Πτώση των κερδών πολλών επιχειρήσεων, επιβάρυνση του δημοσίου χρέους κατά 1

τρισ. δραχμές, διόγκωση του ελλείμματος εμπορικού ισοζυγίου και φυσικά αύξηση

του πληθωρισμού είναι οι σημαντικότερες επιπτώσεις της τρελής κούρσας του

πετρελαίου και του δολαρίου.

Η διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, σε έρευνά της, καταγράφει την

επιδείνωση των βασικών δεικτών της οικονομίας και των επιχειρήσεων. Όπως

αναφέρεται στην έρευνα, το κείμενο της οποίας αποκαλύπτει η «ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», οι

επιπτώσεις επικεντρώνονται.

Α. Στον πληθωρισμό, όπου η ανατίμηση του πετρελαίου και η μεγάλη

διολίσθηση της δραχμής έναντι του δολαρίου και του γιεν πιέζουν τώρα και τις

τιμές των αγαθών εντάσεως καυσίμων, αλλά και το κόστος παραγωγής των

επιχειρήσεων και το κόστος των μεταφορών.

Ως εκ τούτου, ο πληθωρισμός με βάση το ΔΤΚ αναμένεται να αυξηθεί από 3% τον

Αύγουστο σε 3,2% τον Σεπτέμβριο και να ανέλθει στο 3,4%-3,5% στο τέλος του

2000. Ειδικότερα, μεγάλη επίδραση στον πληθωρισμό θα έχει η εισαγωγή στο

δείκτη του πετρελαίου θερμάνσεως, από τον Νοέμβριο 2000.

Β. Στο ισοζύγιο πληρωμών, όπου η αύξηση του κόστους για

εισαγωγές πετρελαίου έχει ως συνέπεια την επιβάρυνση του εμπορικού ισοζυγίου

της χώρας κατά 1,2-1,5 δισ. δρχ. περίπου κατά το 2000.

Αυτό θα είχε ως συνέπεια τη διαμόρφωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών

συναλλαγών σε υψηλά επίπεδα κατά το 2000, όπου αναμένεται να ξεπεράσει το 5%

του ΑΕΠ, έναντι 4,1% του ΑΕΠ το 1999.

Γ. Στο δημόσιο χρέος. Εξαιτίας των ανωτέρω εξωγενών παραγόντων

και ιδιαίτερα της διολισθήσεως της δραχμής έναντι του δολαρίου και του γιεν,

το δημόσιο χρέος έχει διογκωθεί τους τελευταίους μήνες. Δεδομένου ότι ο

δανεισμός του Δημοσίου σε ξένα νομίσματα αποτελεί το 26% περίπου του συνολικού

δημοσίου χρέους, ενώ το 50% περίπου του εξωτερικού χρέους είναι εκφρασμένο σε

δολάρια και γιεν, εκτιμάται ότι η ανατίμηση των δύο αυτών νομισμάτων έχει

αυξήσει την αξία του χρέους σε δραχμές κατά ένα ποσό που ξεπερνάει ήδη το 1

τρισ. δρχ. περίπου σε ετήσια βάση.

Ως εκ τούτου, καθίσταται αναγκαία η συνέχιση και εντατικοποίηση των

ιδιωτικοποιήσεων με στόχο την χρησιμοποίηση των αυξημένων εσόδων για μείωση

του χρέους. Επιπλέον, απαιτείται περαιτέρω περικοπή των δημοσίων δαπανών για

αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων.

Δ. Επιπτώσεις στα κέρδη των επιχειρήσεων. Η επίπτωση της

σημαντικής αυξήσεως της τιμής του πετρελαίου είναι ιδιαίτερα εμφανής στους

τομείς εντάσεως προϊόντων ενέργειας και συγκεκριμένα στον κλάδο της

ακτοπλοϊκής ναυτιλίας, των πλαστικών – χημικών και των αεροπορικών εταιρειών,

όπου το πετρέλαιο είναι η κινητήριος δύναμη. Οι ανωτέρω κλάδοι ως άμεσα

εξαρτώμενοι από την πορεία του πετρελαίου, είδαν το κόστος προμηθειών τους να

αυξάνεται από 55% έως 100% ταυτόχρονα με την περαιτέρω ενίσχυση των

ανταγωνιστικών συνθηκών.

Ως αποτέλεσμα η κερδοφορία αυτών των εταιρειών συρρικνώθηκε έναντι του

προηγούμενου έτους.

Ειδικότερα οι βιομηχανίες παραγωγής πλαστικών και χημικών προϊόντων

παρουσιάζουν μείωση του μεικτού περιθωρίου κέρδους από 20%-24% που ήταν το

οκτάμηνο του 1999 σε 14%-15% το 2000.

Από την άλλη πλευρά, οι εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στη διακίνηση

και πώληση του πετρελαίου και των παραγώγων του, όπως οι πετρελαϊκές

εταιρείες, τα διυλιστήρια (και ιδιαίτερα η Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε.), οι

αλυσίδες πρατηρίων υγρών καυσίμων κ.ά., εμφανίζουν υψηλά κέρδη.