Φουντώνει πάλι ο πληθωρισμός τον Μάιο, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία που έχει

συγκεντρώσει το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, εξαιτίας της κούρσας του

δολαρίου και των τιμών των καυσίμων, που και αυτή την εβδομάδα ανατιμήθηκαν.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πηγές του υπουργείου, ο δείκτης τον Μάιο «θα είναι

πολύ αυξημένος, αλλά δεν θα ξεπεράσει το 3%». Τον Απρίλιο ο πληθωρισμός ήταν

2,6%, σημειώνοντας κατακόρυφη πτώση σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, αλλά

τόσο το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας όσο και η Τράπεζα της Ελλάδος είχαν

προειδοποιήσει ότι αυτή η επίδοση δεν θα συνεχιζόταν και ότι αναμενόταν νέα

αναζωπύρωση του πληθωρισμού. Η κατακόρυφη άνοδος δολαρίου και τιμών καυσίμων

επιβεβαιώνουν τώρα με πιο έντονο τρόπο από τον αναμενόμενο την πρόβλεψη αυτή.

Ας σημειωθεί ότι ο πληθωρισμός είχε ξεπεράσει το όριο του 3% τον περασμένο

Μάρτιο, ύστερα από ένα χρόνο, κατά τη διάρκεια του οποίου ο δείκτης βρισκόταν

σταθερά κάτω από το όριο αυτό.

Περιθώρια ασφαλείας

Πάντως, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δηλώνει ότι δεν ανησυχεί, γιατί

ο δείκτης εξακολουθεί να έχει περιθώριο ασφαλείας από το κριτήριο ένταξης στην

ΟΝΕ. Κι αυτό γιατί ο πληθωρισμός ανεβαίνει, για τους ίδιους λόγους, σε

ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ιρλανδίας,

όπου ο δείκτης άγγιξε το 5%. «Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα πάμε με περιθώριο

ασφαλείας 0,5 της μονάδας», έλεγε χθες αρμόδιο στέλεχος. Σύμφωνα με αυτό το

στέλεχος, ο μέσος εναρμονισμένος δείκτης στο δωδεκάμηνο Ιουνίου 1999 – Μαΐου

2000, τον οποίο θα λάβει υπόψη το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά την εξέταση της

ελληνικής υποψηφιότητας, θα διαμορφωθεί στο 2%, ενώ το κριτήριο θα είναι 2,5%.

Έτσι, η Ελλάδα θα ικανοποιεί άνετα το κριτήριο. Πάντως, αυτό δεν σημαίνει ότι

υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού για την κυβέρνηση, η οποία θα χρειαστεί να

επιβεβαιώνει συνεχώς τους επόμενους μήνες την ικανότητα της ελληνικής

οικονομίας να αντεπεξέλθει στα κριτήρια της ΟΝΕ. Κι αυτό για να μη

διακινδυνεύσει αρνητικά σχόλια που ενδέχεται να επηρεάσουν τη στάση των

αγορών.

Σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο, η περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους θα

επιτευχθεί, παρά την επιβάρυνση του δολαριακού τμήματός του. Κι αυτό γιατί

υπάρχουν σημαντικά περιθώρια αύξησης των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις.