ΓΙΑ κάθε ηγέτη, η συνέντευξη Τύπου είναι η ώρα της αλήθειας. Δεν έχουν

όμως όλοι την ίδια άνεση όταν κάθονται στο τραπέζι με το μικρόφωνο και ένα

ποτήρι νερό.

Ο Τζων Κέννεντυ είχε τέτοια ευφράδεια, που όχι μόνο έδινε συχνά συνεντεύξεις

Τύπου, αλλά καθιέρωσε και την τηλεοπτική τους μετάδοση. Ο JFK ήταν διαθέσιμος

στο «πρες κορ» του Λευκού Οίκου ακόμη και στις πιο μελανές φάσεις της

προεδρίας του, όπως την επαύριον του φιάσκου της απόβασης στον Κόλπο των

Χοίρων το 1961. Πολιτικός με μαγική αίσθηση του λόγου, βρήκε κάτι να πει ακόμη

και στη συγκεκριμένη περίσταση: «H νίκη έχει χίλιους πατέρες, η ήττα είναι

ορφανό». Αντιθέτως, πρόεδροι όπως ο Λίντον Τζόνσον ή ο Ρίτσαρντ Νίξον

προτιμούσαν να κάνουν διαγγέλματα.

Αυτό που ίσχυε τη δεκαετία του ’60 στις ΗΠΑ, τη δημοκρατία που εισήλθε πρώτη

στην εποχή της τηλεόρασης, ισχύει σήμερα διεθνώς.

Στο Λονδίνο, ο Τόνι Μπλερ έχει καθιερώσει μια μηνιαία συνέντευξη Τύπου του

πρωθυπουργού. Ακόμη και στις πιο δύσκολες φάσεις του Πολέμου στο Ιράκ, το

δημοσιογραφικό λόμπι της Ντάουνινγκ Στριτ δεν μπόρεσε να τον στριμώξει.

Αντιθέτως, κάθε φορά φεύγει από το τραπέζι πολιτικά κερδισμένος.

Στη Μόσχα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν έχει μάλλον σε απόσταση τα MME. Πέρσι τον

Σεπτέμβριο όμως, αμέσως μετά το Μπεσλάν, ο άρχων του Κρεμλίνου κάλεσε τριάντα

ξένους δημοσιογράφους από τις μεγαλύτερες εφημερίδες του κόσμου σε συνέντευξη

Τύπου. Τους δέχθηκε βράδυ στην κατοικία του στο Νόβο Ογκάρεβο. Ήρεμος και

ευδιάθετος, απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις, μέχρι περασμένα μεσάνυχτα, και,

σύμφωνα με μαρτυρία της ανταποκρίτριας του βρετανικού «Ιντιπέντεντ», «το

μελάνι στα στιλό είχε στεγνώσει και οι κασέτες στα μαγνητόφωνα είχαν

τελειώσει». Εν προκειμένω, η συνέντευξη ήταν μια επίδειξη πυγμής.

ΕΔΩ και επτά χρόνια όταν ανήλθε στην ηγεσία της Ρηγίλλης, ένα από τα

πλεονεκτήματα του Καραμανλή εθεωρείτο – και ήταν – η ικανότητά του στον λόγο.

Από την άποψη αυτή, οι μέτριες επιδόσεις του στις συνεντεύξεις Τύπου τόσο στη

ΔΕΘ όσο και την περασμένη Τρίτη στους ξένους ανταποκριτές δημιουργούν πρόσθετα

ερωτηματικά. Φυσικά, υπάρχει η εξήγηση των πολιτικών αδιεξόδων της

διακυβέρνησης της N.Δ. σε πλείστα μέτωπα. Φαίνεται όμως ότι το συγκεκριμένο

στυλ πολιτικού λόγου του Καραμανλή ανταποκρίνεται και σε επιλογή του

Πρωθυπουργού.

Αν και το Μαξίμου δέχθηκε, ως παραδοσιακά είθισται, ενημερωτικά σημειώματα από

τα υπουργεία, το βάρος της προετοιμασίας της συνέντευξης προς τους ξένους

ανταποκριτές έπεσε στο στενό επιτελείο του Πρωθυπουργού. Δηλαδή στον υπουργό

Επικρατείας Θόδωρο Ρουσόπουλο και στον πολιτικό αναλυτή Γιάννη Λούλη. Ο

τελευταίος, που έχει άτυπη, πλην στενότατη σχέση με τον Πρωθυπουργό,

επεξεργάστηκε εκ των προτέρων απαντήσεις σε πιθανές ερωτήσεις.

Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ προετοιμάστηκε – και χειρίστηκε – τη συνέντευξη πολιτικά

και όχι κυβερνητικά. Στόχος του δεν ήταν να αναπτύξει σε βάθος τα θέματα.

Αντιθέτως, σκοπός του ήταν να συντηρήσει την εικόνα του ως ενός ειλικρινούς

ηγέτη που μιλάει απλά, όχι τεχνοκρατικά, και λέει την αλήθεια στον λαό. Σε ένα

δεύτερο επίπεδο, ο Καραμανλής προσήλθε στη συνέντευξη ώστε να προετοιμάσει την

κοινή γνώμη για σκλήρυνση της κυβερνητικής πολιτικής στην οικονομία.

Στην πραγματικότητα, η συνέντευξη Τύπου της περασμένης Τρίτης δεν δόθηκε για

να εξυπηρετηθούν τα MME, αλλά σε μια προσπάθεια επικοινωνίας με την κοινή

γνώμη. Εξ ου και προγραμματίστηκε κατ’ εξαίρεση σε ώρα βραδινή, που να

συμπίπτει με το λεγόμενο «πράιμ τάιμ» της τηλεόρασης, όταν μπροστά στη μικρή

οθόνη βρίσκεται ο μέγιστος αριθμός τηλεθεατών. Με αυτούς ήθελε να συνομιλήσει,

πάνω από τα κεφάλια των δημοσιογράφων, ο Πρωθυπουργός.

Το πέτυχε; Αυτό θα περιμένει να το δει από τις μετρήσεις που κάνει το Μαξίμου.

Άλλωστε, η παρατήρηση του Καραμανλή για τις δημοσκοπήσεις, που είναι «εργαλείο

πολιτικής», ήταν ίσως η πιο ειλικρινής απάντηση που έδωσε στη συνέντευξη

Τύπου.