H συζήτηση ξεκινά συνήθως με μια δικαιολογημένη συναισθηματική φόρτιση και καταλήγει σε βαριά ρητορικά ερωτήματα από την πλευρά των περισσότερο «ψαγμένων» και λιγότερο πολιτικά ορθών: πού θα πάει αυτό το πράγμα; Πόσο καιρό ακόμη θα χαϊδεύει η Δύση τους τρομοκράτες; Γιατί δεν κλείνουν τα τζαμιά; Και η μόνιμη επωδός: γιατί οι μουσουλμάνοι δεν καταδικάζουν την τρομοκρατία;

Αυτή τη φορά, υπήρξε και συγκεκριμένη στοχοποίηση στο πιο υψηλό επίπεδο. Ο πρόεδρος Τραμπ επιτέθηκε στον μουσουλμάνο δήμαρχο του Λονδίνου Σαντίκ Καν, κατηγορώντας τον ότι την ώρα που θερίζουν οι τρομοκράτες, εκείνος ζητά από τους Λονδρέζους να μην ανησυχούν. Ο ανεκδιήγητος αμερικανός πρόεδρος είχε αλλοιώσει βέβαια σκοπίμως μια δήλωση του δημάρχου, αλλά τις εντυπώσεις που ήθελε να προκαλέσει τις προκάλεσε. Στη συνέχεια πρόσθεσε με νόημα ότι, επειδή η επίθεση στο Λονδίνο έγινε με φορτηγό και μαχαίρια, κανείς δεν τα βάζει αυτή τη φορά με την οπλοκατοχή. Κι ύστερα πήγε για γκολφ.

Οι μύθοι είναι επικίνδυνο πράγμα. Κι όταν τους εκμεταλλεύονται οι επώνυμοι, γίνονται εμπρηστικοί. Ο Καν έδωσε στον Τραμπ την απάντηση που του αρμόζει. Αλλά η απόδοση ευθυνών σε σύσσωμο τον μουσουλμανικό πληθυσμό για τις επιθέσεις των τζιχαντιστών είναι μια τάση που διογκώνεται. Κι ας έχουν ξεκαθαρίσει οι πλέον ειδικοί –με πρώτο τον Ολιβιέ Ρουά –ότι δεν είναι το Ισλάμ που οδηγεί νεαρούς Ευρωπαίους στην τζιχάντ, αλλά ένα κενό πολιτισμικής ταυτότητας που προκαλείται από την ανικανότητά τους να ενσωματωθούν. Αυτό που παρατηρούμε δεν είναι η ριζοσπαστικοποίηση του Ισλάμ αλλά η ισλαμοποίηση του ριζοσπαστισμού.

Ενας άλλος μύθος είναι η σιωπή των μουσουλμάνων μπροστά στις επιθέσεις που γίνονται από ομοθρήσκους τους. Ο πολύς Τόμας Φρίντμαν έχει γράψει στο παρελθόν πως ούτε ένας μουσουλμάνος ιερωμένος, ούτε ένα μουσουλμανικό θρησκευτικό σώμα, δεν έχει εκδώσει φετφά με τον οποίο να καταδικάζει τον Οσάμα μπιν Λάντεν. Είναι ψέμα. Η Τερίζα Μέι κατηγόρησε τη μουσουλμανική κοινότητα της Βρετανίας ότι δεν κάνει αρκετά για να αποτρέψει τη ριζοσπαστικοποίηση των μελών της. Αλλά έτσι προσπαθεί να αποσείσει τις ευθύνες της για το ότι ως υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Κάμερον μείωσε την παρουσία των αστυνομικών στους δρόμους.

Το άγχος και ο φόβος στις μεγάλες δυτικές πρωτεύουσες μετά τις τελευταίες τρομοκρατικές επιθέσεις είναι δικαιολογημένα. Ο ίδιος ο Σαντίκ Καν είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο μήνες τώρα –και είχε δεχθεί τότε επίθεση από τον… γιο του Τραμπ. Οι απαντήσεις που μπορεί να δοθούν είναι πολλές και ποτέ δεν είναι αρκετές: ενίσχυση της αστυνόμευσης (αλλά χωρίς παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων), καλύτερος συντονισμός μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών (που θα πληγεί από το Brexit), επαγρύπνηση των πολιτών (μουσουλμάνων και μη). Η κήρυξη «πολέμου» όμως, είτε με μαζικούς βομβαρδισμούς είτε με μαζικές ενοχοποιήσεις, απαγορεύσεις ή απελάσεις, δεν ευνοεί παρά τους τρομοκράτες.