Νέο πλήγμα για τον κατασκευαστικό κλάδο αναμένεται να αποτελέσουν οι περικοπές

των 650 εκατ. ευρώ από τους προϋπολογισμούς των προβληματικών έργων των

προηγουμένων ετών του Γ’ ΚΠΣ. Πολύ περισσότερο, αν λόγω του βασικού μετόχου η

Κομισιόν «παγώσει» τους κοινοτικούς πόρους για νέα έργα που έχουν ενταχθεί στο

Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Και αυτό σε μια στιγμή κατά την οποία ο

κατασκευαστικός κλάδος, που από πολλούς θεωρείται «ατμομηχανή» ανάπτυξης της

ελληνικής οικονομίας, βρίσκεται σε κρίση λόγω της μεταολυμπιακής συρρίκνωσης

των έργων, αλλά και των οφειλών 800 εκατ. ευρώ που έχει προς τις

κατασκευαστικές επιχειρήσεις το Δημόσιο από ανεξόφλητα ολυμπιακά έργα.

Την ίδια στιγμή και ενώ οι οφειλές αυτές αποπληρώνονται με ρυθμό… χελώνας,

στελέχη της κατασκευαστικής αγοράς φοβούνται ότι από τη μια ο βασικός μέτοχος

και από την άλλη οι λεγόμενες υπερβάσεις στην υλοποίηση έργων του Γ’ ΚΠΣ θα

έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια πολύτιμων κοινοτικών πόρων.

Οι επιπτώσεις

Ήδη, η κρίση στο κλάδο των κατασκευών άρχισε να διαχέεται στην αγορά και την

οικονομία. Δεν είναι μόνο οι 60.000 άνεργοι του κλάδου οι δραστηριότητες του

οποίου αντιστοιχούν σε 10% του ΑΕΠ, είναι και η ύφεση που έχει χτυπήσει την

πόρτα άλλων, συναφών με τις κατασκευές κλάδων (τσιμέντα και άλλα οικοδομικά

υλικά) που όλοι μαζί αντιπροσωπεύουν επίσης 10% του ΑΕΠ.

Το νέο «πακέτο» υποχρεώσεων του Δημοσίου που εκτιμάται ότι θα επιδεινώσει το

χρηματοοικονομικό αδιέξοδο των κατασκευαστικών εταιρειών, αφορά εκατοντάδες

μικρά και μεγάλα έργα που κατασκευάστηκαν με κοινοτική συγχρηματοδότηση και

τώρα περνούν από το… μικροσκόπιο των υπηρεσιών της Πολωνής επιτρόπου, κυρίας

Ντ. Χούμπνερ. Με αφορμή δικαιολογημένες και αδικαιολόγητες υπερβάσεις των

προϋπολογισμών, η αρμόδια για την περιφερειακή ανάπτυξη επίτροπος δείχνει

αποφασισμένη να κλείσει τους κρουνούς των κοινοτικών πόρων για δεκάδες έργα,

τα οποία είτε βρίσκονται σε εξέλιξη είτε έχουν ολοκληρωθεί.

Ανησυχίες

H Πολωνή επίτροπος, αρμόδια για την περιφερειακή ανάπτυξη, Ντ. Χούμπνερ

Πάντως, άσχετα από τις προθέσεις των κοινοτικών αξιωματούχων, το βέβαιο είναι

ότι ο κατασκευαστικός κλάδος περνά δύσκολες ημέρες. Μετά τους Ολυμπιακούς

Αγώνες, στον κλάδο εκτιμάται ότι έχουν γίνει 60.000 απολύσεις, ενώ πολλές

επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου

Τεχνικών Εταιρειών Ανώτατης Τάξης κ. Γιώργος Συριανός δεν κρύβει την ανησυχία

του για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κατασκευαστικές εταιρείες μετά την

«απότομη μείωση της κατασκευαστικής δραστηριότητας τη μεταολυμπιακή περίοδο»

και εκτιμά ότι για να αποφευχθούν τα χειρότερα πρέπει να επιταχυνθούν οι

ρυθμοί υλοποίησης των δημοσίων έργων και παράλληλα να διαμορφωθεί το

απαραίτητο θεσμικό περιβάλλον που θα ανοίγει τον δρόμο για συμπράξεις

ιδιωτικών επιχειρήσεων και δημοσίων φορέων. Σχολεία, δίκτυα ύδρευσης, μαρίνες,

βιολογικοί καθαρισμοί αποτελούν, σύμφωνα με τον κ. Συριανό, μερικά

παραδείγματα των συμπράξεων αυτών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, τα χρέη των κατασκευαστικών εταιρειών προς τις

τράπεζες στο σύνολό τους προσεγγίζουν τα 2,5 δισ. ευρώ. Αρκετές από αυτές ήδη

βρίσκονται αντιμέτωπες με το φάσμα της πτώχευσης, καθώς οι τράπεζες δεν

φαίνονται διατεθειμένες να προχωρήσουν σε νέες ρυθμίσεις των δανείων. Την ίδια

στιγμή και παρά το χρηματοοικονομικό αδιέξοδο που αντιμετωπίζουν οι

κατασκευαστικές εταιρείες, το Ελληνικό Δημόσιο εξακολουθεί να αποπληρώνει με

το… σταγονόμετρο τις οφειλές του προς αυτές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των

επιπτώσεων της ασυνέπειας αυτής είναι η βορειοελλαδίτικη εταιρεία Θεμελιοδομή,

στην οποία το Ελληνικό Δημόσιο οφείλει 47 εκατ. ευρώ αλλά το σύνολο των

υποχρεώσεών της προς τις τράπεζες ανέρχεται σε 91,4 εκατ. ευρώ.

Σφίγγει ο κλοιός

Οι καθυστερήσεις στην αποπληρωμή δημοσίων έργων δεν είναι, βέβαια, η μοναδική

αιτία για το σημερινό ασφυκτικό περιβάλλον στον κατασκευαστικό κλάδο. Είναι

και το επί περίπου ένα χρόνο «πάγωμα» στις αναθέσεις νέων μεγάλων δημοσίων

έργων, αλλά και η αυτονόητη καθίζηση της αγοράς που ακολούθησε την ολοκλήρωση

των ολυμπιακών έργων.

Σε αυτό το άκρως δυσμενές περιβάλλον, ο κλοιός για τις πλέον ευάλωτες

εταιρείες άρχισε να σφίγγει επικίνδυνα. Ήδη, προτού καν ολοκληρωθούν τα

ολυμπιακά έργα, η Ευρωπαϊκή Τεχνική (είχε εγκαταλείψει στα μισά την κατασκευή

της Λεωφόρου Μαραθώνος), η Τεχνοδομή, η Εργάς και η Μπαλάφας βρέθηκαν

αντιμέτωπες με οικονομικό αδιέξοδο, γεγονός που ανάγκασε τη διοίκηση του

Χρηματιστηρίου είτε να αναστείλει τη διαπραγμάτευση των μετοχών τους είτε να

τις θέσει υπό καθεστώς επιτήρησης.