Έγραφα χθες για το πείσμα του Εθνικού Θεάτρου να πουλάει, με το έτσι θέλω,

χωρίς ακριβή αρίθμηση θέσης τα εισιτήρια για τις παραστάσεις του στην Επίδαυρο

αδιαφορώντας αν ταλαιπωρείται το κοινό που ταξιδεύει ώς εκεί για να τιμήσει το

πρώτο κρατικό θέατρο. Το ερώτημα είναι γιατί επιμένει το Εθνικό. Μα, απ’ ό,τι

αντιλαμβάνομαι, διότι – άκουσον, άκουσον! – δεν θέλει να πληρώνει τις

απαραίτητες περισσότερες ταξιθέτριες. Και αφήνει τους θεατές του με μια

«γενική» αρίθμηση, οπότε ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Σε αντίθεση με την τακτική των

εισιτηρίων με συγκεκριμένη αρίθμηση που από καιρό και πολύ σωστά εφαρμόζει

στις άλλες παραστάσεις του Φεστιβάλ Επιδαύρου το Ελληνικό Φεστιβάλ, από το

οποίο όμως το Εθνικό, ως προς το Φεστιβάλ, είναι «ανεξάρτητο» και ελεύθερο να

κάνει – ναι, στο ίδιο Φεστιβάλ, και μη χειρότερα, μόνο στην Ελλάδα… – δική

του «πολιτική». Εις βάρος, τελικά, του κοινού. Που αναγκάζεται να

ακινητοποιείται στις ζεστές, άβολες κερκίδες μία ώρα επιπλέον των δυόμισι, ας

πούμε, της προχθεσινής «Μήδειας». Μα αυτή η νοοτροπία όζει δεκαετίας του ’60.

Και καρμοιριάς. Ένα Εθνικό Θέατρο οφείλει να σέβεται το κοινό του περισσότερο.

Γιατί όλα αυτά κάποτε πληρώνονται. Τα γράφεις, θα μου πείτε, εσύ, ο

δημοσιογράφος των πολιτιστικών, ο τσαμπατζής, που σ’ έχουν στα όπα-όπα; Εμ, αν

δεν τα γράψουμε εμείς – για να γίνουμε δυσάρεστοι… – ποιος θα τα γράψει; Ο

διευθυντής του Εθνικού ή οι υπουργοί και οι βουλευτές και οι δήμαρχοι ή οι

πρωταγωνιστές; Που μπαίνουν την τελευταία στιγμή και τους έχουν τις θέσεις

κρατημένες μπροστά-μπροστά;