Ινσουλίνη. Οι γιατροί μεταμόσχευσαν κύτταρα που παράγουν την ουσία

MIA ΜΕΓΑΛΗ επιτυχία στη μάχη κατά του διαβήτη πέτυχαν γιατροί, οι

οποίοι ανακοίνωσαν χθες πως «θεράπευσαν» από τη νόσο με μεταμόσχευση τον πρώτο

Βρετανό ασθενή.

Ο Ρίτσαρντ Λέιν, 61 χρόνων, έκανε πέντε ενέσεις ινσουλίνης την ημέρα για να

ελέγξει τον διαβήτη από τον οποίο έπασχε εδώ και περίπου τρεις δεκαετίες.

Έπειτα όμως από τρεις μεταμοσχεύσεις νησιδίων του παγκρέατος, των κυττάρων που

παράγουν την ινσουλίνη, από τρεις διαφορετικούς δότες, δεν χρειάζεται πλέον

ενέσεις για να ελέγχει τη νόσο και διάγει φυσιολογική ζωή. «Δεν είμαι απλώς

ευχαριστημένος, είμαι πανευτυχής», δήλωσε. «Έπειτα από 30 χρόνια που έπρεπε να

μετράω τους υδρογονάνθρακες σε κάθε γεύμα και να ζω με τον διαρκή φόβο της

λιποθυμίας, δεν χρειάζεται πλέον να ανησυχώ. Έχω ανακτήσει όλη την

ενεργητικότητα και τον ενθουσιασμό μου. Είμαι πολύ τυχερός».

Στη Βρετανία

Οι γιατροί του Νοσοκομείου Kings College, οι οποίοι πραγματοποίησαν τη

μεταμόσχευση, δήλωσαν πως μια νέα εποχή ανατέλλει για τους ασθενείς του

διαβήτη τύπου 1, όπως ο Λέινς, που εξαρτώνται από καθημερινές ενέσεις

ινσουλίνης. «Οι συνέπειες για το μέλλον είναι τεράστιες», δήλωσε η καθηγήτρια

Στεφανί Άμιελ που ηγήθηκε της ομάδας. «Μπορεί να σημάνει το τέλος της

εξάρτησης από την ινσουλίνη όλων των διαβητικών τύπου 1».

H μεταμόσχευση πραγματοποιήθηκε με τοπική νάρκωση. Περιελάμβανε την έγχυση

νησιδίων του παγκρέατος, μέσω ενός σωληνίσκου, στην πυλαία φλέβα που

τροφοδοτεί το ήπαρ. Τα κύτταρα, τα οποία είχαν ληφθεί από πτώματα, εισχώρησαν

στο ήπαρ όπου λειτούργησαν παράγοντας ινσουλίνη όπως ένα φυσιολογικό πάγκρεας.

H ομάδα του Kings College ανακοίνωσε πως έκανε μεταμοσχεύσεις νησιδίων του

παγκρέατος σε τρεις ασθενείς από διαβήτη, αλλά μόνο στην περίπτωση του Λέιν

είχαν πλήρη επιτυχία. Οι δύο άλλοι ασθενείς εξακολουθούν να χρειάζονται μικρές

δόσεις ινσουλίνης για να ελέγχουν τον διαβήτη τους. Το κύριο μειονέκτημα στις

μεταμοσχεύσεις νησιδίων είναι η έλλειψη δωρητών και οι ασθενείς πρέπει να

λαμβάνουν σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, τα οποία

μειώνουν την ανοσία και μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο του καρκίνου. Αυτήν τη

στιγμή η θεραπεία προσφέρεται μόνο σ’ εκείνους που έχουν σημαντικά προβλήματα

με τη συμβατική θεραπεία ινσουλίνης ή πάσχουν από επικίνδυνες κρίσεις υπογλυκαιμίας.