Πρόκειται για σύμπτωση ιστορικής σημασίας. Ακριβώς τριάντα χρόνια αφότου ο Ντιέγκο Μαραντόνα βούτηξε στα νάματα της αθανασίας με τα δύο μοναδικά –από κάθε άποψη –γκολ επί των Αγγλων, ο Λιονέλ Μέσι ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί των σκόρερ της Εθνικής Αργεντινής.

Δύο μύθοι που απαγορεύεται να μπαίνουν στο ζύγι.

Αυθεντικοί, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, καθοριστικοί, ανέβασαν το επίπεδο των ομάδων στις οποίες αγωνίστηκαν και άφησαν έντονο το αποτύπωμά τους σε έναν καμβά μοναδικής ποδοσφαιρικής αξίας.

Ο Μαραντόνα και ο Μέσι είναι ωστόσο δύο διαφορετικές προσωπικότητες που επηρεάστηκαν τα μάλα από το κοινωνικό περιβάλλον.

Τα εφηβικά του χρόνια ο Ντιεγκίτο τα έζησε στον γύψο του δικτάτορα Βιδέλα, βίωσε την απόρριψη στο Μουντιάλ του ’78 και τον δύσκολο απογαλακτισμό από την ταλαιπωρημένη πατρίδα. Πάμφτωχος, αλήτεψε, έτρεξε ξυπόλητος, μάτωσε πόδια, έκανε τον ζογκλέρ στα γήπεδα και όταν έφτασε η ώρα της απόλυτης δόξας κρύφτηκε στον ψεύτικο κόσμο της λευκής σκόνης. Πράγματι, ο Μαραντόνα ήταν ηγέτης. Πήρε ρεβάνς για τους 649 νεκρούς των Φόκλαντ, το βάρος όμως τον συνέτριψε.

Ο Μέσι δεν επιδίωξε ποτέ του να σηκώσει βάρος στις αδύναμες πλάτες του. Δεν έζησε δικτατορίες, η φτώχεια του ήταν αξιοπρεπής και στα εφηβικά του χρόνια είχε προστάτη τον Αγιο Γεώργιο της Καταλωνίας. Κανείς δεν μπορεί να τον ψέξει γι’ αυτό.

Δύο διαφορετικές προσωπικότητες, δύο τεράστια ταλέντα που θα τα μνημονεύει το παγκόσμιο ποδόσφαιρο.