Πριν ακόμη γεννηθεί, ο «Γιος του Πολέμου των Άστρων» διχάζει. Παράλληλα

εντείνει τον φόβο ότι ­ παρά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ­ η εφαρμογή του

μπορεί να οδηγήσει σε νέο γύρο ανταγωνισμού των εξοπλισμών.

Το μεγαλόπνοο πρόγραμμα Εθνικής Αντιπυραυλικής Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών

(NMD), όπως ονομάζεται επίσημα, ο διάδοχος της αρχικής Στρατηγικής Αμυντικής

Πρωτοβουλίας ­ ή του Πολέμου των Άστρων ­ του πρώην προέδρου Ρόναλτ Ρήγκαν,

παραμένει ως σχέδιο που από τις πρώτες δοκιμές του γνώρισε καθυστερήσεις και

αποτυχίες. Ο απερχόμενος Αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον έχει ήδη ταχθεί υπέρ

της κατασκευής τού «περιορισμένου» ­ όπως πάντα αποκαλούσε ­ συστήματος,

τονίζοντας ότι σχεδιάστηκε για να προστατέψει τη χώρα του από τις «χώρες που

προκαλούν ανησυχία», όπως χαρακτήρισε η αμερικανική κυβέρνηση τη Βόρεια Κορέα,

το Ιράν, το Ιράκ και τη Λιβύη.

Στόχος του NMD είναι να καταστρέφει εισβάλλοντες πυραύλους και προϋποθέτει την

εγκατάσταση υπερσύγχρονων συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης.

Η Ρωσία και η Κίνα αντιτίθενται σθεναρά στην κατασκευή του, Γαλλία και

Γερμανία ζήτησαν την εγκατάλειψή του, ενώ σοβαρές επιφυλάξεις εκφράζονται και

από τη Βρετανία, η οποία θα εμπλακεί άμεσα, αν ανάψει το πράσινο φως για την

εφαρμογή του αμερικανικού συστήματος.

Φωνές διαμαρτυρίας υψώνονται επίσης από την Ομοσπονδία Αμερικανών Επιστημόνων

­ 50 προσωπικότητες που έχουν βραβευτεί με Νόμπελ ­, καθώς και από διεθνείς

οργανώσεις που μάχονται για τη διαφύλαξη της ειρήνης. Έντονη διχογνωμία

επικρατεί όμως και στους κόλπους της ίδιας της αμερικανικής κυβέρνησης. Σημείο

τριβής οι διαφορετικές ερμηνείες που δίνονται για το πότε ακριβώς η κατασκευή

του συστήματος ­ που απαιτεί νέες αμερικανικές εγκαταστάσεις ραντάρ στη

Βρετανία ­ παραβιάζει τη Συνθήκη Αντιβαλλιστικών Πυραύλων (ΑΒΜ), η οποία

υπεγράφη το 1972 από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την τότε Σοβιετική Ένωση και

θεωρείται ο ακρογωνιαίος λίθος στήριξης της διεθνούς σταθερότητας. Βάσει αυτής

της συνθήκης απαγορεύεται η ανάπτυξη αμυντικού συστήματος που θα καλύπτει την

ενδιαφερόμενη χώρα σε ευρύτητα έθνους.

Οποιεσδήποτε αλλαγές που θα επιτρέπουν νέες εγκαταστάσεις ραντάρ βρίσκουν

αντίθετη τη Ρωσία, η οποία ανησυχεί ότι θα υπονομευτεί η αποτελεσματικότητα

των αποτρεπτικών πυρηνικών της όπλων.

Έτσι, αν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφασίσουν, παρά τις αντιδράσεις, να

προχωρήσουν στη δημιουργία του συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας, θα πρέπει

πρώτα να πετύχουν είτε τη συμφωνία της Ρωσίας για τροποποίηση της ΑΒΜ είτε να

απορρίψουν την τελευταία μονομερώς, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται.

Στην Ουάσιγκτον οι νομικοί σύμβουλοι της κυβέρνησης δεν έχουν καταλήξει σε

συμφωνία αναφορικά με τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, κατά την οποία οι

Ηνωμένες Πολιτείες θα παραβίαζαν τη συνθήκη του ’72, και υπάρχουν τρεις

βασικές ερμηνείες. Σύμφωνα με την πρώτη, την οποία επικαλέστηκε ο Αμερικανός

υπουργός Άμυνας, Ουίλιαμ Κοέν, οι ΗΠΑ δεν θα παραβίαζαν την ΑΒΜ μέχρι το 2002

και τη στιγμή που οι εργάτες θα εγκαθιστούσαν τις σιδηροτροχιές για το ραντάρ

στην Αλάσκα.

Με βάση τη δεύτερη, η Αμερική θα περνούσε σε παραβίαση όταν η κατασκευή θα

απαιτούσε τη χρήση τσιμέντου, γεγονός που, βάσει των σχεδίων, προγραμματίζεται

για τον Μάιο. Δεδομένου όμως ότι η συνθήκη απαιτεί τόσο από την Ουάσιγκτον όσο

και από τη Μόσχα την επίσημη ενημέρωση της άλλης πλευράς για την πρόθεσή της

να εγκαταλείψει τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη Συνθήκη Αντιβαλλιστικών

Πυραύλων, ο κ. Κλίντον θα πρέπει να απευθυνθεί στους Ρώσους έως τον Δεκέμβριο,

ενώ δηλαδή θα λήγει η δεύτερη θητεία του στον Λευκό Οίκο.

Σύμφωνα, τέλος, με την τρίτη ερμηνεία των νομικών συμβούλων της αμερικανικής

κυβέρνησης, παραβίαση θα μπορούσε να συντελεστεί μετά την περάτωση των

οικοδομικών εργασιών για τον σταθμό ραντάρ, αφήνοντας στην ουσία την απόφαση

για μονομερή απόρριψη της ΑΒΜ στον επόμενο Αμερικανό πρόεδρο. Ανώτατος

Αμερικανός αξιωματούχος τόνισε ότι το ερώτημα που προκύπτει για το τι ακριβώς

συνιστά παραβίαση της επίμαχης συνθήκης είναι ιδιαίτερα δύσκολο, γιατί η ίδια

η συνθήκη δεν συγκεκριμενοποιεί την απάντηση. Πρέπει ωστόσο να δοθεί, πριν ο

Αμερικανός πρόεδρος εγκρίνει τα πρώτα στάδια για την εφαρμογή του σχεδίου.

Αξιωματούχοι στα υπουργεία Άμυνας και Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών

τονίζουν ότι οι διαφωνίες που προκύπτουν γύρω από το κρίσιμο ζήτημα παραβίασης

και πότε της Συνθήκης ΑΒΜ είναι ο κύριος λόγος που ο επικεφαλής του πρώτου,

Ουίλιαμ Κοέν, δεν έχει προβεί ακόμη στην αναμενόμενη για τον Αύγουστο εισήγησή

του προς τον Αμερικανό πρόεδρο, αναφορικά με το σύστημα Εθνικής Αντιπυραυλικής

Άμυνας. Και ο τελευταίος, που επίσης αναμενόταν να αποφασίσει το καλοκαίρι για

την ανάπτυξη τού προγράμματος, φαίνεται πως θα αφήσει την τελική απόφαση στην

επόμενη κυβέρνηση. Ήδη, ο ένας εκ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων για το

προεδρικό αξίωμα, ο Ρεπουμπλικανός Τζορτζ Μπους Τζούνιορ, έχει ταχθεί υπέρ

μιας πιο εκτεταμένης έκδοσης του NMD.