Πρωτογνώρισα τη Δήμητρα πέρυσι παραμονές Χριστουγέννων, όταν πήγα για πρώτη φορά στο Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων. Χειμωνιάτικη λιακάδα. Χαμογελαστοί εθελοντές με κύκλους στα μάτια προσπαθούν να βάλουν σε μια τάξη τα πακέτα που συνεισφέρουν οι πολίτες. Στην είσοδο ένα στολισμένο έλατο. Τα μαγειρεία λάμπουν από πάστρα. Σήμερα το μενού έχει αχνιστή κοτόσουπα και σερβίρεται στην πίσω αυλή του κτιρίου της οδού Πειραιώς 35. Ενας μουσικός –εθελοντής και αυτός –παίζει τα κάλαντα, τα τραπέζια στρωμένα, γέματα κόσμο…

Η εικόνα έχει από μόνη της μια τέτοια αντίφαση που χωρίς να το θέλεις λυγίζεις. Από τη μια το δέντρο με τα φωτάκια και τις πολύχρωμες μπάλες, η χαρούμενη μουσική, τα γελαστά πρόσωπα των εθελοντών. Από την άλλη οι άνθρωποι που –πολύ απλά –δεν έχουν να φάνε. Στέκονται στην ουρά. Χέρι χέρι η απόγνωση με την αξιοπρέπεια!

Πώς μπορείς να αντέξεις στην εικόνα της γυναίκας που έχει πασαλείψει λίγο κραγιόν στα χείλη σαν να σου λέει «δεν είμαι για λύπηση, έχω ακόμα κάτι δικό μου»; Τη νεαρή κοπέλα με το κοριτσάκι που είναι φανερό πως φοράει τα –φθαρμένα πια –«καλά» του; Τους ανθρώπους που το τρομαγμένο βλέμμα κοντράρει με χείλη που λένε «χρόνια πολλά»; Σαν να βρίσκονται σε μια παρέα με φίλους… σαν να είναι καλεσμένοι σε ένα χριστουγεννιάτικο γεύμα… σαν…

Η άγρια αντίφαση της εικόνας… Λυγίζεις… Γέρνεις το σώμα στον τοίχο και κρύβεις το πρόσωπο… Δεν θέλεις να σε δει κανείς τώρα… Ετσι αδύναμη… Ετσι λειώμα… Και τότε δυο χέρια ζεστά και δυνατά σ’ αγκαλιάζουν. Ξαφνικά βρίσκεσαι καθισμένη σε ένα τόσο δα καμαράκι με φθαρμένα έπιπλα… Το γραφείο γεμάτο παιδικές ζωγραφιές. Ακούς μια ήρεμη, απαλή φωνή… Και γνωρίζεις μια γυναίκα που τους ξέρει όλους με το όνομά τους. Και πως έχει έναν καλό λόγο για τον καθένα…

Γνωρίζεις τη Δήμητρα Νούση. Μια όμορφη δικηγορίνα που είναι η διευθύντρια του ΚΥΑΔΑ (Κέντρου Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων). Αϋπνη. Εξουθενωμένη. Με πόνους στη μέση από τα ασήκωτα πακέτα, τις σκάλες πάνω-κάτω, τα βάρη –μεταφορικά και κυριολεκτικά… Και χτίζεις μια σχέση μαζί της… Και προσπαθείς να βοηθήσεις… Οπου και όσο μπορείς…

«Σ’ ευχαριστώ που μ’ αγαπάς –Μια ιστορία απ’ την καρδιά της Αθήνας». Αυτό είναι το συγκλονιστικό βιβλίο που έγραψε η Δήμητρα Νούση και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Ενα οδοιπορικό στη ζοφερή όψη της Αθήνας από μια γυναίκα που ξέρει καλά αυτό της το πρόσωπο… Και το ξέρει από πρώτο χέρι…

Γράφει για το βιβλίο η δημοσιογράφος Βούλα Μαλλά:

«Οταν η ανθρώπινη δυστυχία καθίσταται πρωταγωνίστρια της καθημερινής ζωής, της κοινωνίας των εξαθλιωμένων…

Οταν η ωμή αλήθεια της ανέχειας «συντρίβεται» στον κόσμο των συναισθημάτων και σε αμείλικτα διλήμματα…

Οταν η αξιοπρέπεια των πολλών καταρρακώνεται υποκύπτοντας στις άνωθεν και έξωθεν προσταγές των πολιτικών διαχειριστών της τύχης ενός ολόκληρου λαού…

Οταν οι προϋποθέσεις νομιμότητας μιας δαπάνης «μάχονται» τις προϋποθέσεις επιβίωσης στον κόσμο της σύγχρονης στέρησης…

Λιτότητα, οικονομική κρίση, πολυσχιδής κατάρρευση…».

Στο «Σ’ ευχαριστώ που μ’ αγαπάς» –ένα ανάγνωσμα που όταν το πιάνεις στα χέρια σου δεν μπορείς να το αφήσεις –παρακολουθούμε την πορεία μιας γυναίκας της διπλανής μας πόρτας. Η Δήμητρα καλείται να αναλάβει μια ασυνήθιστη δουλειά: τη διεύθυνση ενός ιδρύματος που είναι γεμάτο πληγές, σε μια Αθήνα που περνάει μια απ’ τις χειρότερες περιόδους της νεότερης Ιστορίας της.

Δεν είναι πια μόνο οι άστεγοι και οι τοξικομανείς που έρχονται στην αυλή για το συσσίτιό τους, αλλά και οι «νεόπτωχοι»: άνθρωποι της μεσαίας τάξης που έχουν χάσει τα πάντα, όχι όμως την αξιοπρέπειά τους. Ανάμεσά τους η Νίνα και η Ράινα, παιδιά προσφύγων από το Αφγανιστάν. Γεμίζουν το γραφείο της διευθύντριας με τις ζωγραφιές, την αγάπη και τις ιστορίες τους. Εξω από την αυλή του συσσιτίου η Αθήνα μόλις που κρατιέται στα πόδια της. Μέσα στο ίδρυμα οι ελλείψεις και οι στερήσεις μεγαλώνουν, οι εργαζόμενοι παλεύουν με τον χρόνο, τον καιρό και τις αντοχές τους. Το βιβλίο είναι μια κατάθεση ψυχής από μια συνηθισμένη γυναίκα που βρέθηκε αντιμέτωπη με μια ασυνήθιστη κατάσταση. Που βρέθηκε αντιμέτωπη με την κατάρρευση. Και στάθηκε όρθια!

Σ’ ευχαριστούμε που τους αγαπάς, Δήμητρα… Αυτούς τους αξιοπρεπείς ανθρώπους στην ουρά για τη ζεστή κοτόσουπα… Με τον τρόμο τους σαν αστέρι φθαρμένο –καρφωμένο στην κορυφή του χριστουγεννιάτικου δέντρου…

Τους Αθλιους των Αθηνών… σ’ ευχαριστούμε που τους αγαπάς! Και μας μαθαίνεις πώς να τους αγαπάμε κι εμείς! Γιατί εσύ ειδικά το ξέρεις πια καλά:

«Καθρέφτης σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω»!