Το περιστατικό έχει περάσει πλέον στην πολιτική ιστορία της χώρας και είναι

λίγο πολύ γνωστό. Κάποτε εκεί στην ταραγμένη διετία 1963-65 ο Γεώργιος

Παπανδρέου μιλούσε ως πρωθυπουργός στη Βουλή, απο το βήμα. Ορισμένοι βουλευτές

της ΕΡΕ τον αποδοκίμαζαν. Συνήθης, άλλωστε, πρακτική, διότι εκείνη την εποχή

ήταν και η μόνη περίπτωση να καταγραφεί το όνομα κάποιου βουλευτή στις

εφημερίδες. «Τον ομιλούντα πρωθυπουργό διέκοψε φωνασκών ο βουλευτής…» (και

ακολουθούσε το όνομα και η εκλογική περιφέρεια του διακόπτοντος). Κάποια φορά,

λοιπόν, ένας είχε καταφέρει να υπερκεράσει σε ένταση φωνής όλους τους

υπόλοιπους. Οπότε ο Γ. Παπανδρέου σταματάει, κοιτάζει προς τη δεξιά πλευρά της

αίθουσας, και ρωτάει μειλίχια: «Ποίος ομίλησε;». «Εγώ», απαντάει περιχαρής ο

«διακοψίας». «Α, τότε δεν έχει καμιά σημασία», τονίζει μία μία τις λέξεις ο

Γέρος της Δημοκρατίας και συνεχίζει την ομιλία του. Άσχετο; Καθόλου. Το

θυμήθηκα βλέποντας το «σέρφινγκ» του βουλευτή της Ν.Δ. Πάνου Καμμένου στα

κανάλια, (προσ)κομίζοντα στοιχεία(;;) για τη διαπλοκή. «Ποίος καταγγέλλει»;

«Εγώ». «Α, τότε δεν έχει καμιά σημασία κύριε Καμμένε μου»…

Έμεινε… μετεξεταστέος

Το περιστατικό με τον Γεώργιο Παπανδρέου, δεν μπορεί, το ξέρει πολύ καλά, ο

Παναγιώτης Κρητικός. Υπερηφανεύεται να δηλώνει ότι υπήρξε στενός συνεργάτης

του Γέρου, μαθητής, και γιατί όχι, και θεματοφύλακας της πολιτικής του

κληρονομιάς. Επίσης έχων διατελέσει επί 18 συναπτά έτη αντιπρόεδρος της

Βουλής, γνωρίζει άριστα και τους «διακοψίες» και τη στόχευσή τους. Κατόπιν

όλων αυτών, πώς να χαρακτηρίσει κανείς τη συμπεριφορά του την Τετάρτη στην

Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος; Μόνο πάνω στο έδρανο δεν ανέβηκε, να

χοροπηδάει ωρυόμενος. Εκείνοι που τον γνωρίζουν, υποστηρίζουν ότι ο συμπαθής

Κρητικός αδυνατεί να ξεπεράσει το ότι ο Κ. Σημίτης δεν τον επέλεξε και πάλι

για μια θέση αντιπροέδρου της Βουλής. Φτηνό μού ακούγεται. Ενεργούν έτσι οι

πατέρες οι Έθνους; Αδύνατον…

Ποιος είναι εμπαθής;

Το ερώτημα δεν είναι φιλοσοφικό, αντιθέτως. Είναι επί πραγματικού. Μπορεί ένας

πολιτικός να διακατέχεται από εμπάθεια; Να ενεργεί με βάση το θυμικό; Να

προετοιμάζει μια κίνηση στη λογική τού «θα σου δείξω εγώ τώρα, κύριε τάδε»;

Γνώμη μου είναι πως όχι. Ότι ο πολιτικός οφείλει να υπερβαίνει τις ανθρώπινες

μικρότητες. Και τις κακίες. Το λέω αυτό διότι πολλοί ήταν εκείνοι που έσπευσαν

να αναγνωρίσουν αυτά τα χαρακτηριστικά πίσω από τις δηλώσεις του Κ. Μητσοτάκη

περί Αντ. Σαμαρά και του πώς έπεσε η κυβέρνηση της Ν.Δ. τον Σεπτέμβριο του

1993. Αλλά αν οι δηλώσεις Μητσοτάκη ήταν απότοκος εμπάθειας, οι δηλώσεις

Γιάννη Κεφαλογιάννη περί Μητσοτάκη, Ντόρας κ.λπ. πώς θα μπορούσαν να

χαρακτηρισθούν; Και μάλιστα ως μη όφειλε (διότι δεν είχε λόγο να τις κάνει)…

Οι ομάδες του… σαλούν

Μητσοτάκης εναντίον Σαμαρά, Σαμαράς εναντίον Μητσοτάκη, Κεφαλογιάννης εναντίον

Μητσοτάκη και Ντόρας, Μητσοτάκης «σιγά να μην ασχοληθώ με τον Κεφαλογιάννη»,

έκαναν τη Ρηγίλλης να μοιάζει με σαλούν της (Άγριας) Δύσης, μετά την έλευση

ομάδας γελαδάρηδων! Αμήχανος παρακολουθεί ο Κώστας Καραμανλής το όλο θέαμα.

Αμήχανος και οργισμένος. Εκεί που ­ εδώ που τα λέμε ­ είχε στριμώξει στη γωνία

του ριγκ την κυβέρνηση, τώρα καλείται να χωρίσει τα βουβάλια που πλακώνονται

στον νερόλακκο. Και είναι τώρα και οι άλλοι που του λένε «διέλυσε το κόμμα και

φτιάξτο από την αρχή, γιατί με (όλους) αυτούς δεν βλέπεις προκοπή». Το κακό

είναι ότι το ξέρει και ο ίδιος, αλλά τι να κάνει;

Ο αγώνας του αρχηγού

Τι να κάνει ο Καραμανλής; Να πάρει αποφάσεις. Να κάνει τον σκληρό. Να δείξει

αυτό που και στη ζωή είναι. Όχι να συμπεριφέρεται σαν να μην τρέχει τίποτε.

Ότι κάπου αλλού συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν στη Ρηγίλλης. Ότι αυτός κάνει

σταυροφορία κατά της διαπλοκής, ενώ στο ίδιο του το κόμμα παίζεται καθ’

εκάστην το έργο «Το χρώμα του χρήματος». Εν κατακλείδι, πρέπει να αγωνιστεί

πολύ για να κατακτήσει την αξιοπιστία που η κοινωνία θεωρεί αναγκαία και ικανή

συνθήκη για να τον εμπιστευθεί ως πρωθυπουργό. Να καταλάβει δηλαδή ο

ψηφοφόρος, ότι ο Καραμανλής δεν είναι σαν τους άλλους. Είναι κάτι διαφορετικό.

Και μέχρι τώρα, δεν το έχει καταλάβει…

Σε άλλο γήπεδο

Τώρα θα πει κάποιος: γιατί, η κυβέρνηση παίρνει αποφάσεις; Γιατί, ο Σημίτης

είναι αποφασιστικός τύπος; Δεν θα το λέγαμε. Αλλά να μερικές φορές, παίρνει

ορισμένες αποφάσεις, οι οποίες του δίνουν… παράταση. Όπως η πρόσφατη με την

αποπομπή τού Κώστα Λιάσκα. Είναι κάτι. Αλλού όμως κάνει κι αυτός ότι δεν

καταλαβαίνει. Όπως για παράδειγμα σ’ αυτή την προκλητική υπόθεση της απεργίας

στο ποδόσφαιρο. Κάθονται και ακούν τους όρους μιας ομάδας ανθρώπων που γύρευε

από πού έρχονται, αλλά είναι φανερό (πολύ φανερό…) γιατί επιμένουν να

(δια)χειρίζονται τις τύχες αυτού του άτυχου, από κάθε άποψη, αθλήματος. Το

ερώτημα είναι γιατί η κυβέρνηση δεν προχωρεί σε μια γενναία απόφαση

καταργώντας τα ποδοσφαιρικά πρωταθλήματα για όσο χρειαστεί!

Ποιο ποδόσφαιρο;

Κατάργηση των πρωταθλημάτων; θα φρυάξουν ορισμένοι. Ναι, κατάργηση. Υπάρχουν

αντίθετες απόψεις; Να τις δούμε μία-μία. Πρώτον, ποδόσφαιρο ίσον ΠΡΟ-ΠΟ. Ποιο

ΠΡΟ-ΠΟ; Μετά το Στοίχημα έχει σχεδόν εξαφανιστεί και δεν αποτελεί πλέον πηγή

εσόδων για το Δημόσιο. Δεύτερον, έσοδα ομάδων; Ποια έσοδα; Οι θεατές

μειώνονται συνεχώς, το θέαμα είναι άθλιο και τα γήπεδα δεν αποτελούν πια παρά

εστίες βίας. Και επιπλέον έχεις και αυτό τον κόσμο των παραγόντων του

ποδοσφαίρου που τολμάει να τείνει απειλητικά τον δείκτη στη συντεταγμένη

Πολιτεία. Γιατί λοιπόν να συνεχίζονται τα πρωταθλήματα; Αλλά είπαμε.

Χρειάζονται γενναίες αποφάσεις και ποιος θα τις πάρει…

Δεν βρίσκουν… κόκαλο

Αποφάσεων συνέχεια. Αν η κυβέρνηση επιμένει ότι θα βάλει το μαχαίρι έως το

κόκαλο στο θέμα της ακτοπλοΐας με την ίδια… πυγμή και αποφασιστικότητα με

την οποία το… έβαλε και όταν έλεγε πως οι ένοχοι για το ναυάγιο της Πάρου θα

καθήσουν στο σκαμνί; Το λέω, διότι μέρες και μέρες προχωρά η ανάκριση, εκείνοι

όμως που όλο και ξεθαρρεύουν είναι οι εφοπλιστές που μετά τις πρώτες

διαμαρτυρίες προχώρησαν και στις απειλές ότι θα δέσουν τα πλοία τους αν

συνεχίσει το κράτος να τους πιέζει…

Το σόου με το κουφάρι

Κάποιος θα απαντήσει: Μα, η Δικαιοσύνη συνεχίζει το έργο της. Αυτό πια το…

είδαμε! Με τις κάμερες ολόγυρα από τον εφέτη ανακριτή, ο οποίος έδινε εντολές

στους δύτες. «Φέρτε μου πάνω αυτό το χαρτί». «Μα είναι ένας κατάλογος». «Το

θέλω, να το φέρετε». Ίσως να μη μάθουμε ποτέ τη χρησιμότητα στο έργο της

ανάκρισης του συγκεκριμένου καταλόγου (τηλεφωνικός ήταν;), αλλά πήραμε ένα

σπουδαίο μάθημα για το πώς διεξάγεται μια επείγουσα, σοβαρή, και πάνω απ’ όλα

τόσο καίρια ανάκριση. Ερώτηση: Όταν με το καλό ολοκληρωθεί το σόου στο κουφάρι

του πλοίου, θα δούμε τις κάμερες και την ώρα της ανάκρισης φυσικών προσώπων;

Γιατί τα κάνει ο Φώσκολος αυτά, αλλά αυτός είναι Φώσκολος. Δεν είναι

δικαστικός λειτουργός…