Σε μιαν από τις ωραιότερες κινηματογραφικές ταινίες των τελευταίων χρόνων,

στον «Κύκλο των χαμένων ποιητών», ένας από τους μαθητές αυτοκτονεί. Σ’ αυτή τη

σκηνή αποτυ-πώνεται πολύ παραστατικά η καταπίεση του σχολείου και κυρίως της

οικογένειας, που δεν αφήνει τον νέο να επιλέξει τον τρόπο ζωής και το

επάγγελμα που εκφράζει την προσωπικότητά του.

Όσοι νομίζουν ότι αυτά συμβαίνουν μόνο στον κινηματογράφο δεν έχουν παρά να

διαβάσουν τα ρεπορτάζ των εφημερίδων ­ ιδιαίτερα σε περιόδους εξετάσεων ή

έκδοσης των σχολικών αποτελεσμάτων των μαθητών ­ για να διαπιστώσουν το

αντίθετο. Η πρόσφατη αυτοκτονία της μικρής μαθήτριας από την Ξάνθη δεν είναι

μεμονωμένο φαινόμενο. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι, μετά τις αρρώστιες και τα

δυστυχήματα, οι αυτοκτονίες αποτελούν την τρίτη αιτία θανάτου νέων ανθρώπων

ηλικίας 14-18 ετών. Με αίτιο και αφορμή το τρίπτυχο «σχολική αποτυχία –

εξεταστικό άγχος – γονεϊκή πίεση για επιτυχία», έχουμε δεκάδες απόπειρες

αυτοκτονιών που μόνο όταν γίνουν αυτοκτονίες καταγράφονται στο αστυνομικό

δελτίο ή στα ρεπορτάζ των εφημερίδων.

«Το περιβάλλον δεν κυριαρχεί μόνο σαν ξένη δύναμη

πάνω στους ανθρώπους,

αλλά πολλές φορές γίνεται και ο δικαστής τους»

(Ντίτερ Ντουμ, Το άγχος στον καπιταλισμό)

Τον Σεπτέμβριο του 1990 ήταν η 18χρονη που «κόπηκε στα Μαθηματικά». Τον Ιούνιο

του 1991 ο 18χρονος από το Ηράκλειο Κρήτης που «δεν τα πήγε καλά στη Φυσική».

Τον Ιούνιο του 1992 ο 16χρονος που «έμεινε ξανά στη Γ’ Γυμνασίου». Τον

Δεκέμβριο του 1993 ο 16χρονος στου Ζωγράφου που «είχε υπερβολικό άγχος με τις

εξετάσεις». Λίγους μήνες πριν η 17χρονη από την Ελασσόνα που «έμεινε για

δεύτερη φορά στην ίδια τάξη». Την ίδια εποχή η 12χρονη από τη Ν. Ιωνία του

Βόλου που «κόπηκε Θρησκευτικά και Βιολογία». Τον Ιούνιο του 1994 η 18χρονη από

τη Λάρισα που «δεν τα πήγε καλά στις Πανελλήνιες». Τον Σεπτέμβριο η 16χρονη

από το Περιστέρι και ο 17χρονος από του Ρέντη που «δεν έγραψαν καλά». Το 1995

η 18χρονη Ισμήνη στην Αθήνα που «δεν κατάφερε να προαχθεί». Το 1996 η 15χρονη

από τη Θεσσαλονίκη που «έμεινε ανεξεταστέα». Το 1997 η 17χρονη Θάλεια από τον

Πειραιά που «μηδενίστηκε στο μάθημα της Ιστορίας και έχασε το τρένο των

Πανελλαδικών», το 1998 ο 16χρονος από το Μυρωδάτο της Ξάνθης… και ο

κατάλογος είναι μόνο ενδεικτικός.

Οι τάσεις αυτοκαταστροφής εκδηλώνονται περισσότερο στην ηλικία 16-19 ετών σε

ποσοστό 40%. Στην ηλικία των 12-15 ετών το ποσοστό είναι 29% και μειώνεται

ακόμα περισσότερο όσο αυξάνεται η ηλικία των νέων ανθρώπων. Συγκεκριμένα στην

ηλικία 20-22 ετών το ποσοστό φθάνει στο 17%.

Υπολογίζεται ότι σε κάθε αυτοκτονία αντιστοιχούν τρεις έως δέκα απόπειρες με

αναλογία 3 κορίτσια προς 1 αγόρι, ενώ το ποσοστό αυτοκτονιών αυξήθηκε κατά

150% στην τριακονταετία 1960-1990. Έχει διαπιστωθεί ότι τα κορίτσια κάνουν

περισσότερες απόπειρες, αλλά τα αγόρια πεθαίνουν συχνότερα. Στον πίνακα 1

φαίνονται οι απόπειρες αυτοκτονίας εφήβων και η αναλογία στις απόπειρες

αυτοκτονιών ανάμεσα στα κορίτσια και τα αγόρια, που φθάνει στο 9 ή 10 προς 1

κι αυτή η αναλογία εμφανίζεται σχεδόν ομοιόμορφα σε όλες τις ηλικίες. Η

αναζήτηση των αιτιών που ωθούν τα νεαρά άτομα στην αυτοκτονία δεν είναι εύκολη

υπόθεση. Αρκετοί προσπαθούν να μεταθέσουν στα θύματα την ευθύνη ως

καλομαθημένα, ή απροσάρμοστα και ανεύθυνα άτομα. Όμως οι απόπειρες και οι

πράξεις αυτοκτονίας συνιστούν ένα κοινωνικό φαινόμενο και δεν είναι σωστή μια

εξέταση η οποία περιορίζεται στο άτομο. Άλλωστε μόλις το 1,80% των νεανικών

αυτοκτονιών οφείλεται σε ψυχοπαθολογικούς λόγους. Σύμφωνα με έρευνα της

Παιδοψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου Παίδων «Αγία Σοφία» περίπου οι μισές

από τις περιπτώσεις απόπειρας αυτοκτονιών κατά την προεφηβική ηλικία

σχετίζονται με την πίεση των γονέων για υψηλές επιδόσεις στο σχολείο (πίνακας

2).

Οι αιτίες μπορούν να αναζητηθούν στη βάση της κοινωνικής οργάνωσης, που

χαρακτηρίζεται από έναν αδυσώπητο και απάνθρωπο ανταγωνισμό όπως αντανακλάται

και αναπαράγεται στο σχολείο, στην οικογένεια αλλά και σε άλλες μορφές της

κοινωνικής ζωής. Τα περισσότερα παιδιά (πίνακας 3) οδηγούνται σε αυτή την

πράξη επειδή νιώθουν να συνθλίβονται κάτω από την πίεση, την καταπίεση των

προβλημάτων και τη διαπλοκή των αρνητικών επιδράσεων του σχολείου και της

οικογένειας.

Το σχολείο, πηγή άγχους

Σε έρευνα του πανεπιστημιακού Μ. Βάμβουκα σχετικά με τις καταστάσεις που

φοβίζουν τους μαθητές επισημαίνεται ότι οι φόβοι και τα άγχη που σχετίζονται

με το σχολείο και ιδιαίτερα με τις εξετάσεις και τη βαθμολογία καταλαμβάνουν

μία από τις υψηλότερες θέσεις.

Ο Μιχάλης Κασσωτάκης (Πανεπιστήμιο Αθηνών) τονίζει ότι το άγχος και η αγωνία

για την κακή σχολική επίδοση – αποτυχία έχουν σοβαρά επακόλουθα, όπως

διαταραχές της ψυχικής υγείας, μελαγχολία, απόπειρες αυτοκτονιών ή

αυτοκτονίες.

Στον χώρο του σχολείου οι μελαγχολικές και καταθλιπτικές καταστάσεις που

βιώνουν οι μαθητές είναι ιδιαίτερα έντονες. Γι’ αυτό και το σχολείο έχει

χαρακτηριστεί ως τόπος παραγωγής άγχους. Δικαιολογημένα, αφού μια συνεχής

σειρά από αγχώδεις εξετάσεις οδηγεί στη βαθμολατρία και τη βαθμοθηρία, με

αποτέλεσμα από τη μία η υψηλή σχολική επίδοση να θεωρείται αξία καθαυτή και να

υποβαθμίζεται η γνώση και η μόρφωση και από την άλλη να υποδαυλίζεται ο κρυφός

ή ανοιχτός ανταγωνισμός μεταξύ των μαθητών και να καταρρακώνονται αξίες της

συλλογικότητας και της αλληλεγγύης. Το άγχος της αποτυχίας, η αποθάρρυνση και

η απόρριψη μειώνουν την αυτοεκτίμηση και φέρνουν τη βαθιά απογοήτευση στους

περισσότερους μαθητές.

Η αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να υλοποιήσει τον διακηρυγμένο στόχο

για την «ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και

ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες

προσωπικότητες και να ζήσουν δημιουργικά» μετατρέπεται σε στίγμα – «ρετσινιά»

δήθεν προσωπικής ανικανότητας, που σημαδεύει πολλές φορές ανεπανόρθωτα τον

ψυχικό κόσμο των μαθητών. Για όσους η εκπαιδευτική τους πορεία δεν είναι παρά

μια «ιστορία» αποτυχιών, διαψεύσεων, στιγματισμών, ο χώρος του σχολείου μαζί

με ό,τι έχει σχέση με αυτόν θεωρείται ξένος, εχθρικός, η περίοδος αυτή της

ζωής τους γίνεται αντιληπτή ως χαμένος χρόνος, καθώς όλα τα χρόνια της

μαθητικής τους ζωής δεν θα πάρουν τίποτε άλλο από την πεποίθηση της

ακαταλληλότητάς τους, της αναξιότητάς τους.

Συχνή η ψυχολογική και σωματική βία από τους γονείς

«Θεός δεν είναι παρά το σχολείο…

η κρίση των άλλων (γονιών, εκπαιδευτικών, συμμαθητών)

είναι η Δευτέρα Παρουσία

και ο σχολικός αποκλεισμός,

ο πρώτος επίσημος και συγκεκριμένος τύπος της Κόλασης και του Άδη»

(παραφράζοντας τον Bourdieu)

Το σχολείο δεν είναι απλώς τόπος παραγωγής αλλά και αναπαραγωγής του άγχους,

με την έννοια ότι επαναλαμβάνονται σε αυτό όλες εκείνες οι δυσάρεστες

ψυχολογικές καταστάσεις που κουβαλούν οι μαθητές από το οικογενειακό και το

ευρύτερο περιβάλλον. Ο φόβος του παιδιού μπροστά στους πανίσχυρους γονείς,

αυτή η νηπιακή φοβία της αυθεντίας, όπως αντανακλάται στη σχέση δασκάλων –

μαθητών, προκαλεί σοβαρές διαταραχές στη σωματική και ψυχική υγεία.

Παράλληλα η «κρίση νοήματος» του σχολείου μετατρέπεται σε «κρίση νοήματος

ζωής» σε ένα περιβάλλον που ­ διαστρεβλώνοντας το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης

­ ταυτίζει και εξαίρει την ατομική σχολική επιτυχία και την προοπτική της

επαγγελματικής αποκατάστασης και καριέρας με την επιτυχία στη ζωή. Γι’ αυτό

και η αδυναμία πολλών μαθητών να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των γονέων και

των άλλων προσώπων του περιβάλλοντος τούς τροφοδοτεί προστριβές και εχθρότητα

με αποτέλεσμα το άγχος και τη νεύρωση.

Από αυτή την άποψη μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί οι μαθητές φθάνουν σε

μεγαλύτερα ποσοστά ώς το κατώφλι της αυτοκτονίας. Ιδιαίτερα στις σημερινές

συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής κρίσης για τα παιδιά αυτά το πρόβλημα της

«κοινωνικής ανόδου» γίνεται όλο και πιο πιεστικό.

Γι’ αυτό και το φαινόμενο της άσκησης βίας, όχι μόνο ψυχολογικής αλλά και

σωματικής, από τους γονείς είναι πολύ συχνό. Και από αυτό, βεβαίως, γίνεται

κατανοητό ότι η ευθύνη για τα ψυχολογικά τραύματα και για τις απόπειρες

αυτοκτονιών των μαθητών δεν ανήκει αποτελεσματικά στο σχολείο, αλλά ευρύτερα

στις δομές της σημερινής κοινωνίας.

Πώς, αλήθεια, αντιμετωπίζουν οι γονείς τις αποτυχίες στα σχολικά αποτελέσματα

των παιδιών τους;

Σε παλαιότερη έρευνα της Μαρίας Τζάνη (Πανεπιστήμιο Αθηνών) επισημαινόταν ότι

«οι σωματικές τιμωρίες είναι μία από τις συνήθεις μεθόδους τιμωρίας των

παιδιών για την κακή σχολική τους επίδοση», αφού ο ένας, περίπου, στους δύο

μαθητές με μη προβιβάσιμους βαθμούς δήλωνε ότι οι γονείς του αντιδρούσαν στις

σχολικές του αποτυχίες «με το ξύλο» και ψυχολογική πίεση, ενώ μόνο το 27%

χρησιμοποιούσε τις συμβουλές ή τις συζητήσεις για την αντιμετώπιση της

σχολικής αποτυχίας.

Σε νεώτερη έρευνα που πραγματοποιήσαμε στη διάρκεια των σχολικών ετών 1995/96

και 1996/97 σε μαθητές Δημοτικών και Γυμνασίων της Καλλιθέας, της

Αργυρούπολης, της Δραπετσώνας, της Νέας Σμύρνης και της Γλυφάδας διαπιστώσαμε

ότι η αντίδραση των γονέων στις σχολικές αποτυχίες των παιδιών τους

παρουσιάζεται μεν διαφοροποιημένη σε σχέση με το παρελθόν, καθώς «περιέχει σε

γενικές γραμμές λιγότερη σωματική πίεση από το παρελθόν και περισσότερο

διάλογο, όμως εξακολουθεί να υπάρχει ένα ποσοστό γονέων της τάξεως του 16% που

έχουν το χέρι «έτοιμο να δείρει», να πιέσει και να προσβάλει.