Η νίκη του Συμεών εκφράζει την απογοήτευση του βουλγαρικού λαού από την

οικονομική στασιμότητα.

Ενώ δηλαδή η κυβέρνηση της UDF κατάφερε και έφερε μια μακροοικονομική

σταθεροποίηση, περιορίζοντας τον πληθωρισμό και τα ελλείμματα, δεν κατάφερε να

προσελκύσει τις μεγάλες ξένες επενδύσεις και, γενικά, να αντιμετωπίσει τα

προβλήματα ανεργίας και ανάπτυξης, που μαστίζουν τη βουλγαρική κοινωνία.

Ο Συμεών στηρίχθηκε σε μια νοσταλγία για το προκομμουνιστικό παρελθόν και σε

μια λαϊκίστικη πλατφόρμα, όπου υποσχέθηκε τα πάντα στους πάντες, χωρίς να

μπαίνει σε λεπτομέρειες, καθώς και στη φθορά που έχουν υποστεί οι άλλοι δύο

κύριοι πολιτικοί σχηματισμοί ­ από τη μια το Σοσιαλιστικό Κόμμα που δεν έχει

καταφέρει, μετά την οικονομική καταστροφή του 1997, να παρουσιάσει μια

αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας, και από την άλλη η UDF, η οποία, ναι

μεν έχει κάποια επιτεύγματα στο ενεργητικό της, απέτυχε ωστόσο στον κεντρικό

της στόχο, που ήταν η γρήγορη οικονομική ανάπτυξη, και πήρε μια σειρά από

αντιδημοφιλή οικονομικά μέτρα που της στοίχισαν.

Τον Συμεων τον ψήφισαν κυρίως τα λιγότερο δυναμικά στρώματα της βουλγαρικής

κοινωνίας ­ αγρότες, συνταξιούχοι, άνεργοι, ενώ αντίθετα η UDF συνέχισε να

εκφράζει τα φιλελεύθερα αστικά στρώματα των πόλεων, καθώς και αυτούς που έχουν

κερδίσει από τις αλλαγές μετά το 1989.

Ο Δημήτρης Καιρίδης είναι επίκουρος καθήγητης Βαλκανικών Σπουδών στο

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και διευθυντής στο Ίδρυμα Κόκκαλη