Επειτα από έξι μήνες διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ η χώρα μετράει τις πληγές της. Ο,τι πέτυχε από το 2010 και μετά με αιματηρές προσπάθειες, έχει καταστραφεί. Η δημοσιονομική προσαρμογή εξανεμίστηκε. Από τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ξανακυλήσαμε στη βαθιά ύφεση. Η αβεβαιότητα επιτάχυνε την εκροή καταθέσεων και έφερε τη διάλυση του τραπεζικού συστήματος. Οι τράπεζες θα χρειαστούν τώρα νέα ανακεφαλαιοποίηση με κεφάλαια έως και 25 δισ. Τα capital controls σκότωσαν τα απομεινάρια της οικονομικής δραστηριότητας. Εφεραν νέο κύμα απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα και εκτινάσσουν την ανεργία πάνω από το 30%. Σύμφωνα με έρευνα των «ΝΕΩΝ», τα capital controls στοιχίζουν 1-3 δισ. τον μήνα. Το πρωτογενές πλεόνασμα έγινε πάλι πρωτογενές έλλειμμα. Και το δημόσιο χρέος απέκτησε αρνητικά αυξητική δυναμική σε σχέση με το ΑΕΠ.

Πραγματικά καμένη γη. Η προσγείωση του Πρωθυπουργού στην πραγματικότητα κόστισε πανάκριβα στη χώρα. Ο Πρωθυπουργός τελικά πήρε τη σωστή απόφαση. Υπέγραψε συμφωνία. Τώρα όμως είναι που αρχίζουν τα πολύ δύσκολα. Η ψήφιση των προαπαιτουμένων του τρίτου Μνημονίου έφερε την ανταρσία 39 βουλευτών στον ΣΥΡΙΖΑ. Και μετέτρεψε την κυβέρνηση σε κυβέρνηση μειοψηφίας. Η εσωκομματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ ούτε παραιτείται ούτε διαγράφεται. Στηρίζει την κυβέρνηση, αλλά δεν ψηφίζει το Μνημόνιο. Η κυβέρνηση περνάει τα θέματα του Μνημονίου με την ψήφο των «χρήσιμων ηλιθίων» της υβριζόμενης αντιπολίτευσης. Στο υπόλοιπο μη μνημονιακό πρόγραμμά της, με έναν μαγικό τρόπο ανακάμπτει η πλειοψηφία των 162. Μια νέα κοινοβουλευτική παράδοση γεννιέται. Πλειοψηφίες a la carte.

Το υβρίδιο έχει ημερομηνία λήξης. Η κυβέρνηση θα πρέπει να βρει τις δυνάμεις που θα εφαρμόσουν τη συμφωνία. O Πρωθυπουργός δεν προκρίνει τη λύση μιας κυβέρνησης εθνικής ανασυγκρότησης από την παρούσα Βουλή. Και προετοιμάζεται για εκλογές. Για να λύσει το πρόβλημα του κόμματός του και όχι το πρόβλημα της χώρας. Μετά το κόστος της πολιτικής ενηλικίωσης του ΣΥΡΙΖΑ θα πληρώσουμε και το κόστος της επίλυσης των εσωκομματικών του προβλημάτων. Γιατί, ουσιαστικά, αυτό θα είναι το διακύβευμα των εκλογών. Ακόμα όμως και να κερδίσει τις εκλογές, ο Πρωθυπουργός θα κληθεί να δώσει απάντηση στο ίδιο ερώτημα. Με ποιους θα εφαρμόσει τη συμφωνία. Και επειδή η δεξαμενή των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ είναι δεδομένη, το ερώτημα αυτό μπορεί να απαντηθεί μόνο σε σύμπραξη με άλλες δυνάμεις. Γιατί όμως πρέπει η χώρα να πληρώσει το δυσβάστακτο κόστος ακόμα μιας εκλογικής διαδικασίας; Οταν οι δυνάμεις αυτές θα μπορούσαν να αναζητηθούν στην υπάρχουσα Βουλή. Πόσω μάλλον, όταν οι εκλογές θα φέρουν αναζωπύρωση της συζήτησης του Grexit. Και αυτή τη φορά με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης.

Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρώην υπουργός της ΝΔ