ΕΙΧΕ διατυπωθεί η άποψη ­ και πολύ σωστά με την υπόθεση του Κυπέλλου ως θεσμό

σε φθίνουσα ευρωπαϊκώς κατάσταση ­ ότι ο χθεσινός 57ος τελικός είχε κυρίως

χαρακτήρα γοήτρου. Είχε. Μόνο που ο «διψασμένος» Παναθηναϊκός του Χ.Ρ. Ρότσα

απέτυχε ν’ αποδείξει ότι ήταν «ηφαίστειο που ξυπνά». Για την ακρίβεια

προσπάθησε, μετρώντας στο φινάλε «αποκαΐδια» μπροστά στους απογοητευμένους

οπαδούς του. Το γόητρο έγειρε στην πλευρά της ανώτερης ομάδας, που πλέον

μπορεί να θεωρεί την υπόθεση νταμπλ ως μόνο «θέμα ημερών».

Ο Ολυμπιακός του Ντ. Μπάγιεβιτς κυριάρχησε σε όλα. Με σειρά αξιολόγησης:

* Ταχύτητα

* Πάθος

* Οργάνωση

Με δεδομένο ότι οι Πειραιώτες έχουν ασφαλώς καλύτερες μονάδες από τους

Αθηναίους, ό,τι προέκυψε στο στάδιο «Σπύρος Λούης» χαρακτηρίζεται δίκαιο και

φυσιολογικό. Ακόμη κι όταν, νωρίς σχετικά, ο Ολυμπιακός έμεινε στη σκακιέρα με

παίκτη «λιγότερο», εντούτοις κατάφερε να εφαρμόσει εξουθενωτικό μαρκάρισμα,

αλλά και να φροντίσει σπέσιαλ τον τομέα της αντεπίθεσης, ο οποίος ­ τελικά ­

του έδωσε τη σπουδαία νίκη. Γενικά, οι «κόκκινοι» αποτέλεσαν ­ ειδικά στο β’

μέρος ­ την ομάδα-μοντέλο που θέλουν να βλέπουν οι οπαδοί του. Σκεφτείτε ότι

ακόμη και οι δύο βασικοί κυνηγοί (οι οποίοι υποτίθεται ότι αποτελούσαν την

«αχίλλειο πτέρνα» της ομάδας του Μπάγιεβιτς) ποτέ δεν σταμάτησαν να δίνουν

άνισες μάχες και αυτό ήταν υπέροχο για αθλητές άνω των τριάντα…

Οι «πράσινοι» δεν κατάφεραν πάλι να αποτρέψουν τον αιφνιδιασμό και το γκολ.

Βέβαια, οι αμυντικοί δεν ήταν απρόσεκτοι τόσο όσο σε Νεάπολη (4-4) και

Θεσσαλονίκη (3-3), αλλά χθες δικαιούνταν να αποδείξουν κάτι περισσότερο όσων

πρόσφεραν. Ο Έρικ Μίκλαντ του α’ μέρους θύμισε τον «απίστευτο γίγαντα» του

αγώνα Ελλάδας – Νορβηγίας, όμως δεν είχε διάρκεια. Ο Ρότσα μάλλον δεν έχει

καταλάβει ακόμη πώς θα «μοντάρει» Μίκλαντ – Ασάνοβιτς – Καραγκούνη στο κέντρο,

αλλά οι ευκαιρίες, σε μία-δύο εβδομάδες, τελειώνουν.

Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ


Οι αγκαλιές, τα φιλιά, οι πανηγυρισμοί, άρχισαν από τον αγωνιστικό χώρο για

τους Καραταΐδη, Ελευθερόπουλο

Κορυφαίος της αναμέτρησης ήταν ο διεθνής Ηλίας Πουρσανίδης. Αυτός ο

ποδοσφαιριστής, με πληθώρα δυνάμεων και επινοήσεων, θα ήταν παίκτης υψηλότατου

επιπέδου, αν διέθετε σωστή μεταβίβαση πέραν των 8-10 μέτρων. Θα ήταν εντελώς

άστοχο να χαρακτηριστούν όχι καλοί όσοι παίκτες χρησιμοποιήθηκαν από τον

Μπάγιεβιτς. Να σταθούμε όμως σε δύο νεαρά παιδιά, γιατί χθες άξιζαν. Πρόκειται

για τον Ελευθερόπουλο και τον Οφορίκουε. Ο γκολκίπερ ήταν πολύ προσεκτικός και

απέφυγε το «λάθος» που τον κυνηγά στα κρίσιμα ματς. Ο έφηβος από την Γκάνα

μπήκε στο γήπεδο για ένα εικοσάλεπτο περίπου και έκανε… τα πάντα.

«Αυθαδίασε» κατ’ επανάληψη ανάμεσα σε Βόκολο – Γκούμα, πάλεψε (και κέρδισε)

αμφισβητούμενες μπαλιές, έπαιξε κενό χώρο και φρόντισε για τα «αποκαΐδια» του

αντιπάλου που σημειώθηκαν στην αρχή, σκοράροντας με πείρα φτασμένου βιρτουόζου.

Στον Παναθηναϊκό υπήρξαν υστερήσαντες. Ξέρετε ποιοι; Οι… υπερτιμημένοι

(τελευταία) Ανδρέας Λαγωνικάκης – Άγγελος Μπασινάς. Ήταν λάθος του Ρότσα να

επιμείνει, χρησιμοποιώντας στην αριστερή πλευρά δύο παίκτες οι οποίοι μπορούν

να κτυπήσουν αξιόλογα την μπάλα μόνο με το δεξί. Όσο για τις αλλαγές του

Αργεντίνου; Κυρίως η πρώτη (Κιάσος αντί Λαγωνικάκη), δεν έπεισε ότι προόριζε

επιθετική προσπάθεια.

Ο ΔΟΥΡΟΣ

Ο διαιτητής Γιώργος Δούρος στο μεγαλύτερο διάστημα κατάφερε να δώσει την

εικόνα ότι είναι καλός και αμερόληπτος.

Βέβαια, στο 32′ απέβαλε τον Αμανατίδη με δεύτερη κίτρινη κάρτα πολύ σωστά,

υποχρεώνοντας τους στατιστικολόγους να ενεργοποιηθούν. Ήταν η πρώτη αποβολή

φέτος για παίκτη του Ολυμπιακού.

Γενικά, προς το τέλος του αγώνα ο Δούρος «προστάτευσε» ελαφρά τον Ολυμπιακό,

χωρίς αυτό να δείχνει αναγκαίο. Ο Παναθηναϊκός είχε ήδη ­ από τα μέσα του β’

μέρους ­ «βραχυκυκλωθεί».

Όλες οι κάρτες ήταν σωστές (19′ Λαγωνικάκης, 22′ Αμανατίδης, 44′ Καραπιάλης,

46′ Μίκλαντ, 59′ Ασάνοβιτς, 63′ Λυμπερόπουλος).

Το πρώτο γκολ πέτυχε στο 53′ ο Μαυρογενίδης (πολύ πληθωρικός από τη στιγμή που

έμεινε μόνος του στη δεξιά πτέρυγα, μετά την αποβολή Αμανατίδη) με δύσκολη κεφαλιά.

Η νίκη του Ολυμπιακού πήρε τον χαρακτήρα της άνεσης στο 89′, όταν οι Νινιάδης

και Τζόρτζεβιτς μπέρδεψαν για τα καλά τους κεντρικούς αμυντικούς,

τροφοδοτήθηκε ο Οφορίκουε και αυτός πλάσαρε ιδανικά με το αριστερό τον

Νικοπολίδη.

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ: Ελευθερόπουλος 8, Αμανατίδης 5, Καραταΐδης 7, Ανατολάκης 8,

Μαυρογενίδης 8, Γεωργάτος 7, Καραπιάλης 7, (82′ Άντζας), Τζόρτζεβιτς 7,

Πουρσανίδης 9, Γκόγκιτς 6 (86′ Νινιάδης), Αλεξανδρής 6 (73′ Οφορίκουε, β. 8).

ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ: Νικοπολίδης 7, Μπασινάς 4, Λαγωνικάκης 3 (65′ Κιάσος),

Βόκολος 5, Γκούμας 6, Κωνσταντινίδης 7, Καραγκούνης 7, Μίκλαντ 8, Ασάνοβιτς 5

(71′ Αλεξούδης), Λυμπερόπουλος 7 (81′ Κόλα), Βαζέχα 5.

* Εισιτήρια 57.543, εισπράξεις 148.000.000 δραχμές.

«Πανταχού παρών» στον χώρο του κέντρου, αποτέλεσε τη δύναμη του νικητή.

Ακαταμάχητος στον ανασταλτικό τομέα και ίσως ο μόνος που δεν ένιωσε κούραση. Ο

Μπάγιεβιτς του χρωστάει κάτι παραπάνω στην ατομική κριτική.


Πιέστηκε ­ προς το τέλος ­ από τους αντιπάλους του, τόσο όσο και στο

ντέρμπι με τη Γιουβέντους, στην ίδια περιοχή. Αυτή τη φορά ήταν πολύ

προσεκτικός και σίγουρα αυτός στον οποίο επενδύει η ΠΑΕ του Πειραιά. Ή όχι;


Καταπληκτικός στα 20′ που αγωνίστηκε. Η συμβολή του ήταν μεγαλύτερη από

συμπαίκτες του οι οποίοι έπαιξαν στα 90′. Έδωσε την εντύπωση ότι σε ελάχιστο

χρόνο πήρε τον αέρα έμπειρων αμυντικών οι οποίοι βρέθηκαν μπροστά του.


Σίγουρα ο μοχλός πίεσης και ο σχεδιαστής στην οργάνωση του Παναθηναϊκού,

όμως εντελώς μόνος στο α’ μέρος. Η κόπωση στο β’ φυσιολογική, τον υποχρέωσε να

οπισθοχωρήσει. Τότε ήταν που φάνηκε η «γύμνια» του Παναθηναϊκού.