Ο κ. Δρυς περιγράφει τους βασικούς άξονες κατάρτισης του πρώτου προϋπολογισμού

μετά την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, ο οποίος αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή

τις αρχές Νοεμβρίου και ξεκαθαρίζει ότι «εφόσον η πετρελαϊκή κρίση συνεχισθεί

και οι τιμές του πετρελαίου παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα, η κυβέρνηση εξετάζει

τη χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης στις ασθενέστερες εισοδηματικές τάξεις και

στους χαμηλοσυνταξιούχους».

Από το γραφείο του στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, ο υφυπουργός εργάζεται

πυρετωδώς προκειμένου να επιτύχει το νοικοκύρεμα των δημοσίων δαπανών, που δεν

είναι και εύκολη υπόθεση. Σε αυτό θα στηρίζεται, σε μεγάλο βαθμό, η επίτευξη

των φιλόδοξων στόχων του νέου προϋπολογισμού για τη δημιουργία πλεονάσματος

0,5% του ΑΕΠ και τη μείωση του δημοσίου χρέους κάτω από το «ψυχολογικό όριο»

του 100%. Ο προϋπολογισμός του 2001, όπως σημειώνει ο κ. Δρυς, θα στηρίζεται

αφενός στην αύξηση των εσόδων χωρίς την επιβολή νέων φόρων και αφετέρου στη

συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών του Δημοσίου, που θα επιτευχθεί με την

εντατικοποίηση των ελέγχων σε όλο το φάσμα του δημόσιου τομέα. Οι έλεγχοι

αυτοί θα εστιασθούν κυρίως στις δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης των

ασφαλισμένων του Δημοσίου και στους ελεύθερους επαγγελματίες, γιατρούς και

φαρμακοποιούς, που είναι συμβεβλημένοι με το Δημόσιο, στις δαπάνες της

Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, στη μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων, στις

επιχορηγήσεις των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και ( ΝΠΔΔ) και στις

δαπάνες του Γ’ ΚΠΣ.

Η εισοδηματική πολιτική

Αναφερόμενος στις αυξήσεις στους μισθούς του Δημοσίου το 2001, ο κ. Δρυς

διευκρινίζει ότι «η εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης για τους εν ενεργεία

υπαλλήλους και τους συνταξιούχους του Δημοσίου έχει καθορισθεί, λαμβάνοντας

υπόψη τα περιθώρια του προϋπολογισμού και την ανάγκη να δοθεί έμφαση στην

ανάπτυξη της οικονομίας και στον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων». Ο

υφυπουργός προαναγγέλλει ότι «ο προϋπολογισμός θα προβλέπει αύξηση της τάξεως

του 2,2% για τους εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους και λειτουργούς, η οποία με

την ωρίμανση και την αύξηση του κινήτρου απόδοσης κατά 3.000 δρχ. το μήνα

υπερβαίνει το 3,5% στο σύνολο των αποδοχών τους. Προβλέπει επίσης αύξηση κατά

50% του επιδόματος παραμεθορίων περιοχών και ανθυγιεινής εργασίας. Όσον αφορά

στις συντάξεις του Δημοσίου, «με την αύξηση και του επιδόματος εξομάλυνσης

κατά 70% η μεσοσταθμική αύξηση των συντάξεων θα είναι της τάξεως του 5,5%». Οι

συνδικαλιστικές οργανώσεις αντιδρούν ζητώντας μεγαλύτερες αυξήσεις στους

μισθούς και τις συντάξεις το 2001 αλλά ο υφυπουργός υποστηρίζει ότι αν

ικανοποιηθούν τα αιτήματα αυτά «θα πυροδοτηθεί ο φαύλος κύκλος του πληθωρισμού

και της ουσιαστικής μείωσης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των

εργαζόμενων».

Οι στόχοι

Ο προϋπολογισμός του 2001 «θα είναι ο πρώτος πλεονασματικός προϋπολογισμός της

χώρας έπειτα από πολλές δεκαετίες» και «θα ικανοποιεί την αναγκαιότητα για

δυναμική πορεία αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους και της μείωσής του ως

ποσοστό του ΑΕΠ», αναφέρει ο κ. Δρυς. «Στα πλαίσια αυτά θα παρουσιάζει

πλεόνασμα της τάξεως του 0,5% του ΑΕΠ, ενώ το δημόσιο χρέος για πρώτη φορά θα

σπάσει το ψυχολογικό όριο του 100%». Στο σημείο αυτό επισημαίνει ότι στόχος

της κυβέρνησης είναι «να αλλάξει την πορεία της χώρας στη μετά ΟΝΕ εποχή και

να αναδείξει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της επιταχυνόμενης ανάπτυξης της

οικονομίας, έχοντας προτεραιότητα στη σύγκλιση του βιοτικού μας επιπέδου προς

τον μέσο όρο των χωρών της ευρωζώνης».

Στην ερώτηση πώς θα επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, δεδομένων των πρόσθετων

επιβαρύνσεων που έχει δημιουργήσει στις δαπάνες αποπληρωμής του δημοσίου

χρέους η ανατίμηση του δολαρίου και του γιεν, καθώς και των μειώσεων στη

φορολογία το 2001, ο υφυπουργός απαντά ότι «το πλεόνασμα του προϋπολογισμού θα

στηρίζεται αφενός στην αύξηση των εσόδων, που έχει ήδη δρομολογηθεί με τις

σημαντικές αλλαγές και τομές που πραγματοποιήθηκαν στο φορολογικό μας σύστημα,

και αφετέρου στη συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών, που θα επιτευχθεί με την

πλήρη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη των ελεγκτικών διαδικασιών και τη

μηχανοργάνωση των υπηρεσιών δημοσιονομικού ελέγχου του Γενικού Λογιστηρίου του

Κράτους». Όσον αφορά στη μείωση του δημοσίου χρέους, προβλέπεται να προέλθει:

«Πρώτον, από την πραγματοποίηση σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων. Δεύτερον,

από τις πράξεις ενεργού διαχείρισης του χρέους που επιτυγχάνεται με την

αναδιάρθρωση του υφιστάμενου χρέους, με την επιμήκυνσή του, με την

χρησιμοποίηση νέων χρηματοοικονομικών προϊόντων και με άλλα μέσα που έχει στη

διάθεσή του το υπουργείο Οικονομικών».

Οι δαπάνες

Η πολιτική της κυβέρνησης στον τομέα των δαπανών του Δημοσίου θα στηρίζεται σε

δύο άξονες. Πρώτον, στην ενίσχυση των δαπανών στους τομείς της Υγείας, της

Παιδείας, του Πολιτισμού και της Απασχόλησης. Δεύτερον, στον αυστηρό έλεγχο

του συνόλου των πιστώσεων του προϋπολογισμού για τον περιορισμό της σπατάλης.

«Οι μεγαλύτερες αυξήσεις δαπανών ανταποκρίνονται στον χαρακτήρα που έχει

προσδώσει για τον προϋπολογισμό του 2001 η κυβέρνηση», λέει ο κ. Δρυς,

τονίζοντας ότι «είναι προϋπολογισμός Υγείας, Παιδείας, Πολιτισμού και

Απασχόλησης, καθώς οι δαπάνες στους τομείς αυτούς θα είναι σημαντικά πιο

αυξημένες σε σχέση με τις δαπάνες των άλλων τομέων».

Όσον αφορά στην πολιτική περιορισμού των δαπανών ο υφυπουργός διευκρινίζει ότι

«πολιτική μας είναι να υπάρξει ένα σύστημα ολοκληρωμένων και επισταμένων

ελέγχων των δαπανών του προϋπολογισμού σε όλο το φάσμα του δημόσιου τομέα». Οι

έλεγχοι θα αφορούν ειδικότερα:

* Στις δαπάνες στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης των ασφαλισμένων του

Δημοσίου, στις οποίες «οι έλεγχοι γίνονται μέσω του υπηρεσιών δημοσιονομικού

ελέγχου και με τη συνεργασία του ΣΔΟΕ». Μάλιστα, αποκαλύπτει ότι «έχει δοθεί

εντολή στο ΣΔΟΕ να ελέγχει ελεύθερους επαγγελματίες που είναι συμβεβλημένοι με

το Δημόσιο» και εξηγεί: «Γίνεται επιτόπιος και ουσιαστικός έλεγχος σε

περιπτώσεις ιατρών και φαρμακοποιών για τους οποίους υπάρχουν, από πλευράς

υπηρεσίας, αμφιβολίες για την νομιμότητα των υποβαλλόμενων στοιχείων και

δικαιολογητικών». Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο κ. Δρυς, από τους

ελέγχους που διενεργήθηκαν για το έτος 1999 στις δαπάνες ιατροφαρμακευτικής

και νοσοκομειακής περίθαλψης στον κεντρικό τομέα της Νομαρχίας Αθηνών

περικόπηκαν δαπάνες ύψους 3,5 δισ. δρχ. Επίσης, 450 εκατ. δρχ. δαπάνες

νοσηλίων περικόπηκαν από ελέγχους στη Νομαρχία Πειραιά, σε σύνολο δαπανών 7,5

δισ. δρχ.

* Στα κονδύλια που εκταμιεύονται από τον προϋπολογισμό για τα επιχορηγούμενα

Νομικά Πρόσωπα. «Διότι παρατηρείται το φαινόμενο να ζητούνται επιχορηγήσεις,

ενώ υπάρχουν μεγάλα αδιάθετα υπόλοιπα και σημαντική ακίνητη περιουσία των

νομικών προσώπων», αναφέρει ο κ. Δρυς.

* Στις δαπάνες μισθοδοσίας των δημοσίων υπαλλήλων. Όπως λέει ο υφυπουργός, «σε

πέντε φορείς που έγιναν έλεγχοι το 1999 διαπιστώθηκε παράνομη πληρωμή δαπανών

μισθοδοσίας και επιδομάτων ύψους 600 εκατ. δρχ. και έχει ξεκινήσει η

διαδικασία καταλογισμών».

* Στις δαπάνες των προγραμμάτων που συγχρηματοδοτούνται από την Ε.Ε. και

ιδιαίτερα στις αναμενόμενες δαπάνες του Γ’ ΚΠΣ.

* Στις δαπάνες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, όπου οι έλεγχοι διενεργούνται

από τις κατά τόπους υπηρεσίες δημοσιονομικού ελέγχου.

Ποιος είναι ο Γιώργος Δρυς

Ο Γιώργος Δρυς γεννήθηκε στον Ποταμό Κερκύρας. Είναι υφυπουργός Οικονομικών

και βουλευτής Κερκύρας του ΠΑΣΟΚ. Είναι πτυχιούχος της Φυσικομαθηματικής

Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο The

City University του Λονδίνου, όπου ειδικεύτηκε στα Συστήματα Αυτόματου Ελέγχου

και στους Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές. Το 1978-1982 εκλέγεται πρώτος Δημοτικός

Σύμβουλος στον Δήμο Κερκυραίων. Τη δεκαετία 1983-1993 εκλέγεται μέλος του Δ.Σ.

της ΠΑΣΕΓΕΣ. Το 1982-83 διετέλεσε αντιπρόεδρος της Ένωσης Γεωργικών

Συνεταιρισμών Κερκύρας και στη συνέχεια εκλέγεται πρόεδρός της μέχρι το 1986.

Εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής Κερκύρας τον Ιούνιο του 1989 και έκτοτε

επανεκλέγεται συνεχώς. Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Γεωργίας

την περίοδο 1986-87 και Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας Πελοποννήσου την

περίοδο 1987-88. Από τον Ιανουάριο του 1996 είναι υφυπουργός Οικονομικών με

αρμοδιότητα σήμερα σε θέματα κατάρτισης και ελέγχου του προϋπολογισμού, της

Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής, του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών

Υπαλλήλων, των Περιφερειακών Υπηρεσιών και της Γενικής Γραμματείας

Δημοσιονομικής Πολιτικής.