Στις πρόσφατες αμερικανικές εκλογές και οι δύο πλευρές παρουσίασαν στους

ψηφοφόρους με τον δικό τους τρόπο γεγονότα, αριθμούς, εξηγήσεις και

αντικρούσεις εξηγήσεων. Το κόλπο είναι παλιό: Αν ρίξουμε αρκετή λάσπη, κάτι θα

μείνει. Αν μπερδέψουμε τους ψηφοφόρους όσο περισσότερο γίνεται, είναι πολύ

πιθανό ότι οι περισσότεροι δεν θα θελήσουν να αλλάξει η κατάσταση.

Το μεγαλύτερο μέρος των MME, που δεν ελέγχονταν από τους ρεπουμπλικάνους,

προσπάθησε να κρατήσει ισορροπία ανάμεσα στις δύο πλευρές. Αν οι μεν έλεγαν

ότι ο ουρανός είναι μπλε και οι δε ότι είναι πορτοκαλί, οι δημοσιογράφοι

προσπαθούσαν σκληρά να βρουν κάποιο ακαδημαϊκό – ακόμη και αν αυτός είχε…

αχρωματοψία – που θα ήταν πρόθυμος να πει ότι ο ουρανός έχει πράγματι χρώμα

πορτοκαλί. Ήθελαν να φαίνονται αντικειμενικοί. Είναι, όμως, τελικά όλα θέμα

γνώμης; Είναι όλες οι ερμηνείες έγκυρες; Απάντηση στην ερώτηση αυτή μπορώ να

δώσω μόνον όσον αφορά τον τομέα της ειδικότητάς μου, τα οικονομικά.

«Κουτσή» ανάκαμψη

H οικονομία πράγματι δεν πήγαινε καλά όταν ανέλαβε ο Μπους, το 2001.

Κληρονόμη-σε, όμως, ένα τεράστιο δημοσιο-νομικό πλεόνασμα, το οποίο μετέτρεψε

σε ένα γιγαντιαίο έλλειμμα

Ο πρόεδρος Μπους ανέφερε ότι διαπιστώνει τεράστια αύξηση στην απασχόληση τους

τελευταίους 13 μήνες, υποστηρίζοντας ότι η αγορά εργασίας στην Αμερική

ξεπέρασε τον σκόπελο. Είναι, όμως, αλήθεια; Παρά το γεγονός ότι η αύξηση των

θέσεων εργασίας τον Οκτώβριο ήταν – επιτέλους – σημαντική, τον Σεπτέμβριο

δημιουργήθηκαν μόλις 96.000 νέες δουλειές, 50.000 λιγότερες από όσες

χρειάζονταν. Όμως, σε αυτή τη φάση του οικονομικού κύκλου, θα έπρεπε να

δημιουργούνται θέσεις εργασίας με γοργούς ρυθμούς, ώστε να αντισταθμιστεί η

απώλεια θέσεων που είχε καταγραφεί κατά τη διάρκεια της καθοδικής πορείας του

οικονομικού κύκλου (όπως έγινε την περίοδο 1993-1995). Στην πραγματικότητα,

πρόκειται για τη χειρότερη ανάκαμψη – σε ό,τι αφορά την απασχόληση – από τις

εννέα υφέσεις που πέρασαν οι ΗΠΑ μετά τον πόλεμο. Κανένα ψέμα δεν μπορεί να το

αλλάξει αυτό. H Αμερική δεν έχει ξεπεράσει τον σκόπελο. Αντίθετα, οι

περισσότεροι προβλέπουν χαμηλότερη ανάπτυξη το 2005 από το 2004. Έτσι, η

ανάπτυξη δεν θα είναι αρκετή για να εξαφανίσει «το έλλειμμα θέσεων εργασίας»,

δηλαδή, τον αριθμό των θέσεων εργασίας που δημιούργησε η οικονομία τα

τελευταία τέσσερα χρόνια σε σχέση με τον αριθμό των νεοεισερχόμενων στην αγορά

εργασίας.

Βρήκε πλεόνασμα

Όμως, ας μην κατηγορούμε τον Μπους, λένε πολλοί. H οικονομία βρισκόταν σε

πτωτική πορεία όταν ανέλαβε, το 2001, και οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης

Σεπτεμβρίου 2001, καθώς και το Ιράκ έκαναν τα πράγματα χειρότερα. H οικονομία

πράγματι δεν πήγαινε καλά τότε, αλλά ο Μπους κληρονόμησε και ένα τεράστιο

δημοσιονομικό πλεόνασμα, το οποίο έφτανε το 2% του ΑΕΠ. Αυτό το μετέτρεψε σε

ένα γιγαντιαίο έλλειμμα, που φτάνει το 4,5% του ΑΕΠ. Σε κανονικές συνθήκες μια

τέτοια μεταβολή έπρεπε να έχει δημιουργήσει τεράστιες προοπτικές για ανάπτυξη

της οικονομίας και έτσι να ανησυχεί τους αρμόδιους ο πληθωρισμός περισσότερο,

παρά η ανεργία.

Για τους πλούσιους

Αυτό, όμως, δεν συνέβη, επειδή ο Μπους προώθησε περικοπές στη φορολογία που

δεν σχεδιάστηκαν για να τονώσουν την οικονομία, αλλά για να ωφελήσουν τους

πλούσιους. Μια μείωση των φόρων στα χαμηλότερα εισοδήματα ή μια αύξηση στα

επιδόματα ανεργίας θα τόνωνε πολύ περισσότερο την κατανάλωση.

Είναι αλήθεια ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις στην Αμερική και το Ιράκ έπληξαν

σημαντικά την οικονομία. Όμως, ήταν προφανές ακόμη και πριν από την 11η

Σεπτεμβρίου 2001 ότι η συνταγή Μπους δεν ήταν αποτελεσματική. Στις ετήσιες

οικονομικές του εκθέσεις, τον Φεβρουάριο του 2002, αλλά και του 2003 και του

2004, ο Μπους με αυτοπεποίθηση – αλλά λανθασμένα – προέβλεψε ότι οι περικοπές

που έκανε στη φορολογία θα δημιουργήσουν εκατομμύρια θέσεις εργασίας.

Τέλος, δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε τον πόλεμο στο Ιράκ και τις οικονομικές

του συνέπειες. Όσοι ασκούσαν κριτική, προειδοποιούσαν ότι ο πόλεμος θα

δημιουργούσε αστάθεια στο Ιράκ και στη Μέση Ανατολή και ότι αυτό θα οδηγούσε

σε υψηλές τιμές πετρελαίου. Ο Μπους αγνόησε τις προειδοποιήσεις αυτές. Όμως,

όσοι τα έλεγαν αυτά, είχαν δίκιο.

Δύο απειλές

Σήμερα, υπάρχουν δύο παράγοντες που απειλούν την οικονομική ανάκαμψη της

Αμερικής: Τα υψηλά χρέη των νοικοκυριών σημαίνουν ότι αν αυξηθούν τα επιτόκια,

όπως γίνεται κατά τη διάρκεια μιας φυσιολογικής ανάκαμψης, οι οικογένειες

αυτές θα βρεθούν σε δύσκολη θέση. Επιπλέον, οι τιμές των ακινήτων μπορεί να

υποχωρήσουν δραματικά, οπότε πολλά νοικοκυριά μπορεί να βρεθούν με στεγαστικά

δάνεια υψηλότερα από την αξία των ακινήτων τους. Οι χρεοκοπίες στις ΗΠΑ είναι

ήδη 333% περισσότερες από ό,τι ήταν πριν από τέσσερα χρόνια. Πρέπει, όμως, ο

Μπους να κατηγορηθεί, επειδή οι Αμερικανοί δανείζονται υπερβολικά; H απάντηση

είναι «ναι». H αποτυχία στη δημοσιονομική πολιτική έστρεψε το βάρος στη

νομισματική πολιτική. Τα επιτόκια έφτασαν σε νέα ιστορικά χαμηλά, πράγμα που

βοήθησε την οικονομία, χωρίς όμως να τονωθούν οι επενδύσεις. H χαλάρωση της

νομισματικής πολιτικής «δούλεψε» μόνο επειδή τα νοικοκυριά χρεώθηκαν

περισσότερο, αφήνοντας την οικονομία πιο ευάλωτη στην αύξηση των επιτοκίων.

H δεύτερη απειλή για την οικονομία είναι οι υψηλές τιμές του πετρελαίου. H

αποτυχημένη πολιτική του Μπους στη Μέση Ανατολή είναι μέρος, μόνο, του

προβλήματος. Μπορούσε – και έπρεπε – να πιέσει για τη δημιουργία μέτρων

κατανάλωσης ενέργειας. Αν το είχε κάνει πριν από τέσσερα χρόνια, η κατανάλωση

στις ΗΠΑ – και οι τιμές του πετρελαίου – θα ήταν σήμερα πιο χαμηλά. Αντί γι’

αυτό, ο Μπους πίεσε τις θυγατρικές πετρελαιοβιομηχανιών να παράγουν

περισσότερα προϊόντα πετρελαίου. H πολιτική «πρώτα ας στεγνώσουμε την

Αμερική», κάνει τη χώρα πιο ευάλωτη στο μέλλον.

Ξέρουμε από τις πρόσφατες αμερικανικές εκλογές ότι τα γεγονότα δεν είναι

πάντοτε αυταπόδεικτα. Όμως, δεν χρειάζεται πολύ για να καταλάβει κανείς πού

βρίσκεται σήμερα η αμερικανική οικονομία, πού οδηγείται και ποιος φταίει γι’

αυτό. Όμως, πιο σημαντικό από την απόδοση ευθυνών είναι να διορθώνονται τα

λάθη. Δυστυχώς, ο πρόεδρος Μπους είναι απρόθυμος να παραδεχθεί τα λάθη του,

τόσο στην οικονομική πολιτική όσο και στο Ιράκ.

Project Syndicate, Δεκέμβριος 2004

O Joseph Stiglitz είναι καθηγητής Οικονομικών στο αμερικανικό

Πανεπιστήμιο Κολούμπια, μέλος της Επιτροπής των Κοινωνικών Επιπτώσεων της

Παγκοσμιοποίησης Νομπελίστας Οικονομίας 2001

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ