Ένα λάθος κάποιου τρίτου που ακόμη δεν αποδόθηκε, στοίχισε τη ζωή ενός

23χρονου λοχία. Του Στέφανου Φακάκη, που σκοτώθηκε από έκρηξη χειροβομβίδας

κατά τη διάρκεια άσκησης στην περιοχή Φερών Έβρου, την Τρίτη, 2 Σεπτεμβρίου. H

χειροβομβίδα που παραδόθηκε στα χέρια του δεν ήταν δυστυχώς καπνογόνος, όπως

οι υπόλοιπες… Ήταν αμυντική!

Αντώνης Αναστασιάδης. Ένα λάθος τρίτου στοίχισε τη ζωή ενός 23χρονου σε

στρατιωτική άσκηση. Ήταν ο Διοικητής και είχε τέτοιο αίσθημα ευθύνης που αυτοκτόνησε…

Εκείνος ήταν ο Διοικητής της Μονάδας όπου ανήκε ο 23χρονος. Λεγόταν Αντώνιος

Αναστασιάδης, ήταν 46 χρόνων, παντρεμένος με τη Ζωγραφιά του – «τον φωτεινό

φάρο της ζωής του» – πατέρας δύο κοριτσιών, της 23χρονης Μένιας και της

Μαρίας, 21 ετών. Και αύριο στην Αλεξανδρούπολη τελείται η επιμνημόσυνος δέηση

των σαράντα ημερών από τον θάνατό του…

Το τελευταίο. Την ημέρα του ατυχήματος βρισκόταν σε εκπαιδευτικό ταξίδι

στο Βελιγράδι. Ήταν το τελευταίο ταξίδι που έκανε με τη γυναίκα του. Το

επόμενο ταξίδι που μόνος του προγραμμάτισε είχε μόνο έναν επιβάτη…

Πέμπτη βράδυ επέστρεψαν από το Βελιγράδι στην Αλεξανδρούπολη. Παρασκευή πρωί

είχε ραντεβού με τον ταξίαρχο. Σάββατο έδωσε την κατάθεσή του για το συμβάν.

Κι αμέσως μετά αυτοκτόνησε μέσα στο στρατόπεδό του! Κρεμάστηκε χρησιμοποιώντας

τα κορδόνια από τα στρατιωτικά του άρβυλα… Πήρε εκείνος την ευθύνη και

απέδωσε – όπως πίστευε – δικαιοσύνη για το λάθος κάποιου άλλου και τον άδικο

χαμό ενός νέου ανθρώπου. Επειδή ήταν ο διοικητής. Και ως άνθρωπος πρώτα, αλλά

και ως στρατιωτικός είχε διδαχθεί – και δίδαξε – πως πάνω και από τη ζωή είναι

η τιμή και η αξιοπρέπεια. Τραγική σύμπτωση: και οι δύο πρωταγωνιστές αυτής της

απίστευτης τραγωδίας κατάγονταν από το ίδιο χωριό. Την Πορόια Σερρών… H

Ζωγραφιά Αναστασιάδη βιώνει τον πόνο της με την αξιοπρέπεια που έχει – και

οφείλει να έχει – ως γυναίκα στρατιωτικού. Και μάλιστα ενός στρατιωτικού που

όπως λέει «ήταν ένας ακέραιος άνθρωπος, υπόδειγμα εντιμότητας, αλλά και

ευαισθησίας και τρυφερότητας…».

Δεν την προετοίμασε. Τον έχασε μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου και

ούτε που την προετοίμασε καθόλου γι’ αυτό: «Δεν με άφησε να καταλάβω τίποτα.

Ταράχθηκε και στενοχωρήθηκε πολύ όταν έμαθε για το ατύχημα. Αλλά ήταν

ψύχραιμος και διατήρησε την ψυχραιμία του μέχρι και το πρωί του Σαββάτου που

έφυγε από το σπίτι για να καταθέσει. Και δεν ξαναγύρισε… Δεν μπορώ να

καταλάβω πώς μπόρεσε να πάρει μια τόσο τρομερή απόφαση δίχως να λογαριάσει

εμένα, τα παιδιά μας, το σπίτι, την οικογένειά του, την ίδια του τη ζωή… Δεν

μπορώ να το καταλάβω! Κάτι πρέπει να έγινε! Ξέρω πολύ καλά τον Αντώνη,

μπορούσε να το αντιμετωπίσει. Κάτι έγινε, πρέπει να του ασκήθηκε πίεση,

κάποιος ή κάποιοι τον έσπρωξαν εκτός ορίων, δεν ξέρω τι πίεση ήταν αυτή, δεν

μπορώ να εξηγήσω την ενέργειά του…».

Ανυπέρβλητος πόνος. Μονόλογος πικρός, τρυφερός, απελπισμένος. Πόνος

ανυπέρβλητος. Δεν ξέρει αν είναι νεκρή ή ζωντανή. Του είναι «θυμωμένη» κάποιες

στιγμές – «τρελαίνομαι με την απόφασή του… Πώς το έκανε αυτό, πώς μπόρεσε;»

– αλλά είναι και τόσο περήφανη για εκείνον: «Όλη μου η ζωή ήταν o Αντώνης και

εγώ η δική του. Στήριγμα και ελπίδα ο ένας για τον άλλον. Τον ξέρω από 23 ετών

παλικάρι, μόλις είχε τελειώσει τη Σχολή…».

Συναπαντήθηκαν στη Μυτιλήνη, απ’ όπου εκείνη κατάγεται. Μαζί βίωσαν πίκρες και

χαρές και μονάχα ο θάνατος μπόρεσε να τους χωρίσει: «Μακάρι να μην το είχε

κάνει, αλλά το έκανε Θεέ μου, το έκανε, κι εγώ πρέπει να το αποδεχθώ! Αλλά πώς

να το αποδεχθώ, δεν μπορώ, έχασα τον κόσμο όλο, δεν είναι ένας απλός θάνατος,

είναι μια μεγάλη τραγωδία… Βλέπω τα κορίτσια μου, ήταν ένας υπέροχος

πατέρας, ο καλύτερος του κόσμου, τον λάτρευαν, δεν μπορούν να συνέλθουν. «Άλλο

να ορφανέψεις στα 40 μανούλα και άλλο στα 23» μού λέει η Μένια μας κι εγώ της

απαντώ «έχεις δίκιο κοπέλα μου, έχεις δίκιο» και δεν ξέρω τι άλλο να πω, πώς

να την παρηγορήσω, πώς να το αντέξω, πώς να συνεχίσω να ζω…».

«Ήμουν ο Διοικητής…»

Τελευταίες σκέψεις στις ύστατες στιγμές, αφιερωμένες σ’ όσους αγάπησε, σε

όσους άφηνε πίσω.

Το γράμμα είναι λιτό, τρυφερό, συγκινητικό. Είναι το γράμμα ενός ψύχραιμου

ανθρώπου, ενός ανθρώπου που ήξερε τι έκανε και γιατί το έκανε:

«Παρακαλώ να λάβουν γνώση τής επιστολής όλοι σε όσους αναφέρομαι» ξεκινά το

σημείωμά του ο επίλαρχος. «Σαν αρχή έχω τον Θεό, πάντα με βοηθούσε και τώρα

ακόμη, σ’ αυτό το κακό που με βρήκε, δεν μπορώ να πω τίποτα. Έγιναν λάθη, λάθη

μεγάλα που στοίχισαν μια ανθρώπινη ζωή (άδικα). Ξέρετε πολύ καλά ότι σαν

άνθρωπος είμαι πολύ ευαίσθητος και δεν το σηκώνει η συνείδησή μου. Είναι πολύ

βαρύ το φορτίο για μένα…

Αγαπημένη μου γυναίκα. Σε παρακαλώ πολύ να είσαι δυνατή, πρώτα για σένα και

στη συνέχεια για τα παιδιά. Ό,τι έκανα το έκανα γιατί έτσι έπρεπε να γίνει.

Φθηνές δικαιολογίες και παραλείψεις δεν θέλω να πω σε κανέναν…».