Ο θόρυβος γύρω από το μεγάλο πυρηνικό ατύχημα

στο Τσερνόμπιλ της Ουκρανίας έχει κοπάσει.

Όμως, παρ’ όλο που το

ενδιαφέρον του κοινού και των δημοσιογράφων έχει σβήσει, δεν συμβαίνει το ίδιο

με τα ραδιενεργά κατάλοιπα, που σκορπίστηκαν με τον άνεμο απ’ άκρου εις άκρον

της ευρωπαϊκής ηπείρου. Το καίσιο 137 εξακολουθεί να ακτινοβολεί χρόνια αφότου

το σοβιετικό άστρο έχει δύσει. Πέντε χρόνια μετά το ατύχημα, σε ορισμένα

σημεία της Β. Ελλάδας, της Αυστρίας και της Σκανδιναβίας η ακτινοβολία από

καίσιο 137 υπερέβαινε τις 100 χιλιάδες μονάδες (Bequerel) ανά τετραγωνικό

μέτρο, ενώ σε άλλες περιοχές, όπως στη Ν. Γαλλία και την Ισπανία, η αντίστοιχη

τιμή ήταν εκατό φορές χαμηλότερη. Η κατανομή αυτού του ραδιενεργού ισοτόπου

δείχνει την κατανομή των ραδιενεργών καταλοίπων, που προήλθαν από την έκρηξη

και διασκορπίστηκαν από τους ανέμους και τις βροχές, που έτυχε να επικρατούν

το δεκαήμερο μετά το ατύχημα, στις 26 Απριλίου του 1986. Σήμερα, έντεκα χρόνια

μετά, το καίσιο 137 δεν έχει χάσει παρά το 30% της αρχικής του «ενεργότητας»,

όπως ονομάζεται η ικανότητα ενός ραδιενεργού υλικού να εκπέμπει ακτινοβολία. Η

απορρόφησή του από τα φυτά έχει εισαγάγει το καίσιο 137 στην τροφική αλυσίδα.

Όπως και στην περίπτωση των τοξικών, οι συγκεντρώσεις αυτού του ραδιενεργού

ισοτόπου στους ιστούς των ανώτερων οργανισμών και του ανθρώπου είναι πολύ

μεγαλύτερες από τις συγκεντρώσεις στο περιβάλλον. Οι δόσεις που οι κάτοικοι

της Β. Ελλάδας προσλαμβάνουν με τις τροφές τους είναι πάνω από τέσσερις φορές

μεγαλύτερες απ’ ό,τι στην Αθήνα.



Πυρηνικά ατυχήματα δεν συμβαίνουν συχνά. Τα πολύπλοκα συστήματα

ασφαλείας, με τα οποία είναι εφοδιασμένοι οι πυρηνικοί σταθμοί, υποτίθεται ότι

ελαχιστοποιούν τους κινδύνους. Όμως, όσο περισσότεροι αντιδραστήρες

εγκαθίστανται στον κόσμο και όσο αυξάνεται ο χρόνος λειτουργίας τους, τόσο το

απίθανο γίνεται πιθανό ή και σχεδόν βέβαιο. Πολλοί ήταν αυτοί που προέβλεπαν

ότι αργά ή γρήγορα θα συνέβαινε ένα μεγάλο πυρηνικό ατύχημα. Το πότε δεν ήταν

δυνατόν να το γνωρίζει κανείς, ούτε το πού. Πυρηνικά «επεισόδια» είχαν συμβεί

πολλά, αλλά στο παρά πέντε είχε αποφευχθεί η μεγάλη καταστροφή. Στο

Τσερνόμπιλ, της τότε Σοβιετικής Ουκρανίας, οι ασφάλειες δεν λειτούργησαν. Όταν

στις 26 Απριλίου του 1986 ο ένας από τους τέσσερις πυρηνικούς αντιδραστήρες

του σταθμού τινάχθηκε στον αέρα, το θεωρητικά απίθανο είχε στην πραγματικότητα

συμβεί. Ένας από τους «ασφαλέστερους» σοβιετικούς αντιδραστήρες είχε

αστοχήσει. Η πυρκαγιά που ακολούθησε την έκρηξη έκαιγε επί δέκα ημέρες,

εκλύοντας ένα ραδιενεργό νέφος, που ο άνεμος στροβίλισε πάνω από την Ευρώπη.

40% των καλλιεργήσιμων εδαφών της Ουκρανίας και 30% της Λευκορωσίας έχουν

υποστεί βαριά ραδιενεργό μόλυνση. Σύμφωνα με στοιχεία της UNICEF, δύο

εκατομμύρια παιδιά στην Ουκρανία και πεντακόσιες χιλιάδες στη Λευκορωσία ζουν

σε περιοχές με υψηλή ραδιενέργεια. Τα παιδιά αυτά έχουν αυξημένες πιθανότητες

να προσβληθούν από καρκίνο και ειδικότερα από καρκίνο του θυρεοειδούς κατά τα

επόμενα 30 χρόνια. Ήδη, μέσα σε μία δεκαετία από το ατύχημα του Τσερνόμπιλ, τα

περιστατικά καρκίνου του θυρεοειδούς στη Λευκορωσία εκατονταπλασιάστηκαν.