας κάνει

τα δικά του. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτό. Με ξετρελαίνει το αλισβερίσι με

τους ήρωες. Το πώς διαχέεται ο συγγραφέας μέσα σ’ αυτούς και τι του

αντιγυρίζουν, απροσδόκητα, για αντίδωρο».

Κάπως έτσι το βιβλίο φτάνει να έχει ως τίτλο το παρατσούκλι ενός προσώπου

εκτός οικογένειας: Του ντιτζέι του μπαρ, που συμπυκνώνει ό,τι πολλοί νέοι

θεωρούν είδωλο, αλλά και όλες τις αντιφάσεις της ύπαρξης. Εκείνος τα

προβλήματά του τα λύνει μοναχικά ή με τη βοήθεια ουσιών. H πρωταγωνίστρια του

βιβλίου, πάλι, αφού «τα πράγματα δεν ειπώθηκαν στην ώρα τους», προσπαθεί να

λύσει τους λογαριασμούς της με επισκέψεις σε ψυχολόγο.

Ο «Ψυ», όπως τον λέει, την ακούει, κυρίως, και σπάνια πετάει μια φράση

για να την επαναφέρει στην πραγματικότητα. Αυτό δίνει και την πρόφαση της

αφήγησης στη συγγραφέα, καθώς από τα χείλη της πρωταγωνίστριας τα γεγονότα δεν

μεταφέρονται από δεύτερο χέρι αλλά ο αναγνώστης τα διαβάζει σαν να γίνονται

την ώρα της αφήγησης. «Όπως όταν πονάει το δόντι μας πηγαίνουμε στον

οδοντογιατρό, έτσι όταν πονάει η ψυχή μας πηγαίνουμε στον Ψυ», λέει. Όσο για

τους ασθενείς, ο καθένας θέλει και κάτι διαφορετικό: «Άλλοι θέλουν χάπια.

Χημικό πόλεμο, για να καταλαγιάσουν τα δαιμόνια. Άλλοι προσπαθούν να

καταλάβουν καλύτερα τι τους γίνεται. Άλλοι επιθυμούν να ξεβιδώσουν τον εαυτό

τους και να τον βιδώσουν πιο προσεκτικά, από την αρχή».

Στην ερώτηση αν ένας (καλός) συγγραφέας μπορεί να ξέρει περισσότερα για τον

άνθρωπο από έναν έμπειρο επιχειρηματία της νύχτας, όπως ο Ιασίδης του βιβλίου

της, η Σοφία Νικολαΐδου απαντά: «Το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Ο πεζογράφος

έχει λεπίδι στο μάτι. Γυρνάει, βλέπει. Έχει μεγάλη κατανόηση για τα ανθρώπινα.

Ο επιχειρηματίας της νύχτας, πάλι, πιάνει στον αέρα τα γούστα και τις

επιθυμίες του άλλου. Ο πεζογράφος ανοίγει τη βεντάλια της εμπειρίας με έναν

τρόπο πιο εσωτερικό. H νύχτα ξεσηκώνει το σώμα και τις ορμόνες, θρέφει τα

ένστικτα».

Αλλά στην εποχή αυτή που οι περισσότεροι αναζητούν τη διασκέδαση, την

πρόσκαιρη χαρά, τι πρέπει να κάνει η λογοτεχνία για να συνεχίσει να υπάρχει

και να συγκινεί; «Αυτό που έκανε πάντα», λέει η Σοφία Νικολαΐδου. «Δεν είναι

ένα γλυκερό πράγμα που παράγεται εύκολα και καταναλώνεται αυτοστιγμεί. H

ισχυρή συγκίνηση κάνει πιο μακριά διαδρομή: περνάει πρώτα από τον εγκέφαλο».

«Το παιδί δεν είναι… κομπινεζόν»

H Σοφία Νικολαΐδου μιλάει στον «Μωβ μαέστρο», για τις σχέσεις των παιδιών με

τους γονείς τους σε μια στιγμή που και η ίδια έγινε μητέρα. Ο γάμος την κάνει

να βλέπει τα πράγματα διαφορετικά: «Ο γάμος είναι, κατ’ αρχήν, νομική

δέσμευση. Αυτό το καταλαβαίνει κανείς όταν επιχειρεί να πάρει διαζύγιο», λέει

σκωπτικά, χωρίς αυτό το τελευταίο να της έχει συμβεί. Της έχει συμβεί όμως

κάτι άλλο: «Με τα παιδιά έρχεται ανεπιστρεπτί το τέλος του ελεύθερου χρόνου.

Όταν γέννησα, κατάλαβα πως πέρα από ταξικούς, κοινωνικούς και λοιπούς

διαχωρισμούς, υπάρχει μία ακόμα διάκριση: ο κόσμος χωρίζεται στους ανθρώπους

που έχουν παιδιά και σ’ αυτούς που δεν έχουν. Πρόκειται για δύο πολύ

διαφορετικές κατηγορίες που συχνά καταπιέζουν η μία την άλλη. Ο γάμος δεν

αλλάζει κάτι στην καθημερινότητα του ζευγαριού. Και, τέλος πάντων, γίνεται και

ξεγίνεται. Όμως το παιδί, ε, δεν είναι… κομπινεζόν, για να το βγάλεις όποτε

σού καπνίσει. Άπαξ και το έκανες, είναι εκεί, πάντα».

INFO

Σοφία Νικολαΐδου, «Ο μωβ μαέστρος», εκδ. Κέδρος, τιμή: 14,60 ευρώ.