Ολοένα και περισσότεροι ορθοπεδικοί χειρουργοί στις ΗΠΑ στρέφονται στις

ελάχιστα επεμβατικές εγχειρήσεις αντικατάστασης του ισχίου, οι οποίες

συνοδεύονται από λιγότερο πόνο και μειωμένη διάρκεια ανάρρωσης. Ωστόσο, πολλοί

ειδικοί εκφράζουν επιφυλάξεις.

Οι ορθοπεδικοί στις ΗΠΑ δέχονται ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις προκειμένου να

εκτελούν τις ελάχιστα επεμβατικές εγχειρήσεις, κατά τον δρα Κρίσταπς Κέγκι,

ορθοπεδικό χειρουργό στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ. Ως φαίνεται, η σύντομη

διάρκεια της ανάρρωσης αποτελεί το μεγαλύτερο δέλεαρ για τους πάλαι ποτέ

μπέιμπι μπούμερς, οι οποίοι πλησιάζουν πια την ηλικία της αρθροπλαστικής, αλλά

παραμένουν δραστήριοι και εργαζόμενοι.

H τάση αυτή ανησυχεί τους ειδικούς. Φοβούνται ότι οι ελάχιστα επεμβατικές

εγχειρήσεις θα έχουν περισσότερες επιπλοκές από τις κλασικές αρθροπλαστικές

και πως είναι πολύ δύσκολες για τον μέσο ορθοπεδικό-χειρουργό, ο οποίος κάνει

λιγότερες από 20 αρθροπλαστικές τον χρόνο. Πάνω απ’ όλα, όμως, φοβούνται ότι

οι ασθενείς παραπλανώνται από τις υποσχέσεις για ταχεία ανάρρωση, οι οποίες

μπορεί να ισχύουν για τους νεώτερους, πιο δραστήριους ανθρώπους, αλλά όχι για

τον μέσο ασθενή, ο οποίος κατά κανόνα πλησιάζει τα 70 του χρόνια, διαθέτει

αρκετά περιττά κιλά και έχει χάσει τη φόρμα του.

Επιστημονική πρόοδος

Στις ΗΠΑ, εκτελούνται ετησίως 165.000 αρθροπλαστικές ισχίου. H κλασική

εγχείρηση θεωρείται επιτυχής, διότι συνήθως χαρίζει στους ασθενείς καλή

ποιότητα ζωής και έχει χαμηλά ποσοστά επιπλοκών. Επιπλέον, την τελευταία

τριετία έγιναν πρόοδοι που μείωσαν τη διάρκεια της νοσηλείας και ανάρρωσης:

αντί για γενική νάρκωση, γίνεται πλέον τοπική (π.χ. επισκληρίδιος), τα

χειρουργικά εργαλεία βελτιώθηκαν, η φυσικοθεραπεία είναι πιο επιθετική και οι

τομές συρρικνώθηκαν (είναι πια 15-17,5 εκατοστά).

Στην κλασική αρθροπλαστική ισχίου, ο γιατρός κάνει μία τομή στο δέρμα και τον

υποκείμενο μυ, που χρειάζεται καιρό για να επουλωθεί. Στη συνέχεια, αφαιρεί

την άρρωστη κεφαλή του μηριαίου οστού και τη «θήκη» της (κοτύλη) στην πύελο,

τοποθετώντας στη θέση τους δύο προσθήκες. H μέση διάρκεια παραμονής στο

νοσοκομείο είναι 3-5 ημέρες, υποστήριξη στη βάδιση χρειάζεται συνήθως για έξι

εβδομάδες, ενώ ύστερα από έξι μήνες οι ασθενείς συνήθως περπατούν χωρίς να

κουτσαίνουν.

Οι ελάχιστα επεμβατικές μέθοδοι γίνονται με δύο τεχνικές. H ευρύτερα

χρησιμοποιούμενη είναι η μίνι-αρθροπλαστική, η οποία διαφέρει από την κλασική

στο ότι γίνεται τομή 7,5-10 εκατοστών και κόβεται λιγότερος μυς.

H άλλη εγχείρηση διαφέρει σημαντικά από την κλασική αρθροπλαστική. Γίνεται με

δύο τομές (σχεδόν 4 εκατοστά η καθεμία), χωρίς να κοπούν μύες ή τένοντες, ενώ

για να τοποθετηθεί η τεχνητή άρθρωση που έχει εύρος σχεδόν 6 εκατοστών

τεντώνεται το δέρμα. Αυτού του είδους η επέμβαση δεν συνιστάται στα παχύσαρκα

άτομα, ούτε σε όσους έχουν οστεοπόρωση ή δυσμορφίες των οστών.

Οι υπέρμαχοι των νέων τεχνικών υποστηρίζουν ότι οι επιπλοκές τους δεν είναι

περισσότερες από αυτές της κλασικής αρθροπλαστικής. Έχουν, μάλιστα, έτοιμες

και δύο κλινικές μελέτες που επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς τους. Οι πολέμιοί

τους αντιτείνουν πως μία άλλη μελέτη δείχνει ότι υπάρχουν κάπως περισσότερες

επιπλοκές.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό στο οποίο όλοι συμφωνούν είναι ότι πρόκειται για

δύσκολες επεμβάσεις που διαρκούν περισσότερο από την κλασική και πως μόνον με

την πείρα του γιατρού μειώνεται ο κίνδυνος επιπλοκών.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ρούλα Τσουλέα