Όποιος ζει από κοντά την εκπαιδευτική πραγματικότητα των τελευταίων χρόνων
στη χώρα μας έχει διαπιστώσει τη θεαματική αλλαγή της «χημείας» των σχολικών
μας τάξεων. Η εθνική και γλωσσική ομοιογένεια, που χαρακτήριζε τη σύνθεση του
μαθητικού μας πληθυσμού μέχρι και τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, έδωσε
τη θέση της στην πολυχρωμία που συνιστούν πλέον οι διάφορες εθνικότητες των
μαθητών που φοιτούν σε αυτές.
|
|
Δεκάδες χιλιάδες Έλληνες μαθητές του Δημοτικού Σχολείου, αλλά και του
Γυμνασίου κάθονται δίπλα δίπλα στα θρανία με παιδιά που έχουν έρθει «από
αλλού». Σε κάθε περίπτωση, η σχολική τάξη απόκτησε μια «ανομοιομορφία» λίγο ως
πολύ μεγαλύτερη, με την παρουσία μαθητών «διαφορετικών». Σύμφωνα με
αδημοσίευτα στοιχεία του ΥΠΕΠΘ, τη νέα χρονιά (2001-2002) στην Πρωτοβάθμια
(Δημοτικά) και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Γυμνάσια, Λύκεια) και στα ΤΕΕ θα
φοιτήσουν περίπου 100.000 αλλοδαποί και παλιννοστούντες μαθητές.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Νικολάου, πάρεδρο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης στο
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, ο χώρος του Δημοτικού Σχολείου είναι η «καρδιά» της
εκπαίδευσης των αλλοδαπών μαθητών. Αν ξανακοιτάξουμε τους αριθμούς, θα δούμε
ότι το Δημοτικό είναι η βαθμίδα της εκπαίδευσης που συγκεντρώνει τον
μεγαλύτερο αριθμό μεταναστόπουλων (περίπου 55 χιλιάδες τη νέα σχολική χρονιά),
η συντριπτική πλειονότητα των οποίων προέρχεται από την Αλβανία.
Από το 1995-1996 μέχρι φέτος, ενώ ο συνολικός μαθητικός πληθυσμός στο Δημοτικό
μειώνεται κατά 5%, έχουμε μια αύξηση των αλλοδαπών μαθητών της τάξεως του
400%. Αν συμπεριλάβουμε και τους παλιννοστούντες μαθητές, τότε μπορούμε να
πούμε ότι ένα στα εννέα παιδιά που φοιτούν στο Δημοτικό Σχολείο είναι αλλοδαπά
ή παλιννοστούντα.
Η κατανομή των παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών κάθε άλλο παρά ομοιόμορφη
είναι. Ιδιαίτερα σε διάφορες περιοχές αστικών κέντρων της Αθήνας και της
περιφέρειας συγκεντρώνεται ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός προσφύγων και μεταναστών,
με αποτέλεσμα αυτό να καταγράφεται στη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού.
Εννέα διαφορετικές χώρες
Από ποιες χώρες προέρχονται οι μαθητές σας;
Αυτήν την ερώτηση απευθύναμε, ανάμεσα σε άλλες, σε 65 εκπαιδευτικούς
(δασκάλους και καθηγητές) που δίδασκαν σε Δημοτικά Σχολεία και Γυμνάσια του
Δήμου Καλλιθέας, το σχολικό έτος 1999-2000.
Η απάντηση;
Οι Έλληνες εκπαιδευτικοί ανέφεραν συνολικά εννέα χώρες, από τις οποίες
προέρχονται οι μαθητές τους, και αντίστοιχες ομιλούμενες από αυτούς ξένες
γλώσσες!
Τα τελευταία χρόνια η σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού των σχολείων του Δήμου
Καλλιθέας, ιδιαίτερα των Δημοτικών και των Γυμνασίων, έχει αλλάξει σημαντικά.
Η Καλλιθέα, μία από τις περιοχές που φιλοξενούν μεγάλο μέρος Ποντίων
μεταναστών από την πρώην ΕΣΣΔ, τροφοδοτεί τα σχολεία της, καθώς και τα σχολεία
της ευρύτερης περιοχής με εκατοντάδες παλιννοστούντες (κυρίως Ποντίους) και
αλλοδαπούς (κυρίως Αλβανούς) μαθητές.
Σε πίνακα της διπλανής σελίδας βλέπουμε τη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού ανά
βαθμίδα εκπαίδευσης στον μεγάλο αυτό δήμο του Λεκανοπεδίου. Το σχολικό έτος
1999-2000 οι παλιννοστούντες και αλλοδαποί μαθητές αποτελούν τον ένα στους έξι
μαθητές των Δημοτικών Σχολείων και τον έναν, περίπου, στους επτά των
Γυμνασίων, ενώ στο σύνολο του μαθητικού πληθυσμού της Πρωτοβάθμιας κα
Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης συμμετέχουν με ποσοστό 12,5%.
Μάλιστα, σε αρκετά σχολεία της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της ίδιας περιοχής το
ένα τέταρτο έως και το ένα τρίτο των μαθητών είναι παλιννοστούντες και
αλλοδαποί.
Θετική η στάση των εκπαιδευτικών απέναντι σε «άλλα» παιδιά
|
|
Όπως, όμως, είναι γνωστό, τα παιδιά και οι έφηβοι είναι αυτοί που βιώνουν πιο
έντονα και τραυματικά τις συνέπειες της μετακίνησης. Σύμφωνα με τον Γιώργο
Νικολάου, το παιδί αποκόπτεται από ένα περιβάλλον, το οποίο του είναι οικείο
και φιλικό. Έχει μάθει να επικοινωνεί σε μια γλώσσα, τη μητρική του, η οποία
ήταν το εργαλείο της κοινωνικοποίησής του, της καταξίωσής του, της αποδοχής
του από τους άλλους. Ξαφνικά, τη γλώσσα αυτή όχι μόνο δεν την καταλαβαίνει
κανείς, αλλά και όταν το παιδί τη χρησιμοποιεί, το κατηγορούν, το υποτιμούν ή
το κοροϊδεύουν, με λίγα λόγια, η γλώσσα το στιγματίζει μέσα σε ένα γλωσσικά
ομοιογενές περιβάλλον. Από την άλλη πλευρά, είναι υποχρεωμένο να μάθει να
επικοινωνεί σε μια νέα γλώσσα, η οποία μάλιστα αποτελεί και το όχημα της
επιτυχούς μαθησιακής του πορείας στο καινούργιο σχολείο. Οι κοινωνικές
δεξιότητες που έχει ενδεχομένως αποκτήσει στη χώρα προέλευσης δεν τού είναι
χρήσιμες στο νέο περιβάλλον, όπου τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Η ίδια του η πεποίθηση, συχνά, συντρίβεται από την ξαφνική αλλαγή, αφού στην
πόλη του ή στο χωριό του ήταν κάποιος, αναγνωρίσιμος μέσα στον οικογενειακό
και κοινωνικό του κύκλο, ενώ τώρα πλέον κατηγοριοποιείται κάτω από τον γενικό
τίτλο «αλλοδαπός» ή «Αλβανός», με αρνητικό δυστυχώς σημαινόμενο.
Απόρριψη
Η απόρριψη, όχι γι’ αυτό που είναι, αλλά γι’ αυτό που ο κόσμος πιστεύει ότι
είναι, μοιάζει ακατανόητη στην αδιαμόρφωτη ακόμη λογική του. Η απόρριψη
εξαιτίας της καταγωγής του μπορεί να το οδηγήσει είτε σε περιχαράκωση σε αυτήν
είτε στην άρνησή της ως υπεύθυνης της κακής του σχέσης με το περιβάλλον.
Σύμφωνα με έρευνα του Γιώργου Νικολάου, ο Έλληνας εκπαιδευτικός έχει σε
γενικές γραμμές θετική στάση απέναντι στα προσφυγόπουλα. Λέγοντας θετική και
απροκατάληπτη στάση δεν εννοούμε βέβαια ότι ο Έλληνας εκπαιδευτικός δεν ήταν
(και ίσως συνεχίζει να είναι) επηρεασμένος από τους μύθους περί «ελλείμματος»
των αλλοδαπών μαθητών, ή ότι δεν τους αντιμετωπίζει σε κάποιο βαθμό ως μαθητές
με ειδικές ανάγκες. Δεν είναι λίγες οι φορές, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις μεγάλων
σε ηλικία μαθητών, που ο εκπαιδευτικός εγκαταλείπει την προσπάθεια, γιατί
θεωρεί μάταια οποιαδήποτε παιδαγωγική ή διδακτική παρέμβαση. Από την άλλη, η
έλλειψη εμπειρίας εργασίας σε πολυπολιτισμικό περιβάλλον οδηγεί ακόμη και
σήμερα τον εκπαιδευτικό σε σφάλματα, με υπερβολές ή παραλείψεις που αναιρούν
όλη την καλή διάθεση.
Ωστόσο, το σώμα των εκπαιδευτικών της χώρας φαίνεται να είναι από τους λίγους
θύλακες αντίστασης σε ένα διαμορφούμενο ξενοφοβικό και φυλετικό ρεύμα στη
χώρα, εξαιτίας της άφιξης των αλλοδαπών μεταναστών και κυρίως των Αλβανών. Οι
εκπαιδευτικοί πιστεύουν ότι η ένταξη των αλλοδαπών μαθητών στο ελληνικό
σχολείο είναι ένα πρόβλημα, αλλά σε κανένα σημείο της έρευνας του Γιώργου
Νικολάου δεν φάνηκε ότι οι ίδιοι δεν θεωρούν τους εαυτούς τους άμεσα
εμπλεκόμενους και υπεύθυνους για την επίλυσή του. Η παρουσία των
μεταναστόπουλων στις τάξεις τους, παρά τις δυσκολίες που δημιουργεί, δεν
προκαλεί την εμφανή τουλάχιστον δυσφορία τους, αν και θα επιθυμούσαν
μεγαλύτερη υποστήριξη τόσο ηθική και επιστημονική όσο και σε υποδομές.
Η ανάληψη αυτής της ευθύνης είναι χαρακτηριστική της διάθεσης και της στάσης
των εκπαιδευτικών, ιδιαίτερα όταν τη συγκρίνουμε με τη συμπεριφορά άλλων
κλάδων, οι οποίοι δεν θεωρούν τους εαυτούς τους καθόλου υποχρεωμένους να
εξυπηρετούν τους αλλοδαπούς μετανάστες, ιδιαίτερα μάλιστα όταν υπάρχει η
υποψία ότι βρίσκονται παράνομα στη χώρα. Η εκπαίδευση του αλλοδαπού μαθητή
είναι μια υπόθεση που τους απασχολεί και για την οποία αισθάνονται ανέτοιμοι.
Κατά συνέπεια, προσπαθούν να αναπληρώσουν το έλλειμμα αυτό με μετεκπαίδευση,
επιμόρφωση ή ακόμα και αυτομόρφωση.

