Βγες και πες τα. Αυτή περίπου είναι η παραίνεση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, που ένιωσε χθες την ανάγκη να στηρίξει και να συμβουλεύσει δημόσια τον Γιάννη Στουρνάρα. Είναι μια προτροπή θεσμική και πάντως αναμενόμενη από κάποιον που έχει την άνεση να βλέπει τον αγώνα από τις πάνω κερκίδες της αρένας.

Ο Μητσοτάκης μιλάει τη γλώσσα του απόμαχου statesman που δεν του κοστίζει πια να γίνεται δυσάρεστος. Ο Στουρνάρας είχε δοκιμάσει αυτή τη στάση, του εθνικού συναγερμού, τον Δεκέμβριο του 2014, κατά την πρώτη προεδρική εκλογή, και μάλλον το έχει μετανιώσει. Το μόνο αποτέλεσμα της προειδοποίησής του για τις συνέπειες των πρόωρων εκλογών στην οικονομία ήταν να γίνει ο ίδιος μέρος της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Τώρα, με όλον τον ΣΥΡΙΖΑ να ενεδρεύει περιμένοντας έστω κι ένα λοξό νεύμα του κεντρικού τραπεζίτη, η παρέμβαση Μητσοτάκη δεν φαίνεται ότι βοηθάει τον Στουρνάρα. Ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι η κυβερνητική παραφιλολογία έχει εσχάτως ως στόχο να εγγράψει το όνομα του Στουρνάρα στα σενάρια περί συγκρότησης «μνημονιακού» –για τους φίλους «ευρωπαϊκού» –μετώπου.

Η έκκληση για τη διαμόρφωση μιας συναινετικής ομπρέλας, υπό την οποία θα συστρατεύονταν όλες οι πολιτικές δυνάμεις που δίνουν προτεραιότητα στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό, είναι διαρκώς στα χείλη του Μητσοτάκη. Η πιο πρόσφατη ένδειξη για το πόσες πιθανότητες υλοποίησης έχει ένα τέτοιο εγχείρημα ήταν τα πλάνα από τη χθεσινή συγκέντρωση που δοκίμασε να οργανώσει στο Σύνταγμα το υπερκομματικό μέτωπο κατά της κυβερνητικής πολιτικής στην Παιδεία.

Κακά τα ψέματα. Αυτό που μερίδα της πολιτικής και της ακαδημαϊκής ελίτ υπερασπίζεται ως ευρωστρεφή εκσυγχρονισμό δεν έχει κοινωνική γείωση. Οι πλατείες γεμίζουν από εκείνους που αντιμετωπίζουν το πρόταγμα ως νεοφιλελεύθερο και ξενόδουλο.

Μπαίνει κανείς στον πειρασμό των συγκρίσεων με την περίοδο Μητσοτάκη. Τα μέτωπα της πολιτικής αντιπαράθεσης έχουν ανατριχιαστικές ομοιότητες. Από την εκπαίδευση έως τη δημόσια διοίκηση και από τις ιδιωτικοποιήσεις μέχρι το Ασφαλιστικό, η δημόσια ζωή δείχνει καταδικασμένη να περιστρέφεται γύρω από τα ίδια ερωτήματα που την απορροφούσαν και το 1990-93.

Κανένας κοινός τόπος δεν έχει βρεθεί, καν για τα θεσμικά. Το αντίθετο. Η ατζέντα ανακυκλώνεται με ανανεωμένη δογματική φόρτιση, με μετενσαρκώσεις των «θατσερικών» και των «σοσιαλιστών». Για να μη μιλήσει κανείς για τις εσωτερικές διαχωριστικές γραμμές στις οποίες μένει ακόμη καθηλωμένο το ίδιο το κόμμα του Μητσοτάκη.

Υπό τις συνθήκες αυτού του καταστατικού αναχρονισμού, ο Μητσοτάκης καλεί τον Στουρνάρα να βγει στο ξέφωτο. Είναι σαν να τον καλεί να χορέψει σε ναρκοπέδιο.