Είναι γεγονός ότι, κατά τα τελευταία χρόνια, έχουν δημιουργηθεί νέες, πολύ

σημαντικές αναπτυξιακές δυνατότητες για την Ελλάδα, με την αλλαγή του

πολιτικού συστήματος στις χώρες της Βαλκανικής, της Ανατολικής Ευρώπης και της

πρώην ΕΣΣΔ, που είχαν ως αποτέλεσμα το άνοιγμα των οικονομιών τους και την

προώθηση των οικονομικών τους συναλλαγών με τις χώρες της Δύσης.

Είναι εμφανής η ανάγκη αυτών των χωρών για προϊόντα, βιομηχανικές επενδύσεις

και κάθε είδους τριτογενείς υπηρεσίες.

Η Ελλάδα είναι στρατηγικά τοποθετημένη στον συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και

λόγω της εγγύτητάς της με αυτόν μπορεί να μετουσιώσει σε θετικό γι’ αυτήν

αποτέλεσμα αυτό το συγκριτικό της πλεονέκτημα.

Η Βόρεια Ελλάδα, μάλιστα, είναι η κατ’ εξοχήν περιοχή στην οποία πέφτει το

βάρος, αλλά και η ευκαιρία να «σηκώσει» τη νέα αυτή πρόκληση για τη χώρα μας,

που αποτελεί τη σημαντικότερη ίσως ευκαιρία για την υψηλή της ανάπτυξη και

ευημερία, που για πολλές δεκαετίες τής έλειψε ή ίσως ποτέ δεν είχε. Η Βόρεια

Ελλάδα μπορεί να γίνει ο χώρος παροχής τριτογενών οικονομικών υπηρεσιών

ποιότητας προς τις χώρες αυτές και τις επιχειρήσεις τους, υπηρεσίες τις οποίες

θα ζητούν συνεχώς και με αυξανόμενους ρυθμούς, οι οποίες συχνά θα συνδέονται

και με διμερείς παραγωγικές-επενδυτικές συνεργασίες.

Ορίζουμε τις τριτογενείς αυτές υπηρεσίες, ως το σύνολο των χρηματοοικονομικών

υπηρεσιών, που θα στηρίζουν την οικονομική δραστηριότητα και στις δύο πλευρές

των συνόρων. Αναφερόμαστε κυρίως στην παροχή των υπηρεσιών επενδυτικής

τραπεζικής, η οποία περιλαμβάνει την παροχή σχημάτων χρηματοδότησης και άλλων

μακροπρόθεσμων πηγών, την άντληση κεφαλαίων μέσω της κεφαλαιαγοράς, την

αξιοποίηση των κατάλληλων χρηματοοικονομικών μέσων και εργαλείων, την εταιρική

χρηματοδότηση και τις εταιρικές αναδιαρθρώσεις ­ συγχωνεύσεις ­ εξαγορές, την

έκδοση εταιρικών αξιογράφων, την ύπαρξη των αναγκαίων χρηματοοικονομικών

ιδρυμάτων, τα οποία επιτελούν τα ανωτέρω και παρέχουν τις κατάλληλες

χρηματοοικονομικές υπηρεσίες συμβούλου.

Ο βασικότερος χώρος για την ανάπτυξη αυτών των υπηρεσιών, αναμφίβολα είναι η

Θεσσαλονίκη. Η εμπειρία όλων μας από τις επισκέψεις στα Βαλκάνια είναι ότι

όλες οι χώρες προσβλέπουν στη Θεσσαλονίκη, είναι κοινώς αποδεκτή από όλους,

ενώ δεν είναι τυχαίο ότι και άλλες χώρες την επιλέγουν ως το κέντρο για την

προώθηση των δραστηριοτήτων τους. Ήδη, αποφασίστηκε να είναι η Θεσσαλονίκη το

κέντρο ανασυγκρότησης των Βαλκανίων, νέες εμπορικές αποστολές χωρών

εγκαθιστούν τα γραφεία τους σε αυτήν (πρόσφατα Ινδία και Πακιστάν), ενώ δεν

είναι τυχαίο ότι οι εκτιμήσεις μεγάλων γραφείων της Ευρώπης και της Αμερικής,

που όχι μόνο προβλέπουν αλλά και φροντίζουν, ώστε να εξελίσσονται τα πράγματα

όπως τα προβλέπουν, φέρνουν τη Θεσσαλονίκη να αναπτύσσεται δυναμικά και να

πολλαπλασιάζει μάλιστα τον πληθυσμό της. Γίνεται αντιληπτό ότι οι συνέπειες

για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την ευημερία της Βόρειας Ελλάδας είναι

σημαντικές και συντελούν, ώστε να κάνουν πιο συγκεκριμένο αλλά και πιο

χειροπιαστό το όραμα της ανάπτυξης αυτής της περιοχής.

Στο πλαίσιο αυτό είναι περισσότερο έντονο από ποτέ, να εξελιχθεί η Θεσσαλονίκη

το ταχύτερον δυνατό ως το κύριο χρηματοοικονομικό κέντρο της ΝΑ Ευρώπης, σε

συνάρτηση πάντοτε με τα βόρεια γειτονικά μας κράτη. Να γίνει η Θεσσαλονίκη

στην ουσία το χρηματοοικονομικό κέντρο που θα παρέχει τις υπηρεσίες που

αναφέρθηκαν πιο πάνω και που τόσο ανάγκη έχουν οι δυναμικές ελληνικές

επιχειρήσεις της Βόρειας Ελλάδας, καθώς τώρα δεν λαμβάνουν μάλλον την αναγκαία

υποστήριξη επαρκώς, αλλά και αυτές που βρίσκονται σε άλλες χώρες.

Το θέμα του αναβαθμισμένου οικονομικού ρόλου της Βόρειας Ελλάδας δεν μπορεί

βεβαίως να αντιμετωπισθεί στο σύνολό του μόνο με τη δημιουργία του

χρηματοοικονομικού κέντρου. Στον χώρο των επιχειρήσεων, και με βάση τον πιο

πάνω στόχο, υπάρχουν και άλλα βασικά θέματα, όπως είναι οι επενδύσεις, η

οικονομική ­ φυσική και ποιοτική ­ υποδομή, τα κοινοτικά προγράμματα και οι

χρηματοδοτήσεις, τα καθημερινά επιχειρηματικά θέματα, τα οποία αντιμετωπίζουν

συνεχώς οι οικονομικοί φορείς της Βόρειας Ελλάδας, και τα οποία ίσως έως τώρα

δεν αντιμετωπίζονται με την αμεσότητα και την ταχύτητα που χρειάζεται. Στο

πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαίο να διερευνηθεί κατά πόσο θα ήταν χρήσιμη η ύπαρξη

στη Θεσσαλονίκη ενός υφυπουργείου, αρμοδίου σε θέματα που κυρίως συνδέονται με

το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης, το οποίο θα ασχολείται

αποτελεσματικότερα με όλα αυτά τα θέματα, έχοντας τις απαραίτητες αρμοδιότητες

για τον σκοπό αυτό.