H μουσική είναι απαραίτητο συστατικό στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου. Σε

κάθε περίπτωση, όπου εμπλέκεται το συναίσθημα – έρωτες, γάμοι, κηδείες,

παρελάσεις, γιορτές, μικρές και μεγάλες στιγμές – η μουσική μάς συνοδεύει.

Αλλά η ικανότητά μας να απολαμβάνουμε τη μουσική πάντα αποτελούσε αίνιγμα για

τους βιολόγους, καθώς από μόνη της δε φαίνεται να βοηθάει στην επιβίωση του

είδους. Γιατί όμως η εξέλιξη του ανθρώπου να έχει οπλίσει τον εγκέφαλο με την

αίσθηση της απόλαυσης της μουσικής; Ο Δαρβίνος έλεγε πως η ικανότητα του

ανθρώπου να χαίρεται και να παράγει μουσική είναι από τα πιο μυστήρια

χαρακτηριστικά του.

Αναπάντητα… H μουσική παραμένει μυστήριο· ανακάτωμα πολιτισμών,

κουλτούρας και έμφυτων χαρακτηριστικών, τα οποία προσπαθούν να ξεμπλέξουν οι

ερευνητές. Κανείς δεν ξέρει γιατί η μουσική εμφανίζεται σε όλους τους

πολιτισμούς, γιατί τα περισσότερα γνωστά μουσικά συστήματα βασίζονται στην

οκτάβα ή γιατί κάποιοι άνθρωποι έχουν το χάρισμα να αναγνωρίζουν νότες χωρίς

κάποιο βοηθητικό σημείο αναφοράς. Άγνωστο είναι επίσης το αν ο εγκέφαλος

χειρίζεται τη μουσική με νευρικά κυκλώματα ειδικά γι’ αυτόν το σκοπό ή με

κάποια που έχουν αναπτυχθεί για άλλους σκοπούς. Πρόσφατες έρευνες έχουν

αναπτύξει διάφορες θεωρίες για τον εγκέφαλο και τη μουσική. Ίσως ο εγκέφαλος

αντιλαμβάνεται τη μουσική με τα ίδια κυκλώματα που χρησιμοποιεί για να ακούσει

και να αναλύσει τον ανθρώπινο λόγο και ελέγχει το ρυθμό με κέντρα που έχουν

σχεδιαστεί να διαχειρίζονται άλλου είδους απολαύσεις.

Παρόμοια με το σεξ. H δρ Αν Μπλαντ και ο δρ Ρόμπερτ Ζατόρι, από το

Νευρολογικό Ινστιτούτο του Μόντρεαλ, φωτογράφισαν τους εγκεφάλους μουσικών την

ώρα που άκουγαν μουσικά κομμάτια δικής τους επιλογής, τα οποία τους φέρνουν

ευφορία. Ανάμεσα στα έργα ήταν το 3ο Κοντσέρτο για πιάνο του Ραχμάνινοφ και το

Αντάτζιο για έγχορδα του Μπάρμπερ. H μουσική, σύμφωνα με τους ερευνητές,

δραστηριοποίησε νευρικά συστήματα ανταμοιβής και συναισθημάτων, παρόμοια με

αυτά που διεγείρονται από το φαγητό, το σεξ και τα εθιστικά ναρκωτικά.

Ευχάριστο ατύχημα. Αν η μουσική εξαρτάται από νευρικά κυκλώματα που

έχουν αναπτυχθεί για άλλο σκοπό, τότε η απόλαυσή της είναι απλώς ένα ευχάριστο

ατύχημα. Αυτή είναι η θέση του δρος Στίβεν Πίνκερ, ψυχολόγου στο Πανεπιστήμιο

Χάρβαρντ. H μουσική, όπως γράφει στο βιβλίο του «Πώς λειτουργεί ο νους», είναι

σαν ένα ακουστικό τσίζκεϊκ – απλώς τυχαίνει να ευχαριστεί πολλά σημαντικά

τμήματα του εγκεφάλου, όπως το γλυκό ευχαριστεί τον ουρανίσκο.

Σε αυτά τα τμήματα περιλαμβάνονται όσα χειρίζονται την ομιλία – με την οποία η

μουσική μοιράζεται πολλά χαρακτηριστικά, ο ακουστικός φλοιός, το σύστημα που

αντιδρά στη χροιά και το συναίσθημα που εκπέμπει η ανθρώπινη φωνή και το

σύστημα ελέγχου της κίνησης που μεταδίδει το ρυθμό στους μυς όταν ο άνθρωπος

περπατά ή χορεύει.

Απόλαυση ενός γλυκού. Ο λόγος που η μουσική επηρεάζει τόσο πολύ τον

άνθρωπο είναι ότι ενεργοποιεί όλα αυτά τα πανίσχυρα συστήματα ταυτόχρονα, όπως

εξηγεί ο Πίνκερ. Αλλά επειδή το καθένα από αυτά τα κέντρα αναπτύχθηκε για

διαφορετικό σκοπό, η μουσική από μόνη της δεν είναι προϊόν εξελικτικής

προσαρμογής. Μοιάζει δηλαδή με την απόλαυση ενός γλυκού, η οποία προκαλείται

από τη διέγερση των γευστικών απολήξεων που αντιδρούν σε γλυκές και λιπαρές ουσίες.

Ήταν και παραμένει «εργαλείο» γοητείας

Όπως η ουρά που ανοίγουν τα παγώνια δεν έχει άλλη χρησιμότητα από την άσκηση

γοητείας στο αντίθετο φύλο, έτσι και οι μπαλάντες των τροβαδούρων δεν είναι

παρά απόπειρες αγγίγματος του άλλου

Ψυχολόγοι πιστεύουν ότι το χάρισμα της απόλαυσης της μουσικής δεν είναι

τυχαίο. Ο Δαρβίνος ισχυρίστηκε ότι οι πρόγονοι του ανθρώπου, πριν ακόμα

αναπτύξουν την ικανότητα της ομιλίας, «προσπάθησαν να γοητεύσουν ο ένας τον

άλλο με μουσικές νότες και ρυθμούς». Πίστευε δηλαδή ότι η πηγή της μουσικής

βρίσκεται στην ερωτοτροπία και «σχετίζεται με μερικά από τα πιο έντονα πάθη

που μπορεί να νιώσει ένα ζώο». Στη θεωρία του για την επιλογή των φύλων, ο

Δαρβίνος προτείνει ότι τα χαρακτηριστικά τα οποία το άλλο φύλο βρίσκει

ελκυστικά είναι αυτά που βοηθούν στη μετάδοση των γονιδίων στην επόμενη γενιά.

Το αποτέλεσμα είναι η ανάπτυξη διακοσμητικών χαρακτηριστικών που δεν έχουν

άμεση χρησιμότητα στην επιβίωση του ατόμου, όπως είναι η ουρά στα παγώνια.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με τις μπαλάντες των τροβαδούρων.

Ελκύει το αντίθετο φύλο. Τις ιδέες του Δαρβίνου τις ανέπτυξε ο δρ

Τζέφρι Μίλερ, εξελικτικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Νέου Μεξικού. Ο

καθηγητής υποστηρίζει ότι η δύναμη των καλών μουσικών στο παιχνίδι με το

αντίθετο φύλο είναι ακριβώς η μουσική τους ικανότητα. Αυτό το χαρακτηριστικό

τους ελκύει το αντίθετο φύλο, καθώς ενεργοποιεί πολλά τμήματα του εγκεφάλου

και αποτελεί έναν καθοριστικό δείκτη της συνολικής τους υγείας, σωματικής και

πνευματικής, στο πλαίσιο της θεωρίας του Δαρβίνου.

H κοινωνική διάσταση. Άλλοι ψυχολόγοι διαφωνούν λέγοντας ότι αυτή η

θεωρία δεν λαμβάνει υπόψη της μία άλλη σημαντική διάσταση της μουσικής: Του

ρόλου που παίζει στις κοινωνικές σχέσεις και στο συντονισμό των δραστηριοτήτων

μεγάλων ομάδων ανθρώπων. Ο δρ Ρόμπιν Ντάνμπαρ από το Πανεπιστήμιο του

Λίβερπουλ πιστεύει ότι πολυάριθμα γκρουπ ανθρώπων στην προϊστορική εποχή

ανέπτυσσαν κοινωνικές σχέσεις με τη βοήθεια του ομαδικού τραγουδιού πριν ακόμα

αρχίσουν να μιλούν. Και παραθέτει στοιχεία από έρευνες που έχουν γίνει σε

εκκλησιαστικές χορωδίες: Την ώρα των ύμνων, ο εγκέφαλος των μελών τους παράγει

ενδορφίνες, μία ορμόνη που παίζει σημαντικό ρόλο στις κοινωνικές σχέσεις.


Επιμέλεια: Εύη Ελευθεριάδου – Στέφανος Κρίκκης