Ένα παιχνίδι ζωής και θανάτου, αλήθειας και ψέματος, με τον άντρα (Σπύρο

Παπαδόπουλο) να πιστεύει ότι ελέγχει την κατάσταση και τις γυναίκες (Μαρία

Ναυπλιώτου, Θεοφανία Παπαθωμά και Φαίη Ξυλά) να τον αφήνουν στην αυταπάτη του,

είναι το σινεμασκόπ μιούζικαλ «Πεθαίνοντας στην Αθήνα», που γυρίζει ήδη ο

Νίκος Παναγιωτόπουλος

Τις προηγούμενες ημέρες ο Νίκος Παναγιωτόπουλος έτριβε τα χέρια του. Όχι λόγω

του κρύου, αλλά από χαρά, διότι οι καιρικές συνθήκες ήταν αυτές που ήθελε για

τα γυρίσματα της νέας ταινίας του «Πεθαίνοντας στην Αθήνα», ένα σινεμασκόπ

μιούζικαλ που βασίζεται στη χορογραφημένη δράση.

Δύο χρόνια μετά το «Delivery» του, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος εξασφάλισε για

αυτήν την… κινηματογραφική αναγγελία θανάτου τη συμμετοχή του Κωνσταντίνου

Ρήγου για τις χορογραφίες, του Σταμάτη Κραουνάκη για τη μουσική και τα (επτά)

τραγούδια, του Άρη Σταύρου για τη διεύθυνση φωτογραφίας, ενώ μπροστά από τις

κάμερες βρίσκονται ήδη οι Σπύρος Παπαδόπουλος, Μαρία Ναυπλιώτου, Θεοφανία

Παπαθωμά, Φαίη Ξυλά, Βίκυ Παπαδοπούλου (του «Δυο μέρες μόνο»).

Ο ήρωας της ταινίας, ο Ανδρέας, καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης, μαθαίνει

από τον γιατρό του ότι πάσχει από καλπάζουσα μορφή λευχαιμίας και πως του

απομένουν τρεις μήνες ζωής! Ξαφνικά, όλος κόσμος του γκρεμίζεται. Αποφασίζει

δε να πει τη μισή αλήθεια – πως πάσχει από ελαφράς μορφής λευχαιμία – στη

γυναίκα του και στις δύο ερωμένες του, αλλά ο γιατρός και φίλος της γυναίκας

του τής λέει όλη την αλήθεια. Κι εκείνη ενημερώνει και τις δύο φιλενάδες του.

Και οι τρεις αποφασίζουν να μοιράζουν την ημέρα σε τρεις βάρδιες, για να του

στέκονται ως αποκλειστικές νοσοκόμες…

H ιδέα για την ταινία πώς γεννήθηκε;

Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι στον κινηματογράφο αγαπώ ιδιαίτερα το μπουρλέσκ

και τις μουσικοχορευτικές ταινίες. Έναν κινηματογράφο, δηλαδή, της επιφάνειας.

Όταν οι άνθρωποι λένε αυτά γίνονται μόνο στον κινηματογράφο, νομίζω ότι

ορίζουν με τον καλύτερο τρόπο κάτι από την ουσία του κινηματογράφου. H

επιθυμία μου να γυρίσω μια μουσικοχορευτική ταινία, έγχρωμη και σινεμασκόπ,

ξεκινάει από την εποχή που ήμουν στη Σχολή Κινηματογράφου.

Ο τίτλος υποδηλώνει και τι συνέβαινε προηγουμένως στη ζωή του Ανδρέα;

Ο τίτλος παραπέμπει σε ένα φιλμ-θρύλο του πολιτικού σινεμά, το «Πεθαίνοντας

στη Μαδρίτη». Επίτηδες, με την ελπίδα να γίνει ένα φιλμ-θρύλος.

Το γεγονός ότι οι γυναίκες της ζωής τού ήρωα γνωρίζουν την κατάστασή του

αλλά δεν του το λένε και συμμετέχουν στο «παιχνίδι» του, εκτός από την πρόθεση

να τον βοηθήσουν, μήπως υποκρύπτει και κάτι άλλο; Εκδίκηση ίσως;

Κανείς δεν ξέρει αν οι γυναίκες της ζωής τού ήρωα – ούτε οι ίδιες – συμμαχούν

για να τον βοηθήσουν να πεθάνει ή για να τον εκδικηθούν. Είναι γνωστό ότι η

συνείδηση μας παίζει χοντρά παιχνίδια.

Ποιο είναι το μήνυμα;

Ευτυχώς, πριν ακόμα αρχίσω να γυρίζω ταινίες είχα ξεπεράσει την παιδική

ασθένεια να θέλω κάτι να πω. Όταν κάνω μια ταινία είναι πιο πολύ γιατί θέλω

κάτι να κάνω.

H χορογραφημένη δράση τι εξυπηρετεί;

Είναι ουσιαστικό συστατικό. Σαν κάτι να θέλει να φωτίσει ή σαν κάτι να θέλει

να συσκοτίσει.

Δεν αυξάνει το ρίσκο;

Εάν τίποτε δεν διακυβεύεται, τι νόημα θα είχε να κάνει κανείς κάτι; Γυρίζω

ταινίες που θα ήθελα να δω στο σινεμά ως θεατής. Δεν είμαι ο πιο κατάλληλος

σκηνοθέτης για να υπηρετήσω τα γούστα ενός κοινού που δεν είναι του γούστου

μου. Λυπάμαι…

«H τηλεόραση δεν έχει καμία λάμψη»

Το κινηματογραφικό μιούζικαλ επιστρέφει με το «Πεθαίνοντας στην Αθήνα»; «Δεν

λειτουργώ έτσι. Δεν ξέρω τι επιστρέφει ή τι χάνεται ανεπιστρεπτί. Ως άνθρωπος

επιστρέφω συνεχώς στον εαυτό μου», απαντά ο Νίκος Παναγιωτόπουλος.

Οι πρωταγωνιστές έχουν ισχυρή τηλεοπτική εικόνα. Πόσο ρόλο έπαιξε στην επιλογή

τους;

Σε ό,τι με αφορά, μπορώ να πω ότι είναι μόνο εναντίον τους. Δεν με δελέασε η

τηλεοπτική λάμψη τους. Για μένα η τηλεόραση δεν έχει καμία λάμψη. Την επιλογή

των ηθοποιών την κάνω με το ένστικτό μου.

INFO

Το «Πεθαίνοντας στην Αθήνα» θα ολοκληρωθεί με γυρίσματα στη λίμνη Πλαστήρα τον

Μάρτιο. Θα παρουσιαστεί στο Φεστιβάλ Βενετίας. Στις αίθουσες από Οκτώβριο.