Η ΑΝΑΤΑΡΑΧΗ στη νότια επαρχία της Σερβίας, το Κοσσυφοπέδιο, έγινε σε πολύ

μικρό χρονικό διάστημα υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα της διεθνούς κοινότητας.

Οι αλβανόφωνοι κάτοικοι του Κοσσυφοπεδίου ­ το 90% των δύο εκατομμυρίων που

ζουν εκεί ­ θέλουν την ανεξαρτησία τους. Τα Τίρανα υποστηρίζουν την ένταξή

τους στη Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία (Σερβία – Μαυροβούνιο) ως ισάξιου εταίρου

και το Βελιγράδι φέρεται έτοιμο να συζητήσει την επιστροφή του καθεστώτος

αυτονομίας που είχε η επαρχία πριν από το 1989.

Οι Σέρβοι θεωρούν το Κοσσυφοπέδιο (Κόσοβο – Μετόχι όπως το αποκαλούν)

αναπόσπαστο τμήμα του κράτους και της ιστορίας τους. Το εθνικό αυτό ζήτημα

είχε επικαλεστεί ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς για να ανέλθει στην εξουσία.

Με την αναθεώρηση του γιουγκοσλαβικού Συντάγματος του 1974 δόθηκε αυτονομία

στην περιοχή, επιτρέποντας την αλβανική γλώσσα στα σχολεία, επισημοποιώντας

τις μουσουλμανικές αργίες και επιτρέποντας στην περιοχή να αντιπροσωπεύεται

στη Συλλογική Ομοσπονδιακή Προεδρία. Το 1989, όμως, ο Μιλόσεβιτς καταργεί το

καθεστώς αυτονομίας. Αυτό οδηγεί τους αλβανόφωνους στην απόφαση να

μποϊκοτάρουν τα επίσημα σχολεία και άλλες δημόσιες υπηρεσίες δημιουργώντας μία

παράλληλη κυβέρνηση, που δεν αναγνωρίζεται επίσημα.

Η σκιώδης αυτή κυβέρνηση υποστηρίζει πως επιδιώκει την ανεξαρτησία του

Κοσσυφοπεδίου με ειρηνικά μέσα. Η αποτυχία της όμως να πετύχει κάτι ανάλογο ως

τώρα, ενθαρρύνει τους αδιάλλακτους που έχουν συσπειρωθεί γύρω από το αντάρτικο

κίνημα του Απελευθερωτικού Στρατού Κοσσυφοπεδίου (KLA).