|
|
Ξαφνιάστηκα που ορισμένοι φίλοι στην εφημερίδα δεν ήξεραν για τον Γύρο του
Θανάτου». Για μένα που μεγάλωσα στα «δυτικά» το «βαρέλι» ήταν το μέγα
υπερθέαμα. Ερχόταν με τους Αγίους. Αγία Μαρίνα, Αγία Βαρβάρα, του Σταυρού. Το
έστηναν στην άκρη, εκεί που το πανηγύρι τελείωνε. Αν ήταν στις κακές του ο
δήμαρχος μπορεί να το έστελνε και στο «κάτω στενό», σε κανένα άδειο οικόπεδο.
Να μην ενοχλούν τα μαρσαρίσματα τους πιστούς. Εμείς πλενόμασταν, φορούσαμε τα
φυλαγμένα ρούχα, τα καλά, βάζαμε και λίγο χαρτί τουαλέτας στην τσέπη γιατί με
τέτοιο συνωστισμό ήταν αδύνατο να βγεις με το πατούμενο καθαρό και ξεκινάγαμε
τη βόλτα. Για τα αγόρια μιλάω. Τα κορίτσια θα έμεναν και λίγο παραπάνω στον
καθρέφτη, αλλά μια «βόλτα» ήταν, θα μας πετύχαιναν. «… Τα σπίτια είναι
αδειανά, γεμάτοι οι δρόμοι» που έγραψε και ο Γκάτσος.
|
| Τριάντα χρόνια «στο βαρέλι του θανάτου» έχει περάσει ο Γιώργος Βερούτης
|
Τα τάβλια του Κώστα (συμμαθητής μας ήταν και ο πατέρας του έφτιαχνε τα
καλύτερα τάβλια της Αθήνας, τώρα διαπρέπει στην TV ως σκηνοθέτης), το μαλλί
της γριάς (δεν το παίρναμε γιατί μας άφηνε ροζ ζάχαρη στα χείλια), οι πάγκοι
με τα μπλουζάκια, τα μπλουτζίν, τα μπουφάν και τα εσώρουχα. Εμείς ποτέ δεν
σταματούσαμε σε αυτά. Οι μανάδες μας το πολύ πολύ να έρχονταν το απόγευμα όταν
τα στήνανε και να αγόραζαν με παζάρια. Κοντά στις εκκλησίες οι πάγκοι είχαν
μόνο εικόνες και καντήλια. Μετά οι ξωτικές καρύδες, τα σιντριβανάκια και τα
γκάτζετ της εποχής. Τανάλια – σφυρί, ξυπνητήρια – τρανζίστορ και το φοβερό
μαχαίρι – πυξίδα! Ξεβίδωνες την πυξίδα και μέσα από τη λαβή έβγαζες: πετονιά,
δύο αγκίστρια, μισό μέτρο ατσάλινο σύρμα, δύο σπίρτα! Αντρίκια πράγματα
δηλαδή. Και μετά ήταν η «ασώματος κεφαλή», ένα φθηνό τρικ με τζάμια και
καθρέφτες που σε έκαναν να πιστέψεις ότι μια κεφαλή ζει μόνη της. Σου μιλούσε
κιόλας και σου ζητούσε βοήθεια. Άμα το επέτρεπε και ο καιρός έστηναν και δύο
ποδοσφαιράκια ξύλινα, από αυτά των σφαιριστηρίων, μόνο που αυτά έβγαζαν
περισσότερες μπάλες. Και στην άκρη ήταν ο Γύρος του Θανάτου. Το θέαμα για τους
υποψιασμένους. Όσες περισσότερες λεπτομέρειες ήξερες, για κυβικά, ατυχήματα,
νούμερα, τόσο ανέβαινες στην εκτίμηση των κοριτσιών. Οι «μηχανόβιοι» έκαναν
κύκλους στο κενό μέχρι που τα κορίτσια δεν άντεχαν, έβαζαν το χέρι στο στόμα
και χαμήλωναν το βλέμμα. Οι κομμένες εξατμίσεις έπαιρναν τα αυτιά, αλλά εσύ
χαμογελούσες και το βλέμμα σου βεβαίωνε ότι ο ήχος σού είναι γνώριμος.
Θα πρέπει να έχουν περάσει 25 – 30 χρόνια από τότε, αλλά ο «μηχανόβιος»
απέναντι μου είναι αυτός που περίμενα. Μαύρα δερμάτινα, με «κεντημένες»
κόκκινες φλόγες, περήφανο ανάστημα και μαλλιά πιασμένα κοτσίδα. Όπως αρμόζει
στον τελευταίο αρχηγό της φυλής των ακροβατών, που έγραψε και ο Συνιώρης στο
«0300».
Πότε είδες πρώτη φορά τον Γύρο του Θανάτου;
Πρέπει να ήμουν παιδάκι. Ο πατέρας μου, ο Σπύρος Βερούτης, είχε έναν, αλλά δεν
ήταν βαρέλι, όπως είναι τώρα. Ήταν ένα στρογγυλό μεταλλικό πλέγμα σαν αυγό,
μέσα στο οποίο ο ένας ακροβάτης γυρνούσε κάθετα και ο άλλος οριζόντια. Σε μια
παράσταση όμως ο πατέρας μου έπεσε, χτύπησε και τελικά τα παράτησε.
Και είπες να πάρεις τη θέση του;
Στην αρχή τον διαδέχθηκε ο αδελφός του ο Λεωνίδας. Το ξύλινο βαρέλι που
βλέπεις, το έφτιαξε ο θείος μου εν έτει 1987. Ύστερα από μερικά χρόνια όμως,
το ’90, χτύπησε και αυτός και έφυγε από τον «Γύρο». Τότε αποφάσισα να τον
δουλέψω μόνος μου.
Τι είναι αυτό που σε κρατά 30 χρόνια δεμένο στον Γύρο του Θανάτου;
Ο Γύρος του Θανάτου με κρατά νέο. Με αναζωογονεί, όπως άλλωστε πάρα πολλούς η
μοτοσυκλέτα τους κρατάει σε φόρμα. Υπάρχουν μέρες που δεν νιώθω καλά, μπαίνω
στο βαρέλι και η ψυχολογία μου αλλάζει. Ανεβάζω αδρεναλίνη και τα πάντα
αλλάζουν γύρω μου.
Δεν σκέφθηκες ποτέ όλα αυτά τα χρόνια να τα παρατήσεις;
Αν το είχα σκεφθεί θα τα είχα παρατήσει. Αν δεν αγαπάς πραγματικά αυτό που
κάνεις δεν μπορείς να το κάνεις καλά. Τον Γύρο του Θανάτου δεν μπορείς να τον
κάνεις καθόλου. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι είναι η δουλειά μου, που
σημαίνει επιβίωση της οικογένειάς μου, ύστερα από τόσα χρόνια έχω καταλήξει
ότι βασικά το κάνω για μένα. Μου δίνει ενέργεια.
Υπάρχουν φορές που αισθάνεσαι φόβο ή είναι πια ρουτίνα;
|
| Ο Γιώργος Βερούτης και η γέρικη Norton αιωρούνται, χάρη στην κεντρομόλο και τη φυγόκεντρο δύναμη, στη μέση ενός ξύλινου βαρελιού ύψους 5,5 μέτρων. Μόνο τα γεράματα μπορούν να σταματήσουν τις ξέφρενες στροφές (Φωτό: Βασίλης Κωστάκος)
|
Όταν ξεκίνησα να κάνω τα νούμερα ο πατέρας μου είπε «Αν θέλεις να ζήσεις,
πρέπει να φοβάσαι». Σε κάθε παράσταση είναι διαφορετικός φόβος.
Έχεις χτυπήσει ποτέ;
Πάρα πολλές φορές. Και εγώ και ο πατέρας μου και ο θείος μου. Δεν υπάρχει
περίπτωση να μην πέσεις. Είναι ο Γύρος του Θανάτου. Πάντα καιροφυλακτεί ο
κίνδυνος.
Από δικό σου λάθος πέφτεις;
Είναι δύσκολο να κάνω λάθος. Ύστερα από τόσα χρόνια είμαι σαν κομπιούτερ.
Υπάρχει όμως η περίπτωση να σκάσει κάποιο λάστιχο, να φύγει μια αλυσίδα, να
πάθει κάτι η μηχανή. Το 90% των ατυχημάτων εξαρτάται από κάτι τέτοιο απρόοπτο.
Σε έχει αναγκάσει ποτέ ο φόβος να μην κάνεις ένα νούμερο;
Ναι, έχει τύχει να προσπαθώ να ανεβάσω το αυτοκίνητο στο βαρέλι και να μην
ανεβαίνει με τίποτα. Δεν είναι θέμα μαστοριάς, είναι βεβαίως η πείρα, η τέχνη,
αλλά καμιά φορά δεν πρέπει να πας κόντρα σε αυτό που αισθάνεσαι. Και όσες
φορές στη ζωή μου θέλησα να το κοντράρω αυτό, έπαθα ατύχημα. Δεν το
ξαναρισκάρω. Λέω στον κόσμο «συγγνώμη δεν μπορώ να ανέβω». Βγαίνω έξω, ηρεμώ
και μετά από μια ώρα το ανεβάζω.
Όταν ήρθαν τα παιδιά σου και σου είπαν «θέλουμε να μπούμε και εμείς στο
βαρέλι» δεν σκέφθηκες να τα αποτρέψεις;
Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Τα ίδια ήθελαν. Ο Θωμάς, ο μεγάλος μου γιος,
είναι 24. Είναι μέσα από 8 χρόνων. Και ο Σπύρος είναι 22 και είναι μέσα από τα
10 του. Ο Θωμάς τουμπάρισε με το αυτοκίνητο και έσπασε τον ώμο του, ο Σπύρος
ευτυχώς δεν είχε κάποιο σοβαρό ατύχημα μέχρι σήμερα.
Υπάρχουν νέοι που έρχονται και σου λένε θέλουμε να το κάνουμε και εμείς;
Παλιότερα, ναι. Σήμερα όσο απίστευτο και αν ακούγεται δεν υπάρχουν παιδιά που
να γουστάρουν τέτοια πραγματικά. Φοβούνται.
Τι θα μπορούσε να σε κάνει να σταματήσεις τον «Γύρο»;
Τα γεράματα μόνο. Εγώ θα παραχωρήσω τη θέση μου στους πιτσιρικάδες και πάει
λέγοντας. Άλλωστε, έτσι είναι η ζωή.
Από πού ξεκίνησε ο Γύρος του Θανάτου έχεις μάθει;
Λένε ότι κάποιοι Ιταλοί το έφεραν στην Ελλάδα. Ο πατέρας μου πάντως το είχε
δει στη Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του ’40.
H μηχανή σου μού φαίνεται αρκετά παλιά.
Ναι, η δικιά μου η Norton, η 550, είναι του 1946.
Γιατί δεν την έχεις αλλάξει τόσα χρόνια;
Με αυτήν έχω μάθει. Έχει πολλά κιλά ροπή και πάει ακριβώς εκεί που θέλω. Ούτε
πιο πολύ, ούτε πιο λίγο.
Τι εννοείς «πάει εκεί που θέλω»;
H λειτουργία του κινητήρα της είναι ιδανική για το βαρέλι. Έχει πολλή ροπή
και, το κυριότερο, είναι αργόστροφη. Λίγο γκάζι της δίνεις, λίγο ακούει, πολύ
της δίνεις, πολύ ακούει, ό,τι θέλεις την κάνεις. Όταν αφήνεις τα χέρια σου σε
ένα νούμερο ή όταν σηκώνεσαι όρθιος, η αντίσταση είναι μεγάλη, η μηχανή αυτή
δεν παίζει, είναι σταθερή.
Οι γυναίκες ενθουσιάζονται πολύ με τα ακροβατικά;
Όλος ο κόσμος ενθουσιάζεται. Μερικές γυναίκες περισσότερο.
Τη γυναίκα σου εδώ τη γνώρισες;
Ναι, με είχε δει σε μια παράσταση στη Λαμία, το 1977, στη Σπερχειάδα
συγκεκριμένα. Πήρε και εκείνη το ρίσκο της. Είμαστε ακόμη μαζί με τη Βασιλική.
«Το 90% των Αθηναίων σήμερα δεν ξέρει καν ότι υπάρχουμε»
|
| Το μήλο έπεσε κάτω από τη μηλιά και οι δύο γιοι του Γ. Βερούτη από μικροί… στο βαρέλι. Το μεγάλο κόλπο, το «σάλτο μορτάλε» όμως, είναι μόνο για τον αρχηγό της οικογένειας
|
Ο Γύρος του Θανάτου είναι στημένος στην αυλή ενός βενζινάδικου. «Βερούτης
Ακροβατικό Συγκρότημα» διαβάζεις στα ελληνικά και τα αγγλικά. Ζωγραφιές με
αγωνιστικές μοτοσυκλέτες, φόρμουλες και φλόγες στολίζουν εξωτερικά το «βαρέλι»
– όπως και τα υπερμεγέθη πορτρέτα του «δάσκαλου» Γιώργου αλλά και των γιων του
Θωμά και Σπύρου. Μέσα τα πράγματα είναι πιο «μαζεμένα». Ένα βαρέλι ύψους 5,5
μέτρων με τους θεατές έξω και στην κορυφή και τους ακροβάτες στον «πάτο».
Τρεις μηχανές και μια μικρή φόρμουλα (με κινητήρα Fiat 650 cc). Οι
«πιτσιρικάδες» μαρσάρουν τις μηχανές τους και αρχίζουν τους γύρους στο
εσωτερικό του βαρελιού. Το κοινό τρομάζει, αλλά χειροκροτεί. Και πού να έρθει
η ώρα για το σάλτο μορτάλε του αρχηγού. H βαριά μηχανή κινείται σταθερά στο
εσωτερικό του βαρελιού, λες και είναι βιδωμένη στις ξύλινες τάβλες. Έπειτα από
τρεις – τέσσερις περιστροφές ο Βερούτης σηκώνεται όρθιος στη μοτοσυκλέτα,
περνάει τα πόδια του από τη μια μεριά, έτσι που μόνο το δεξί του πόδι να
πατάει το αριστερό μασπιέ και ταυτόχρονα αφήνει τα χέρια του από το τιμόνι. Ο
κόσμος «παγώνει», οι μυημένοι μόνο χειροκροτούν, οι άλλοι φοβούνται μήπως τα
παλαμάκια τους τρομάξουν τους θεούς. Για δυο – τρεις γύρους η Norton και ο
Βερούτης στροβιλίζονται στο κενό. Τα μπάσα του κινητήρα δεν μπορούν να
καλύψουν τις κραυγές μιας κοπέλας που δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που βλέπει.
Ο αρχηγός οδηγεί ξανά τη μηχανή του στη βάση του «βαρελιού». Μερικοί θεατές
πετούν χαρτονομίσματα στο κενό, άλλοι ανάβουν τσιγάρο.
Πόσες μέρες θα δουλέψεις εδώ στη Νέα Χαλκηδόνα;
Για μια μέρα ήρθαμε – για το πανηγύρι. Ευτυχώς που βρέθηκε αυτός ο άνθρωπος
και μας έδωσε τον χώρο. Αλλιώς, πού να δεις στην Αθήνα αυτό το θέαμα; Το 90%
των Αθηναίων δεν ξέρει καν ότι υπάρχουμε.
Τα πιο καλά χρόνια ποια ήταν;
H δεκαετία του ’80, τότε που ήμουν είκοσι χρόνων. Όταν στο τέλος της δεκαετίας
του ’80 γέμισε ο κόσμος τηλεοράσεις και μηχανές, η δουλειά άρχισε να κάνει μια
καμπή.
Παλιά πόσα «βαρέλια» υπήρχαν;
Τη δεκαετία του ’60 υπήρχαν πολλά. 10, 15. Είχαν ανθήσει πάρα πολύ στην
Ελλάδα. Άλλοι όμως σκοτώθηκαν, άλλοι φοβήθηκαν, άλλοι τα παράτησαν.
Στην επαρχία δουλεύεις καλύτερα;
Παντού δουλεύω καλά, απλώς στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη δεν μας αφήνουν. H
Θεσσαλονίκη έχει να δει τον Γύρο του Θανάτου από το 1973, που μας απαγόρευσαν
να μπούμε στην Έκθεση.
Σε ποιες πόλεις δουλεύεις καλύτερα;
Ο Βόλος, η Τρίπολη, η Σπάρτη, τα Τρίκαλα, η Λάρισα, οι Σέρρες, είναι όλα καλά
μέρη. Γυρνάμε συνήθως τις εμποροπανηγύρεις όλης της Ελλάδας – κυρίως τον
Αύγουστο. Με φωνάζουν αυτοί που παίρνουν τα λούνα παρκ.



